Ενας αρχαιολόγος μέσα από τη λάσπη του βυθού, μερικά χιλιόμετρα δυτικά της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου, φέρνει στο φως ένα αρχαίο αιγυπτιακό εύρημα που αισθάνθηκε ότι του έστελνε ένα μήνυμα από άλλους αιώνες: «Ζήσε για πάντα». Είναι μια σκηνή που μοιάζει να βγήκε από ταινία της σειράς Ιντιάνα Τζόουνς, απλά χωρίς τις εντυπωσιακές περιπέτειες του ήρωα αρχαιολόγου.
Αυτή είναι εδώ για σχεδόν 30 χρόνια η πραγματικότητα για τον Γάλλο Φρανκ Γκοντιό, πρωτοπόρο σήμερα της υποβρύχιας αρχαιολογίας. Είναι ένας άνθρωπος που έχει εντοπίσει πλήθος σπάνια και αρχαιολογικά πολύτιμα ευρήματα μέσα σε αντίξοες συνθήκες για τον ίδιο και την ομάδα του, μέσα στο βυθό και κάτω από τη λάσπη και τα φυτά που τα καλύπτουν.
Αν αυτό το εύρημα -που ήταν το πρώτο αλλά όχι το μόνο της επιστημονικής ζωής του Γκοντιό- τού έστελνε ένα μήνυμα, η ζωή του ως τότε ήταν η πιο δυνατή απόδειξη του «ζήσε όπως νομίζεις». Ηταν οικονομικός σύμβουλος στον ΟΗΕ και στο γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών, γράφει το Wired, που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 εγκατέλειψε την θέση του για να αφοσιωθεί στο πάθος του για την υποβρύχια αρχαιολογία σε ένα πραγματικά επιστημονικό πλαίσιο, ιδρύοντας μάλιστα και ινστιτούτο.
Η μεγάλη στιγμή που άλλαξε τον Γκοντιό ήταν κατά τη διάρκεια μίας από τις πολλές έρευνες στον βυθό έξω από την Αλεξάνδρεια. Σκάβοντας μέσα στη λάσπη ανακάλυψε το μεγάλο γρανιτένιο κομμάτι με το αισιόδοξο μήνυμα από το παρελθόν.
Εχει στο ενεργητικό του σημαντικές ανακαλύψεις από διαφορετικές εποχές, όπως το αιγυπτιακά χρόνια, τα πρωτοχριστιανικά χρόνια (έχει βρει για παράδειγμα ένα κύπελλο που ίσως έχει την αρχαιότερη αναφορά στο όνομα του Χριστού), γαλέρες, βρετανικά σκάφη, αλλά και τη ναυαρχίδα του γαλλικού στόλου κατά την εκστρατεία στην Αίγυπτο.
Με την βοήθεια του Ηρόδοτου και άλλων αρχαίων συγγραφέων ανακάλυψε τα -βυθισμένα σήμερα- ερείπια δύο πόλεων στην Αίγυπτο. Ηταν η Κάνωπος το εξελληνισμένο όνομα μιας παλαιάς αιγυπτιακής πόλης στο δέλτα του Νείλου, και το Ηράκλειον ή Θώνις, η οποία ήταν σε μικρή απόσταση από την Κάνωπο και καταβυθίστηκε δύο με τρεις αιώνες μετά Χριστόν όταν, μάλλον εξαιτίας σεισμών, υγροποιήθηκαν τα σαθρά εδάφη της περιοχής και οι πόλεις άρχισαν να βουλιάζουν.
Ειδικά τα ευρήματα στο Ηράκλειον δείχνουν το πόσο έντονη ήταν η εμπορική ζωή στην πόλη: πάνω από 60 ναυάγια διαφόρων εποχών, εκατοντάδες άγκυρες, βαρίδια από την Αθήνα που για πρώτη φορά βρέθηκαν στην Αίγυπτο, πολλές πήλινες πινακίδες.
Εκεί που τελειώνει η έρευνα στις αρχαίες πηγές, αρχίζει η επιστήμη για τον Γκοντιό, που χρησιμοποιεί εξελιγμένες μεθόδους (σόναρ και ραντάρ εδάφους) για να ανακαλύψει ερείπια θαμμένα στο χώμα ή μέσα στη λάσπη του βυθού. Μαζί του έχει επιστήμονες από κάθε ειδικότητα που μπορεί να φωτίζει το εύρημα και το χώρο όπου βρίσκεται, από γεωλόγους έως προγραμματιστές.
Μια έρευνα καθόλου εύκολη στην περίπτωση των δύο πόλεων, γιατί η περιοχή που έχει χαρτογραφηθεί από το 1992 ως σήμερα είναι σχεδόν όσο μια μεγάλη πόλη – με άλλα λόγια πολλές δεκάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα μέσα στο όχι τόσο εύκολο περιβάλλον του βυθού.
Μετά ακολουθεί η ακόμα πιο κοπιαστική ανασκαφή, τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάζονται στην έκθεση «Βυθισμένες Πόλεις» που φιλοξενείται στο Βρετανικό μουσείο από την Πέμπτη 19 Μαΐου, ως τις 27 Νοεμβρίου.