Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου η Αυστρία έζησε, όπως και πολλές χώρες της Ευρώπης, την άνοδο του φασισμού και των ακραίων εθνικιστών. Εχοντας βγει ηττημένη και ακρωτηριασμένη από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αναπολώντας τα μεγαλεία μιας αυτοκρατορίας που δεν υπήρχε πια, γνώρισε εντάσεις και βίαιες συγκρούσεις: φασίστες κατά κομουνιστών, ναζιστές κατά των εθνικιστών του δικτάτορα Ντόλφους (τον οποίο τελικά δολοφόνησαν) και στο τέλος, το 1938 το Ανσλους, τη βίαιη ένωση με τη Γερμανία του Χίτλερ. Η Αυστρία ήταν ο λόγος για να διαταραχθούν – πρόσκαιρα – οι σχέσεις του Μουσολίνι με τον Χίτλερ.
Αλλά μετά και το βαθύ τραύμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η αυστριακή δημοκρατία κατάφερε να ξεπεράσει το παρελθόν της και δημιουργήσει ένα κράτος ελεύθερο και ανοιχτό με αξιοζήλευτη κοινωνική μέριμνα. Και τελικά να φτάσει σε μοναδικά επίπεδα ευημερίας, να γίνει ίσως το πιο ευρωπαϊκό από τα κράτη της Ευρώπης.
Σήμερα όμως η χώρα του Μότσαρτ και του Φρόιντ κινδυνεύει από την ίδια ασθένεια που σέρνεται σαν επιδημία σε πολλές χώρες της Δύσης. Οι νικητές των εκλογών της Κυριακής δεν είναι νέοι και αναμάρτητοι πρωταγωνιστές. Είναι φαντάσματα του πιο σκοτεινού παρελθόντος, μία ακόμα γροθιά στο πρόσωπο της δημοκρατικής Ευρώπης, ίσως ο καθρέφτης της δυσφορίας που υποβόσκει στις χορτάτες δυτικές κοινωνίες.
Το ερώτημα γιατί φτάσαμε εδώ, δεν έχει εύκολη απάντηση. Τι είναι αυτό που ώθησε μία από τις πιο πλούσιες και ευτυχισμένες χώρες της Ευρώπης (στη δεύτερη θέση του World Happiness Report) να στραφεί στα άκρα, παρασυρμένη από τους φόβους της – φανταστικούς και πραγματικούς; Η Βιέννη μετά την ψήφο της Κυριακής απομακρύνεται από τις Βρυξέλλες και προσεγγίζει τον άξονα των ευρωεγωιστών -τη Βαρσοβία και τη Βουδαπέστη- που αυτό που τους ενώνει είναι ο φόβος και η πνευματική και πολιτική αρτηριοσκλήρυνση μπροστά σε έναν κόσμο που αλλάζει.
Η συντηρητική Δεξιά νίκησε τις εκλογές «κλέβοντας» το λάβαρο της ξενοφοβίας από την Ακροδεξιά – η οποία κατάφερε με τη σειρά της να πείσει το ένα τέταρτο των Αυστριακών. Οι Σοσιαλδημοκράτες μπορεί να μην υπέστησαν την πανωλεθρία των συντρόφων τους στη Γαλλία και στη Γερμανία, αλλά η ήττα τους επιβεβαίωσε την κρίση του χώρου σε όλη την Ευρώπη. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η κεντροαριστερά – επί χρόνια στην εξουσία, εξασφάλισε στη χώρα, σταθερότητα, αξιοζήλευτο επίπεδο ζωής, ελάχιστη ανεργία και οικονομική ανάπτυξη.
Οι πολίτες πήγαν στις κάλπες έχοντας στον νου το φάντασμα του μεταναστευτικού, ψήφισαν με βάση την επιθυμία τους να κλείσουν τα σύνορα, να ζήσουν ήσυχοι στο «χρυσό κλουβί» τους. Πάνω – κάτω οι ίδιες εμμονές που οδήγησαν τους Βρετανούς στο Brexit, που ενώνουν τις χώρες της ομάδας του Visegrad (Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχία και Σλοβακία). Το 10% του πληθυσμού είναι μετανάστες, αλλά αυτό όχι μόνον δεν εμπόδισε αλλά βοήθησε την Αυστρία να πετύχει τα προηγούμενα χρόνια ένα μικρό οικονομικό θαύμα. Η πολιτική όμως εδώ και καιρό να έχει πάψει να μιλάει τη γλώσσα της λογικής.
Ο Κουρτς που ανέλαβε την ηγεσία του κόμματος μόλις τον περασμένο Μάιο έστρεψε το κόμμα δεξιά και κατάφερε να γίνει ο εκφραστής της φοβίας. Διέρρηξε τις σχέσεις με τους σοσιαλδημοκράτες και έσπρωξε ένα κόμμα που εξέφραζε τη μετριοπαθή Δεξιά και το Κέντρο σε μία προεκλογική εκστρατεία στον αστερισμό της μισαλλοδοξίας. Κατάφερε έτσι να ανακόψει την πορεία της Ακροδεξιάς προς την πρώτη θέση, αλλά τώρα κινδυνεύει ο ίδιος να βρεθεί αιχμάλωτος των υποσχέσεών του.
Και όχι μόνο. Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, στο οποίο ανήκει το Övp, ήδη έριξε τις πρώτες βολές ζητώντας του να παραμείνει στη φιλοευρωπαϊκές γραμμές και όλοι ξέρουν ότι οι επίσημες θέσεις του ΕΛΚ εκφράζουν τη βούληση της Μέρκελ. Το Βερολίνο θέλει να κρατήσει τη Βιέννη στον «σκληρό πυρήνα» της ΕΕ και δεν θα έβλεπε με καθόλου καλό μάτι τη μετακίνησή της προς τις θέσεις της Πολωνίας και της Ουγγαρίας. Αν ο Σεμπάστιαν Κουρτς αποφασίσει να σπάσει τη φιλοευρωπαϊκή πολιτική που επί χρόνια η Αυστρία ακολουθεί, αυτό ίσως έχει σοβαρές συνέπειες όχι μόνο πολιτικές αλλά και οικονομικές. Μπορεί οι Βρυξέλλες αυτή τη φορά να μην αντιδράσουν τόσο έντονα όσο το 2000 όταν ο ακροδεξιός Χάιντερ μπήκε στην κυβέρνηση, αλλά η απομόνωση της Βιέννης σε πολλά επίπεδα θα ήταν επώδυνη και ο λογαριασμός «αλμυρός».
Ο Κουρτς στα 31 του θα γίνει ο νεότερος αρχηγός κυβέρνησης της Ευρώπης. Αν αυτή δεν είναι μια ιστορία επιτυχίας τότε πια είναι; Ο Σεμπάστιαν Κουρτς τίναξε την μπάνκα στον αέρα, αλλά ο ίδιος δεν φέρνει αέρα ανανέωσης.
Γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου 1986. Ο πατέρας του ήταν μηχανικός και η μητέρα δασκάλα. Σπούδασε νομικά αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του μαγεμένος από τη γοητεία της πολιτικής. Κάποιοι στη Βιέννη τον θυμούνται ακόμα, όταν το 2009 στην προεκλογική του εκστρατεία για δημοτικός σύμβουλος της πόλης γυρνούσε συνοδευόμενος από όμορφες νεαρές και μοίραζε μαύρα προφυλακτικά για να δείξει πόσο συναρπαστική είναι η ψήφος σε ένα βαρετό κόμμα όπως το Övp (το Λαϊκό Κόμμα της Αυστρίας).
Στα 27 του ήταν ήδη υπουργός Εξωτερικών. Στα ταξίδια του στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, φρόντιζε να έχει συναντήσεις μόνο υψηλού επιπέδου, έκανε ομιλίες για την απειλή του ριζοσπαστικού Ισλάμ και συζητούσε με τον Χένρι Κίνσινγκερ. Είναι πάντα κομψός, με τρόπους «καθώς πρέπει», πρόσωπο παιδικό και λαμπερό: ένας σταρ της διεθνούς διπλωματίας.
Το 2016 ήταν εκ των πρωταγωνιστών του κλεισίματος των νότιων συνόρων προς τα Βαλκάνια, κάνοντας για πολλούς τη «βρώμικη δουλειά» του Βερολίνου και της Μέρκελ, την οποία ο ίδιος προηγουμένως δεν είχε διστάσει να επικρίνει για την πολιτική αποδοχής προσφύγων. «Λάβατε ευχαριστίες από την καγκελάριο;» τον ρώτησε τότε ειρωνικά ο Σόιμπλε. Δεν είχε λάβει, αλλά η ερώτηση και μόνον ήταν για τον Κουρτς ένα «μετάλλιο».
Είναι πειθαρχημένος, αποφασιστικός και έχει δίψα για την εξουσία. Οταν τον Μάιο έγινε αρχηγός άλλαξε όνομα και χρώμα στο κόμμα: από μαύρο σε γαλαζοπράσινο. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας το να ακούς τον Κουρτς και τον υποψήφιο της Ακροδεξιάς Χάινς Κρίστιαν Στράχε δεν είχε και μεγάλη διαφορά: όχι στους μετανάστες, πόλεμος στο ριζοσπαστικό Ισλάμ, κλείσιμο των συνόρων της ΕΕ, εύκολες και γρήγορες απελάσεις όσων μεταναστών δεν ακολουθούν τους κανόνες. Για τα υπόλοιπα μόνο γενικόλογες αναφορές, υποσχέσεις για «αλλαγή» και κριτική στον Μεγάλο Συνασπισμό σοσιαλδημοκρατών – συντηρητικών τον οποίο ο ίδιος υπηρέτησε. Μέσα σε τρεις μήνες σαγήνευσε τους Αυστριακούς. Τώρα θα πρέπει να δείξει ότι ξέρει και να κυβερνάει. Και η Ευρώπη να βρει το φάρμακο που θα θεραπεύσει τη δυσφορία των πολιτών της…
Δείτε κι άλλες φωτογραφίες, με τον φακό του Reuters