Η διαθήκη του Μίκη Θεοδωράκη αναμενόταν σαν παρακαταθήκη αλλά προέκυψε τακτοποίηση ανοιχτών λογαριασμών. Οσο βαριά κι αν ακούγεται η συγκεκριμένη φράση, είναι ίσως η ιδανικότερη για να αποτυπώσει την πικρία που διατρέχει τις σελίδες της τελευταίας βούλησης του κορυφαίου έλληνα μουσικοσυνθέτη, ειδικά όταν αναφέρεται σε συγκεκριμένα πρόσωπα.
Ενδεικτική είναι η αναφορά στην κόρη του, Μαργαρίτα, στην οποία αναθέτει να πληρώσει το 90% πιθανών χρεών που από παράλειψη έχει αφήσει ή προκύψουν μελλοντικά, δηλώνοντας πως «αυτή είναι η αναλογία της ευθύνης της για την οικονομική κατάσταση της οικογένειας».
Ειδικά στο εδάφιο που αναφέρεται στην ίδια, ο Μίκης Θεοδωράκης, αφού αναφέρει επί μακρόν όσα της παρείχε κατά τη διάρκεια της ζωής του, καθιστά σαφές ότι επιθυμεί να εξασφαλίσει και το μέλλον της, καθώς της κληροδοτεί το 30% επί των εισπράξεων και των εν γένει οικονομικών ωφελημάτων και που απορρέουν από την κάθε είδους εκμετάλλευση του έργου του στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο «χωρίς δικαίωμα εκ μέρους της εκποίησης ή διάθεσής του, είτε εν ζωή είτε μετά θάνατο». Με αυτόν τον τρόπο ο Μίκης Θεοδωράκης ήθελε να είναι βέβαιος ότι η Μαργαρίτα – Ασπασία θα έχει ένα γενναίο εισόδημα σε όλη της τη ζωή. Επιπλέον, ο μουσικοσυνθέτης ζητεί από τους γιους της και εγγονούς του και τελικούς αποδέκτες του ποσοστού (από 7,5%) «να φροντίζουν τη μητέρα τους όσο ζει και να της διασφαλίσουν άνετη και αξιοπρεπή διαβίωση, εάν εκείνη το έχει ποτέ ανάγκη».
Αναλυτικά: «Στην αγαπημένη μου κόρη Μαργαρίτα – Ασπασία Θεοδωράκη υπενθυμίζω όσα ήδη επί δεκαετίες της παρείχα εν ζωή, σε χρήματα και ακίνητα, όπως (ενδεικτικά) για την κάλυψη του συνόλου των εξόδων των επαγγελματικών της πρωτοβουλιών και δραστηριοτήτων, για τη διαβίωση της ίδιας και της οικογένειάς της, τον εξοπλισμό και τη συντήρηση των σπιτιών και των γραφείων της, για την ανατροφή, την εκπαίδευση και την οικονομική ενίσχυση των αγαπημένων τεσσάρων εγγονών μου και υιών της, για την απόκτηση όλων των ακινήτων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων, που κατά καιρούς περιήλθαν στο όνομά της είτε απ’ ευθείας από εμένα είτε με δικά μου εξ ολοκλήρου χρήματα, καθώς και το μεγάλο ποσοστό από τις απολαβές από την εκμετάλλευση του έργου μου, που εισέπραττε επί πολλά έτη και εξακολουθεί να εισπράττει όσο ζω. Ολες αυτές οι εν ζωή παροχές καταλογίζονται σύμφωνα με το νόμο στη νόμιμη μοίρα της.
Με τη διαθήκη μου αυτή και υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι δεν θα λαμβάνει καμία άλλη απολαβή από την περιουσία μου, είτε άμεσα είτε έμμεσα (με μοναδική εξαίρεση τα όσα ορίζω για τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2, περ. α της παρούσας διαθήκης μου) την καθιστώ άμεσο κληροδόχο σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) εξ αδιαιρέτου επί των εισπράξεων και των εν γένει οικονομικών ωφελημάτων που δικαιούμαι ως δημιουργός και που απορρέουν από την κάθε είδους εκμετάλλευση του έργου μου στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο, για όσα χρόνια αυτή ζει, επαναλαμβάνοντας και εδώ την αφαίρεση κάθε άλλου ποσοστού, {…}
Το παραπάνω ποσοστό του τριάντα τοις εκατό (30%) της το κληροδοτώ χωρίς δικαίωμα εκ μέρους της εκποίησης ή διάθεσής του, είτε εν ζωή είτε μετά θάνατο, ώστε μετά τον θάνατό της ή εάν τυχόν αποποιηθεί ή περιέλθει σε νομική αδυναμία αυτοπρόσωπης επιμέλειας της περιουσίας της, το κληροδοτηθέν ποσοστό αυτό να περιέλθει αυτοδικαίως και κατ’ ισομοιρία, ήταν από ποσοστό επτάμιση τοις εκατό (7,5%) στον καθένα από τους τέσσερις υιούς της Μίκη Θεοδωράκη – Παπαγγελίδη, Άγγελο Θεοδωράκη – Παπαγγελίδη, Στέφανο Θεοδωράκη – Παπαγγελίδη και Αλέξανδρο Θεοδωράκη – Παπαγγελίδη, τους οποίους και παρακαλώ να φροντίζουν τη μητέρα τους όσο ζει και να της διασφαλίσουν άνετη και αξιοπρεπή διαβίωση, εάν εκείνη το έχει ποτέ ανάγκη».
Η «Romanos» και η Ορχήστρα
Ο Μίκης Θεοδωράκης κάνει εκτενή αναφορά στην υπόθεση της εταιρίας ROMANOS (ιδιοκτησία της κόρης του) την οποία ο ίδιος αναγνώριζε «αποκλειστικά και μόνο για τη διατήρηση της οικογενειακής γαλήνης». Η συνεργασία με τη συγκεκριμένη εταιρία έχει λυθεί από τον Αύγουστο του 2003 και πλέον το έργο του διαχειρίζεται η γερμανική SCΗOTT Music σε συνεργασία με τη γραμματέα του, κ. Παρμενίδου. Οποιαδήποτε αμφισβήτηση και αντίθετη προς τούτο ενέργεια, λέει πως θα πρέπει να θεωρείται «βλάσφημη προς τη μνήμη του» και θα αποτελεί «αχαριστία και ασέβεια» απέναντι στον ίδιο και τη σύζυγό του.
Τέλος ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρεται στη λειτουργία της Λαϊκής Ορχήστρας που φέρει το όνομά του τονίζοντας ότι επιθυμία του είναι το έργο του να παίζεται ελεύθερα από όποιον το θέλει με μοναδικό όρο την διασφάλιση της ποιότητας και – εννοείται – των νομίμων δικαιωμάτων. «Απαγορεύεται το απαγορεύεται» λέει χαρακτηριστικά. Αποδέκτης και αυτής της επισήμανσης η κόρη του, η οποία διαχειρίζεται τη συγκεκριμένη ορχήστρα.