«Η φιλελεύθερη δημοκρατία βρίσκεται σε ισχυρό στρες εδώ και μία δεκαετία και η πανδημία, όπως όλες οι κρίσεις, έχει απρόβλεπτες συνέπειες, περιορίζει περαιτέρω τους χώρους ελευθερίας. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11 Σεπτεμβρίου του 2001 εξώθησαν τις ΗΠΑ σε δύο πολέμους που κανένας δεν ήθελε ενώ η χρηματοπιστωτική κατάρρευση του 2008 έθρεψε τον λαϊκισμό και τα αντισυστημικά κινήματα. Αυτή τη φορά οι κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν τον κορονοïό για να διευρύνουν την εκτελεστική τους εξουσία, περιορίζοντας ουσιαστικά την ελευθερία των πολιτών. Η απώλεια δεν θα είναι προσωρινή, πολλοί ηγέτες δεν θέλουν να εγκαταλείψουν αυτές τις νέες εξουσίες».
Αυτά είπε καταρχάς ο Φράνσις συνομιλώντας με τον Μάσιμο Γκάτζι της Corriere della Sera. Ωστόσο φαίνεται να πιστεύει πως το «ουδέν κακόν αμιγές καλού» ισχύει και στην περίπτωση της πανδημίας.
«Η υποτίμηση του ιού και η χείριστη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης ανέδειξε την ανεπάρκεια μερικών λαϊκιστών και εθνικιστών ηγετών που έμοιαζαν ανίκητοι: αυτό ισχύει για τις ΗΠΑ, τη Βραζιλία, την Ινδία και το Μεξικό. Δίχως την covid ο Τραμπ θα είχε κερδίσει τις εκλογές. Αντιθέτως τώρα ο Μπάιντεν ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο με σημεία αναφοράς την επιστροφή του κράτους πρόνοιας και τις δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές και περιβάλλον. Η άλλη μεγάλη απόρροια της πανδημίας είναι η ανάδειξη του ρόλου που διαδραματίζει το κράτος ως επενδυτής και ως ρυθμιστής», υποστήριξε, μιλώντας για την παγκόσμια κρίση του κορονοïού.
Ο κορυφαίος αμερικανός πολιτικός επιστήμονας, συγγραφέας του πολυσυζητημένου «The End of History and the Last Man» δεν είναι πλέον τόσο απόλυτος στις απόψεις και στις κρίσεις του καθώς κάθε άλλο παρά επήλθε το τέλος της ιστορίας μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ.
Ο Μπάιντεν και το «λάθος»
Οσον αφορά τις πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ ο 68χρονος στοχαστής είναι πεπεισμένος πως η επιτυχία του Τζο Μπάιντεν δεν θα είναι παροδική ενώ σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί στην Ευρώπη, «πέρυσι τον Ιούνιο ήμουν σίγουρος πως άρχιζε ένας νέος κύκλος υπό την επιρροή της Ανγκελα Μέρκελ αλλά διαψεύστηκα, οπότε καλύτερα να μην κάνω άλλες προβλέψεις», ανέφερε ο Φουκουγιάμα.
Εστιάζοντας, οπότε, στις ΗΠΑ, εξήγησε πως «όσον αφορά την οικονομία το εκκρεμές άλλαξε σίγουρα κατεύθυνση. Μετά τον πόλεμο είδαμε τον ρόλο του κράτους να ενισχύεται. Στη συνέχεια, με τον Ρίγκαν από το 1980, το εκκρεμές στράφηκε στην αντίθετη κατεύθυνση, προς τον φιλελεύθερο καπιταλισμό. Τώρα επιστρέφουμε στον κρατικό παρεμβατισμό και στην κοινωνική πρόνοια. Είναι σημαντικός ο ρόλος που ασκεί η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών, πιέζοντας τον Μπάιντεν αλλά το εκκρεμές έχει αλλάξει κατεύθυνση και για τους Ρεπουμπλικάνους. Ο Τραμπ με τον λαϊκισμό του είχε ήδη επιβάλει τη στροφή. Ο νέος πρόεδρος έχει έναν αυτοκινητόδρομο μπροστά του, αν και το Κογκρέσο δεν θα εγκρίνει στο σύνολό του το σχέδιό του στο οποίο προβλέπονται συνολικές δαπάνες ύψους 6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων».
Σύμφωνα, όμως, με τον καθηγητή του Στάνφορντ ο αμερικανός πρόεδρος διαπράττει ένα μεγάλο λάθος. «Οι δημόσιες δαπάνες είναι δημοφιλείς και αποδεκτές και στη Δεξιά, αλλά ο Μπάιντεν θα πρέπει να προβεί σε μία εξισορρόπηση, καθησυχάζοντας τους συντηρητικούς σε άλλα πεδία: μην δίνοντας χώρο στην αποκαλούμενη “woke culture” (κουλτούρα της επαγρύπνησης) της ριζοσπαστικής Aριστεράς και μην υποκύπτοντας στις πιέσεις για περικοπή των πόρων που προορίζονται για τις αστυνομίες ή για την ακύρωση επίμαχων κεφαλαίων της Iστορίας. Οι φίλοι μου που ψηφίζουν τους Ρεπουμπλικάνους δεν αγαπούν τον Τραμπ αλλά τρέμουν αυτές τις ιδεολογικές μετατοπίσεις της Aριστεράς», εξήγησε ο Φουκουγιάμα.
Το Παλαιστινιακό σε μόνιμο αδιέξοδο
Ερωτηθείς για τον νέο κύκλο βίας στη Γάζα και την ατέρμονη ισραηλινο-παλαιστινιακή διένεξη, εμφανίστηκε κάθε άλλο παρά αισιόδοξος για το μέλλον. «Την μελετώ εδώ και 40 χρόνια, από τότε που εργαζόμουν στο υπουργείο Εξωτερικών κατά την προεδρία του Ρόναλντ Ρίγκαν. Είδα τις σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών να επιδεινώνονται ολοένα περισσότερο. Πολλαπλασιάζοντας τους οικισμούς στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, το Ισραήλ κατέστησε πρακτικά αδύνατη μία λύση με βάση τα δύο κράτη. Με την εντατικοποίηση των τελευταίων τεσσάρων ετών που σημειώθηκε με την ευλογία του Τραμπ, το Ισραήλ απώλεσε τη δυνατότητα μιας πολιτικής συμφωνίας με στόχο την αντιμετώπιση της κρίσης. Εχει απομείνει μόνον η χρήση βίας. Δεν βλέπω διεξόδους», σημείωσε.
Πόλεμος με… τηλεκοντρόλ
Κατά τη συνομιλία του με τον ιταλό δημοσιογράφο ο Φουκουγιάμα αναφέρθηκε στην Τουρκία του αυταρχικού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν η οποία κατέστη περιφερειακή δύναμη χάρη κυρίως στην τεχνολογία των drones. «Το χόμπι μου είναι τα drones και από τότε που άρχισα να τα χρησιμοποιώ πριν από μία δεκαετία, αντιλήφθηκα πως αυτήν την τεχνολογία, την οποία τότε κατείχαν μόνον οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, αργά ή γρήγορα θα τη χρησιμοποιούσαν και άλλες χώρες, αλλάζοντας τον συσχετισμό δυνάμεων και την ίδια τη φύση των χερσαίων πολεμικών επιχειρήσεων.
Η Τουρκία πήρε την τεχνολογία των drones από τους Ισραηλινούς και στη συνέχεια ανέπτυξε τη δική της βιομηχανία και, χρησιμοποιώντας μέσα που δεν κοστίζουν πολύ και δίχως να θέτει σε κίνδυνο τις ζωές των πιλότων, ενεπλάκη σε διάφορες συρράξεις.
Στο Ιντλίμπ, στη Συρία, μπλόκαρε την επέλαση των δυνάμεων του Ασαντ τον οποίο στηρίζει η Ρωσία. Στη Λιβύη βομβάρδισε την αεροπορική βάση του στρατάρχη Χαφτάρ, συμμάχου των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Στη Σομαλία κάλυψε το κενό που δημιουργήθηκε εξαιτίας του μειωμένου ενδιαφέροντος των ΗΠΑ. Και τον Σεπτέμβριο ο Ερντογάν ενεπλάκη στη σύρραξη για το Ναγκόρνο Καραμπάχ στο πλευρό του Αζερμπαϊτζάν, εναντίον της Αρμενίας. Τα τουρκικά drones κατέστρεψαν 200 άρματα μάχης, 90 τεθωρακισμένα οχήματα και 182 πυροβόλα», υπενθύμισε ο Φουκουγιάμα, προσθέτοντας πως πλέον η Τουρκία πουλάει τα made in Turkey μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην Ουκρανία η οποία θα τα χρησιμοποιήσει για να απωθήσει τα ρωσικά τανκς σε περίπτωση ανάγκης.
«Αυτή η τεχνολογία υποχρεώνει τα ισχυρά κράτη να επανεξετάσουν τις χερσαίες πολεμικές επιχειρήσεις, την κατοχή εδαφών, τη χρήση στρατευμάτων και αρμάτων μάχης. Θα δούμε κάτι παρόμοιο με αυτό που συνέβη στις θάλασσες όταν η έλευση των αεροπλανοφόρων κατέστησε παρωχημένα και ευπρόσβλητα τα θωρηκτά που αποτελούσαν, έως τότε, τον πυρήνα κάθε στόλου», προβλέπει ο Φουκουγιάμα.