Βάζω στοίχημα, οτι εννέα στους δέκα ευρωπαίους δεν γνωρίζουν, ούτε πώς γράφεται στη γλώσσα τους, ούτε τη σωστή προφορά του ονόματός της. Κι όμως, η Guangzhou Evergrande είναι η «Ρεάλ της Ασίας». Η πλουσιότερη ποδοσφαιρική ομάδα της ηπείρου της, η οποία το 2015 αναδείχτηκε πρωταθλήτρια Κίνας και κατέκτησε -για δεύτερη φορά σε τρία χρόνια- το Champions League της Ανατολής. Πάνω απ’ όλα, είναι το όχημα ενός μεγαλεπήβολου σχεδίου του Προέδρου της αχανούς χώρας, Σι Τζινπίνγκ, να χρησιμοποιήσει το ποδόσφαιρο ως μοχλό ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας.
Στα μέρη μας, ελάχιστοι είχαν ακουστά την Guangzhou. Μέχρι την ημέρα που έσκασε η είδηση οτι απέκτησε τον 29χρονο κολομβιανό επιθετικό Τζάκσον Μαρτίνες, καταβάλλοντας στην Ατλέτικο Μαδρίτης 42 εκατομμύρια ευρώ – και στον ίδιο 12,5 εκατ. ευρώ ετησίως, αποδοχές που τον ανεβάζουν στην πέμπτη θέση της λίστας με τους πιο ακριβοπληρωμένους παίκτες στον κόσμο. Ηταν ο τελευταίος κρίκος μιας αλυσίδας μετεγγραφών που άφησαν τον ποδοσφαιρικό κόσμο κατάπληκτο. Η σούμα επιβεβαιώνει οτι «κάτι τρέχει με τους κινέζους».
Η Guangzhou και μερικές ακόμη κορυφαίες ομάδες της κινεζικής Super League ξόδεψαν στο χειμερινό παζάρι το απίστευτο ποσό των 200 εκατ. ευρώ. Μόνο οι άγγλοι έδωσαν περισσότερα (236,3 εκατ. ευρώ) για νέους παίκτες. Αλλά, αν συνυπολογίσουμε και τις πωλήσεις ποδοσφαιριστών, οι κινέζοι δαπάνησαν όσα οι σύλλογοι της Premier League (Αγγλία), της Bundesliga (Γερμανία) και της Serie A (Ιταλία) μαζί. Υπάρχει και κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό: τα κλαμπ που ανήκουν στη Β’ Κατηγορία της Κίνας, πλήρωσαν για μετεγγραφές 45 εκατ. ευρώ, δηλαδή τα διπλάσια χρήματα από όσα έδωσαν -αθροιστικά- οι ομάδες της ισπανικής Primera Division. Και η περίοδος των χειμερινών αγοραπωλησιών στην Κίνα έχει πολύ δρόμο ακόμη, αφού ολοκληρώνεται στις 28 Φεβρουαρίου.
Οι κινεζικοί σύλλογοι δεν σκορπούν εκατομμύρια επειδή… τρελάθηκαν. Πίσω από τον ποδοσφαιρικό ιμπεριαλισμό τους κρύβεται το φιλόδοξο σχέδιο του Προέδρου της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Ο Σι Τζινπίνγκ έχει δηλώσει δημοσίως, οτι όνειρό του είναι να δει -και πάλι- την εθνική ομάδα της Κίνας στην τελική φάση του Μουντιάλ και, στη συνέχεια, τη χώρα του να φιλοξενεί την κορυφαία διοργάνωση. Οχι μόνο επειδή είναι λάτρης της μπάλας, αλλά και γιατί -ως πολιτικός- βλέπει μακριά. Πιστεύει πως το ποδόσφαιρο είναι το ιδανικό γήπεδο, προκειμένου οι εταιρίες – κολοσσοί (στις οποίες ανήκουν οι περισσότεροι από τους 16 συλλόγους της κινεζικής Λίγκας) να κάνουν μεγάλο ντόρο γύρω από τη φίρμα τους, να αυξήσουν τις πωλήσεις τους στην αχανή κινεζική αγορά, αλλά και να βάλουν στο παιχνίδι κι άλλες επιχειρήσεις της χώρας, ως χορηγούς. Οι οποίες, με τη σειρά τους, θα προωθήσουν τα προϊόντα τους και θα πάρουν πίσω -με το παραπάνω- τα χρήματα που θα επενδύσουν. Και την τελική -και πιο σημαντική- ώθηση στην κινεζική οικονομία θα τη δώσει το άνοιγμά τους στον υπόλοιπο κόσμο, όπου θα ταξιδέψουν μέσω του μάρκετινγκ – με όχημα τις μελλοντικές διεθνείς επιτυχίες των συλλόγων αλλά και της εθνικής ομάδας της χώρας.
Το οτι οι κινέζοι προτιμούν το πινγκ-πονγκ ή τη γυμναστική από το ποδόσφαιρο, δεν είναι αξεπέραστο εμπόδιο για το «κινεζικό όνειρο» του Σι Τζινπίνγκ. Ο δρόμος της καθοδήγησης του λαού είναι γνωστός, από πολύ παλιά, στους ηγέτες της χώρας. Ηδη ο Πρόεδρος έκανε υποχρεωτικό το μάθημα του ποδοσφαίρου στα σχολεία, με βιβλία που εξηγούν αναλυτικά πώς παίζεται το σπορ, αλλά και διδάσκουν την ιστορία του. «Με αυτόν τον τρόπο θα μάθετε να δουλεύετε με ομαδικό πνεύμα και να συμπεριφέρεστε ως μέλη ενός συνόλου», είναι το προωθητικό επιχείρημα της κινεζικής κυβέρνησης. Παραλλήλως, οι σχολές ποδοσφαίρου ξεφύτρωσαν, σε όλη τη χώρα, σαν τα μανιτάρια. Εδώ το σύνθημα είναι, «ευκαιρία να μάθουν τα παιδιά σας Αγγλικά». Διότι οι προπονητές τους είναι όλοι από την Ευρώπη, με απαραίτητο προσόν -μεταξύ άλλων- να ομιλούν τη συγκεκριμένη γλώσσα.
Το επόμενο βήμα του Σι Τζινπίνγκ ήταν, το ποδόσφαιρο να φτάσει όπου υπάρχει τηλεόραση στη χώρα. Ο Λι Ρούιγκανγκ, ο Κροίσος ιδιοκτήτης της China Media Capital, πλήρωσε 8 δισεκατομμύρια γουάν (1,2 δισεκατομμύρια δολάρια), για να αποκτήσει τα τηλεοπτικά δικαιώματα της κινεζικής Super League για τα επόμενα πέντε χρόνια. Το οτι αυτή η κίνηση δεν είχε καθαρά επιχειρηματικά κίνητρα, εύκολα αποδεικνύεται: η αξία του προηγούμενου τηλεοπτικού συμβολαίου ήταν… 32 φορές χαμηλότερη.
Το 2013 προσελήφθη ο διάσημος ιταλός προπονητής Μαρσέλο Λίπι, και η Guangzhou Evergrande έφτασε στην κατάκτηση του ασιατικού Champions League (το οποίο σήκωσε και πέρυσι). Εγινε το καμάρι, η… Ρεάλ της Κίνας.
Ελειπε κάτι ακόμη. Ισως το πιο δύσκολο και το πιο σημαντικό. Να ξεπλυθεί, το κινεζικό ποδόσφαιρο, από το μέγα σκάνδαλο που το συγκλόνισε το 2009. Στο σημείο αυτό μπαίνει η Guangzhou Evergrande. Η ομάδα – αρχιέρεια της διαφθοράς του, η οποία εκείνη τη χρονιά υποβιβάστηκε. Με αποτέλεσμα να αδειάσουν τα γήπεδα της πόλης της – της τρίτης πολυπληθέστερης στην Κίνα με σχεδόν 14 εκατομμύρια κατοίκους.
Το σχέδιο ήταν απλό: το ποδόσφαιρο θα το καθαρίσει ο ίδιος σύλλογος που το βρώμισε. Την περίοδο 2009-2010, λοιπόν, εμφανίζεται η Evergrande Group -ο δεύτερος μεγαλύτερος κατασκευαστικός όμιλος της χώρας- ο οποίος αρχίζει να σκορπά εκατομμύρια. Προσέξτε: σε μία «τελειωμένη» ομάδα και σε ένα πρωτάθλημα που -τότε- ήταν από τα πλέον απαξιωμένα της Ασίας. Ο Xu Jiayin, μεγαλομέτοχος του Ομίλου και ο πέμπτος πλουσιότερος κινέζος εκείνη την εποχή (με περιουσία 7,2 δισ. δολαρίων) εξαγοράζει την Guangzhou προς 16 εκατ. δολάρια, τη βαφτίζει Guangzhou Evergrande κι έπειτα πωλεί το 50% των μετοχών της στην Alibaba, έναντι 190 εκατ. δολαρίων. Οπου Alibaba Group, ένας κολοσσός στο ηλεκτρονικό εμπόριο, ο οποίος διαθέτει τη μηχανή αναζήτησης για shopping Taobao, που διακινεί ένα δισεκατομμύριο προϊόντα και είναι από τους 20 ιστότοπους με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα, παγκοσμίως.
Το χρήμα είχε αρχίσει να ρέει άφθονο από την πρώτη στιγμή. Το 2010 ο σύλλογος επέστρεψε στη μεγάλη Λίγκα και το 2011 ανακοίνωσε την απόκτηση του Ντάριο Κόνκα, παίκτη της πρωταθλήτριας Βραζιλίας, Φλουμινένσε, έναντι 9 εκατ. ευρώ. Τότε ήταν η πιο ακριβή μετεγγραφή όλων των εποχών στην Κίνα, ενώ ο ποδοσφαιριστής εισέπραξε 12,5 εκατ. ευρώ για κάθε χρόνο συμβολαίου. Ηταν η πρώτη κινεζική ομάδα που εξασφάλισε παίκτες διεθνούς ακτινοβολίας, όπως ο Λούκας Μπάριος, ο Αλμπέρτο Τζιλαρντίνο, ο Αλεσάντρο Ντιαμάντι, ο Ελκεσον, ο Παουλίνιο, ο Ρομπίνιο… Σαρώνοντας τους τίτλους (πέντε εθνικούς και δυο ασιατικούς), υποχρέωσε τους άλλους συλλόγους να την ακολουθήσουν στον δρόμο των επενδύσεων.
Το 2013 προσελήφθη ο διάσημος ιταλός προπονητής Μαρσέλο Λίπι, και η Guangzhou Evergrande έφτασε στην κατάκτηση του ασιατικού Champions League (το οποίο σήκωσε και πέρυσι). Εγινε το καμάρι, η… Ρεάλ της Κίνας. Ενα κλαμπ μόλις έξι ετών, με σκοτεινό παρελθόν προτού αναγεννηθεί. Τον Λίπι διαδέχθηκε ο Φάμπιο Καναβάρο, όμως έμεινε μόλις λίγους μήνες. Και τον Ιούνιο του 2015 κάθισε στον πάγκο ο βραζιλιάνος Λουίς Φελίπε Σκολάρι -ένα από τα πιο hot ονόματα της προπονητικής- με αποστολή να χτίσει μια ομάδα που θα σαρώνει, κάθε χρόνο, το ασιατικό Champions League. Οσο κι αν κοστίσει. Σήμερα, εκτός από τους εξέχοντες ξένους της, η Guangzhou Evergrande διαθέτει στο ρόστερ της το 90% των παικτών που αγωνίζονται στην εθνική ομάδα της Κίνας.
Διαθέτει, επίσης, τη μεγαλύτερη ακαδημία ποδοσφαίρου στην Ασία – ίσως και στον κόσμο, αν το κριτήριο είναι το μέγεθος. Κόστισε 170 εκατομμύρια δολάρια και μπορεί να φιλοξενήσει 2.400 ταλέντα, σε 50 γήπεδα. Την εξέλιξή τους έχουν αναλάβει 50 ισπανοί προπονητές, τους οποίους επέλεξε και έστειλε στην Κίνα η Ρεάλ Μαδρίτης, που έχει υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας με την Guangzhou Evergrande.
Πλέον, οι «Τίγρεις» -αυτό είναι το παρατσούκλι της ομάδας- έχουν καταφέρει να γεμίσουν πάλι το γήπεδό τους (χωρητικότητας 58.000 θεατών), με πληρότητα 80% κατά μέσο όρο, ενώ μπήκαν στο χρηματιστήριο του Πεκίνου.
Αλλά το στοίχημα του Σι Τζινπίνγκ, να γίνει η Κίνα ποδοσφαιρική υπερδύναμη, παίζεται και πέραν των συνόρων της χώρας του. Το 2015, ο Βανγκ Γιανλίν -ο πλουσιότερος κινέζος στον κόσμο- ίδρυσε την Wanda Sports. Η εταιρία αυτή έχει ήδη αποκτήσει το 20% των μετοχών της Ατλέτικο Μαδρίτης, το 13% του ομίλου City Football Group -που μετέχει στη Μάντσεστερ Σίτι- το 100% της γαλλικής Σοσό, και τα πλειοψηφικά πακέτα μετοχών της Εσπανιόλ, της Σλάβια Πράγας και της ολλανδικής Ντεν Χάαγκ. Επίσης, εξαγόρασε την Infront Sports & Media – ελβετική εταιρεία αθλητικού μάρκετινγκ που, μεταξύ άλλων, κατέχει τα δικαιώματα όλων των διοργανώσεων της FIFA έως το 2022.
Η Κίνα έχει βάλει στόχο να γίνει ποδοσφαιρική υπερδύναμη μέσα σε μερικά χρόνια. Κάτι που επιχειρεί -εδώ και δεκαετίες- η πατρίδα του καπιταλισμού (οι ΗΠΑ), χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.