Με την Εσθονική Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης τα έβαλε ο Σταύρος Κοντονής λέγοντας «όχι» στην πρόσκληση που του απηύθυναν οι Εσθονοί να συμμετάσχει σε διεθνές συνέδριο στο Ταλίν την 23η Αυγούστου, με θέμα: «Η κληρονομιά στον 21ο αιώνα των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν από τα κομμουνιστικά καθεστώτα». Σε επιστολή του προς τους διοργανωτές του συνεδρίου, ο υπουργός Δικαιοσύνης καταγγέλλει απόπειρα παραχάραξης της Ιστορίας μέσω της εξίσωσης του ναζισμού με τον κομμουνισμό και χαρακτηρίζει ως ατυχή την πρωτοβουλία της Εσθονικής Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς όπως αναφέρει, πρόκειται για ενέργεια που αντίκειται στις αξίες της ΕΕ.
Αυτό όμως που προκαλεί τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι η επισήμανση του κ. Κοντονή ότι η οπτική της ελληνικής κυβέρνησης και του ελληνικού λαού για την εμπειρία των κομμουνιστικών καθεστώτων στις χώρες της Βαλτικής (και όχι μόνο) διαφέρει από αυτή των Εσθονών!
Τι κι αν οι μνήμες της σοβιετικής κατοχής της βαλτικής χώρας κατά τη διάρκεια της σταλινικής περιόδου είναι ανεξίτηλα χαραγμένες στη σύγχρονη Ιστορία της. Είχε προηγηθεί η εισβολή του Κόκκινου Σρατού τον Ιούνιο του 1940 στο ανεξάρτητο τότε κράτος της Εσθονίας και τον Αύγουστο του ίδιου έτους η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Εσθονίας υπό τον Γιοχάνες Βάρες προσαρτήθηκε στη Σοβιετική Ένωση.
Κατά την Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα του χιτλερικού στρατού κατά της Σοβιετικής Ένωσης περίπου 35.000 Εσθονοί υποχρεώθηκαν να στρατολογηθούν ως Σοβιετικοί. Ακολούθησε η γερμανική κατοχή στη βαλτική χώρα από τον Ιούλιο του 1941 μέχρι το φθινόπωρο του 1944 όταν τα εδάφη της Εσθονίας ανακαταλήφθηκαν από τον -απελευθερωτή πια- Κόκκινο Στρατό. Περισσότεροι από 120.000 Εσθονοί υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να καταφύγουν σε Σουηδία, Φινλανδία και Γερμανία, ενώ με τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945 η Εσθονία προσαρτήθηκε και πάλι ως σοβιετική σοσιαλιστική δημοκρατία. Η Εσθονία απέκτησε την ανεξαρτησία της από την ΕΣΣΔ τον Αύγουστο του 1991 και την 1η Μαΐου 2004 έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η υπογραφή της συμφωνίας ένταξης έγινε περίπου ένα χρόνο πριν στην Αθήνα).
Η ταραχώδης πορεία της χώρας της Βαλτικής, από κατοχή σε κατοχή και προσάρτηση δια των όπλων στην άλλοτε κραταιά Σοβιετική Ένωση, δεν έδειξε να συγκινεί τον υπουργό Δικαιοσύνης που προτίμησε να ψέξει την Εσθνονική Προεδρία για το… προκλητικό συνέδριο, μιλώντας ανοικτά για αναβίωση ψυχροπολεμικού κλίματος.
«Σε μία περίοδο που οι θεμελιώδεις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αμφισβητούνται ανοιχτά από την άνοδο των ακροδεξιών κινημάτων και των νεοναζιστικών κομμάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη, η προαναφερθείσα πρωτοβουλία είναι πολύ ατυχής», αναφέρει ο κ. Κοντονής στην επιστολή με την οποία απέρριψε την πρόσκληση των Εσθονών.
Σύμφωνα με τον έλληνα υπουργό, «η πρωτοβουλία διοργάνωσης ενός συνεδρίου με το συγκεκριμένο περιεχόμενο και τίτλο, στέλνει ένα λανθασμένο και επικίνδυνο πολιτικό μήνυμα, το οποίο είναι προϊόν των Συμφωνιών που ακολούθησαν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αναβιώνει το ψυχροπολεμικό κλίμα που τόσα δεινά έφερε στην Ευρώπη, αντίκειται στις αξίες της ΕΕ και σίγουρα δεν αντικατοπτρίζει την οπτική της ελληνικής κυβέρνησης και του ελληνικού λαού, η οποία είναι πως ο ναζισμός και ο κομμουνισμός δε θα μπορούσαν ποτέ να υπάρχουν ως τα δύο μέρη της ίδιας εξίσωσης».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τονίζει επίσης στην επιστολή του προς τους διοργανωτές του διεθνούς συνεδρίου πως η Ιστορία «δεν μπορεί να παραχαραχθεί παρόλο που μπορεί να γράφεται κυρίως από τους νικητές ή να αξιολογείται διαφορετικά από την οπτική των κρατών». Παρόλα αυτά, επισημαίνει, «τα ιστορικά στοιχεία και γεγονότα, κατέγραψαν τον στρατό της ΕΣΔΔ ως τον απελευθερωτή της Ευρώπης και των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης και ως λυτρωτή από την φρίκη του Ολοκαυτώματος.
Στη σκέψη και στη συνείδησή μας, το ναζιστικό καθεστώς, δηλαδή εκείνο το πολιτικό σύστημα, το οποίο έχει τον ρατσισμό, το μίσος, τη μισαλλοδοξία και τη μαζική δολοφονία ως τον πυρήνα της ιδεολογίας του, δεν θα υπήρχε καμία περίπτωση να συγκριθεί με τον κομμουνισμό, με την πολιτική ιδεολογία που αυτός αντιπροσωπεύει ή να συγκριθεί με οτιδήποτε άλλο, απλούστατα διότι η ανθρωπότητα δεν έχει αντιμετωπίσει τίποτε παρόμοιο με τον ναζισμό και ελπίζουμε πως δε θα το κάνει στο μέλλον».
«Η φρίκη που γνωρίσαμε μέσω του ναζισμού είχε μία και μόνη εκδοχή, αυτή που περιγράψαμε παραπάνω», αναφέρει σε άλλο σημείο της επιστολής του. «Ο κομμουνισμός, αντίθετα», τονίζει, «γέννησε δεκάδες ιδεολογικά ρεύματα, ένα εκ των οποίων υπήρξε ο ευρωκομμουνισμός, ο οποίος γεννήθηκε μέσα σε κομμουνιστικό καθεστώς, την περίοδο της Άνοιξης της Πράγας με στόχο να παντρέψει τον σοσιαλισμό με την Δημοκρατία και την ελευθερία. Αυτό το ιδεολογικό ρεύμα μπόλιασε έκτοτε την πολιτική σκέψη όλης της Δυτικής Ευρώπης, έθεσε ζητήματα αναζήτησης, αποτέλεσε ένα μεγάλο εργαστήρι θεωρητικών επεξεργασιών, διαμορφώνοντας μια κουλτούρα διαλόγου, που το κατέστησαν έναν οργανισμό ζωντανό».
Με άλλα λόγια ο «σύντροφος» Κοντονής θέλησε να πείσει τους Εσθονούς και κατ’ επέκταση όλους τους λαούς των χωρών της Βαλτικής ότι η εμπειρία του κομμουνισμού δεν ήταν και τόσο άσχημη, όσο επιμένουν να λένε…