Την Τετάρτη, λίγο μετά το διάγγελμα Μητσοτάκη και την ανακοίνωση της υποψηφιότητας Τασούλα για την Προεδρία της Δημοκρατίας, ο βουλευτής και πρώην υπουργός, Νικήτας Κακλαμάνης, είχε περάσει το κατώφλι του Μεγάρου Μαξίμου όπου και έγινε δεκτός από τον Πρωθυπουργό. Και ένα 24ωρο αργότερα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, ανακοίνωσε επισήμως ότι την πρόταση του βουλευτή Α’ Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας για τη θέση του Προέδρου της Βουλής.
Λίγα λεπτά νωρίτερα είχε προηγηθεί η παραίτηση του Κώστα Τασούλα από βουλευτής και κατά συνέπεια από τη θέση του Προέδρου της Βουλής, ενόψει της επικείμενης διαδικασίας για την εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας.
Η ανακοίνωση από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο για την υποψηφιότητα Κακλαμάνη για τη θέση του τρίτου τη τάξει πολιτειακού παράγοντα της χώρας είχε ως εξής:
«Μετά την πρόταση του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας και Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, σύμφωνα με την οποία ο Κωνσταντίνος Τασούλας είναι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα και σε συνέχεια της προ ολίγον λεπτών παραίτησης του Κωνσταντίνου Τασούλα από την ιδιότητά του ως βουλευτή και άρα και από τη θέση του Προέδρου της Βουλής, ενόψει της επικείμενης διαδικασίας για εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, ανακοινώνουμε ότι η πρόταση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για τη θέση του Προέδρου της Βουλής, είναι ο βουλευτής Α’ Αθηνών Νικήτας Κακλαμάνης. Οι λεπτομέρειες για την ψηφοφορία θα ανακοινωθούν από τη Βουλή των Ελλήνων.
Οπως τόνισε στο μήνυμά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης για την πρότασή του για τον Κωνσταντίνο Τασούλα: “Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει να διαθέτει υψηλό κύρος, ευρύτερη αποδοχή και, ασφαλώς, εμπειρία, γνώση και έμπρακτο σεβασμό στους θεσμούς. Η ευρύτερη αποδοχή (…) σηματοδοτεί ένα πρόσωπο που θα εμπνέει εμπιστοσύνη στην κοινωνία, που θα έχει τη δυνατότητα να συνθέτει και να ενώνει”.
»Αναφερόμενος στην (απερχόμενη Πρόεδρο) κυρία Σακελλαροπούλου ο Πρωθυπουργός ανέφερε πως “τίμησε την αποστολή της με συνέπεια και με αίσθημα ευθύνης. Κρατώντας πάντοτε ψηλά την εθνική αξιοπρέπεια, εισέφερε στον θεσμό ένα νέο, ανθρώπινο υπόδειγμα Προέδρου”».