Καθισμένος στα πάντοκ, σκυφτός, λες και προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τον (σαν από θαύμα) θρίαμβό του στο Αμπου Ντάμπι, ο Μαξ Φερστάπεν δέχτηκε την πρώτη του… επίσκεψη ως παγκόσμιος πρωταθλητής της Formula 1. Καθώς του μιλούσε, ο πατέρας του, Γιός, άπλωσε το δεξί του χέρι και τον ταρακούνησε ελαφρά στον αριστερό ώμο. Επειτα τον χάιδεψε στοργικά στο μάγουλο και το σβέρκο. Ο 24χρονος πιλότος σκούπισε τα μάτια του και χαμογέλασε.
Πατέρας και γιος μοιράζονταν, ίσως, την πιο ευτυχισμένη τους στιγμή. Είκοσι ολόκληρα χρόνια την περίμεναν. Ο Γιος Φερστάπεν, οδηγός της Φόρμουλα-1 κι εκείνος (από το 1994 έως το 2003), έτρεχε ακόμη στις πίστες όταν αποφάσισε να γράψει τον μικρό Μαξ – Εμίλιαν στο «κάρτινγκ», στο οποίο και η μητέρα του, Σόφι Κάμπεν, είχε πρωταγωνιστήσει σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο Γιος, πενηντάρης σήμερα, ήταν γνωστός με το προσωνύμιο «Jos The Boss» («Γιός το Αφεντικό»). Υπήρξε αρκετά δημοφιλής, επειδή οδηγούσε ριψοκίνδυνα και «επιθετικά», όπως τώρα ο Μαξ, αλλά στα 107 γκραν-πρι στα οποία συμμετείχε, μόνο σε δύο ανέβηκε στο πόντιουμ των νικητών.
Ο Μαξ έγινε πιλότος, θέλοντας και μη. Στο πρόσωπό του ο Γιός έβλεπε τη δόξα που ο ίδιος απέτυχε να κατακτήσει. Ο μικρός μπήκε στα βάσανα του πρωταθλητισμού από τα τέσσερά του χρόνια, «καταδικασμένος» να γράψει το οικογενειακό όνομα στη «Χρυσή Βίβλο» της Φόρμουλα-1. Το απωθημένο του πατέρα του έγινε ο… κινητήρας μιας καριέρας που υποχρεώθηκε να ακολουθήσει. Τον καθόρισε και ως χαρακτήρα. Για να υπηρετήσει τον «ιερό σκοπό», θυσίασε την ανεμελιά των παιδικών του χρόνων. Από το σχόλασμα της Παρασκευής μέχρι τη Δευτέρα που ξαναπήγαινε σχολείο, περνούσε ατελείωτες ώρες στην πίστα, εκτελώντας τις εντολές του Γιός. Που ήταν μέντορας, προπονητής και ατζέντης του.
Τα πρώτα χρόνια υπέφερε. Ο Γιός ήταν αυστηρός και οξύθυμος. Με τον καιρό, όμως, καθώς οι διακρίσεις διαδέχονταν η μία την άλλη, η πατρική φιλοδοξία έγινε και δικό του όνειρο. Πρώτα στο Βέλγιο (όπου γεννήθηκε, τον Σεπτέμβριο του 1997) και στη συνέχεια στην Ολλανδία, το σπάνιο ταλέντο του πιτσιρικά εντυπωσίασε τους ειδικούς. Δεν είχε κλείσει τα 17, όταν η Red Bull και η Mercedes έδωσαν μάχη για να τον εντάξουν στο δυναμικό τους. Ο Γιός επέλεξε την αυστριακή εταιρεία, μάλλον επειδή διατηρούσε δύο ομάδες στη Φόρμουλα-1. Την επόμενη χρονιά (2015) ο Μαξ πραγματοποίησε το ντεμπούτο του με την Toro Rosso, κι έγινε ο νεαρότερος πιλότος (17 ετών και 166 ημερών) που βρέθηκε πίσω από τη γραμμή της εκκίνησης. Επειτα έγινε και ο νεαρότερος νικητής στα χρονικά των γκραν-πρι, 228 μέρες αφότου ενηλικιώθηκε.
Το 2019 αποτελούσε, ήδη, τη μεγαλύτερη απειλή για το ακατανίκητο «δίδυμο» που είχαν συνθέσει, η Mercedes με τον Λιούις Χάμιλτον. Είχε, πια, ωριμάσει ως οδηγός, αλλά και έδειχνε αποφασισμένος να κατακτήσει τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή πάση θυσία. Η υπερβολικά επιθετική του οδήγηση, που του έδωσε το παρατσούκλι «Crashstappen», έκανε πολλούς φίλους της ταχύτητας να τον λατρέψουν. Αλλοι, πάλι, τον μίσησαν γι’ αυτή του την «ψύχωση» για επιτυχία, παραγνωρίζοντας ότι υπήρξε χαρακτηριστικό αρκετών σπουδαίων πιλότων, μεταξύ των οποίων και δύο «ιερά τέρατα» του μηχανοκίνητου αθλητισμού: ο Αϊρτον Σένα και ο Μίχαελ Σουμάχερ.
Αν ο Φερστάπεν, όπως λένε όσοι δεν τον συμπαθούν, συμμάχησε με τον διάβολο για να φτάσει στην κορυφή, εκείνος (ο διάβολος) τήρησε τη συμφωνία τους με έναν τρόπο που κανένας «φαν» της Φόρμουλα-1 δεν θα λησμονήσει. Για να προσπεράσει τον Λιούις Χάμιλτον, στον τελευταίο γύρο του τελευταίου αγώνα της σεζόν, έπρεπε να συμβεί κάτι σαν θαύμα. Αν δεν είχε μεσολαβήσει το ατύχημα του Νίκολας Λατίφι, που γέμισε την πίστα συντρίμμια και αναδιαμόρφωσε το τοπίο στην πίστα, σήμερα θα ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής -πάλι- ο Χάμιλτον. Σε αυτό το πιο δραματικό φινάλε στα χρονικά των γκραν-πρι (παρόμοιο «θρίλερ» μας είχαν χαρίσει ο Σένα με τον Προστ το 1989) συνέβη κάτι, σχεδόν, παραφυσικό: ο πιλότος που έκανε τον Ιρανοκαναδό να χάσει τον έλεγχο του μονοθεσίου του, ήταν ο γιος του Μίχαελ Σουμάχερ. Στην ουσία, εμπόδισε τον Χάμιλτον να φτάσει στον 8ο τίτλο της καριέρας του και να ξεπεράσει τους 7 του θρυλικού πατέρα του.
Η σεζόν που μόλις ολοκληρώθηκε, θα μνημονεύεται για δεκαετίες. Οχι μόνο για το δραματικό της φινάλε. Υπήρξε συναρπαστική, από τον πρώτο μέχρι τον 22ο αγώνα της, σε κάθε γωνιά της Γης. Χάρη στον 24χρονο Ολλανδό, που έδωσε μια φοβερή μάχη με τον πιο επιτυχημένο οδηγό όλων των εποχών. Και άξιζε τον τίτλο, καθώς πέτυχε περισσότερες νίκες (10-8), περισσότερες pole position (10-5), και πέρασε πολύ περισσότερους γύρους ως προπορευόμενος της κούρσας (652-297).
Ο θρίαμβος του Φερστάπεν ήταν το «φιλί της ζωής» που είχε ανάγκη η Φόρμουλα-1. Της έδωσε νέο ενδιαφέρον, πάνω που οι «φαν» της είχαν αρχίσει να της γυρίζουν την πλάτη, επειδή τη θεωρούσαν -και ήταν- βαρετή. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της FIA, τα τελευταία χρόνια έχει απωλέσει, περίπου, το 50% του τηλεοπτικού της κοινού. Ακόμη και ο ίδιος ο Χάμιλτον, ο οποίος από το 2014 έως το 2020 κατέκτησε όλα τα πρωταθλήματα πλην ενός (του 2016), εξασφαλίζοντας τεράστιες βαθμολογικές αποστάσεις από τους υπόλοιπους οδηγούς, είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ότι του είχε λείψει ο ανταγωνισμός: «Θα ήθελα πολύ να έχω έναν πραγματικό αγώνα».
Η Φόρμουλα-1 οφείλει τη δημοφιλία της στις ιστορικές «κόντρες» του Τζέιμς Χαντ με τον Νίκι Λάουντα, του Αϊρτον Σένα με τον Αλέν Προστ, ή του Μίχαελ Σουμάχερ με τον Μίκα Χάκινεν, και -αργότερα- τον Φερνάντο Αλόνσο. Η εφετινή, του Φερστάπεν με τον Χάμιλτον, ήρθε την πιο κατάλληλη στιγμή. Για να θυμίσει στους παλιούς και να αποκαλύψει στους νέους τις μεγάλες συγκινήσεις που μπορεί να προσφέρει αυτό το σπορ.