O Ευκλ. Τσακαλώτος στις Βρυξέλλες μετά το τελευταίο Eurogroup. Παρέμεινε στη βελγική πρωτεύουσα για να κλείσει τη συμφωνία αλλά τα νέα από την Αθήνα δεν είναι καλά | Alexandros Michailidis / SOOC
Επικαιρότητα

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έχασε (και) τον ύπνο του…

Η είδηση για την αύξηση του ορίου προσφυγής των ελληνικών τραπεζών στον ELA μαρτυρά ότι τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, όσο η διαπραγμάτευση δεν κλείνει, είναι σοβαρότερα απ' όσο θέλει να λέει η κυβέρνηση
Ζώης Τσώλης

Ο Γιάννης Στουρνάρας μπορεί να έχασε το χαμόγελο του από τις δυσμενείς εξελίξεις στην οικονομία, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος σίγουρα έχει χάσει τον ύπνο του.

Οχι μόνο γιατί δεν κλείνει η αξιολόγηση στις Βρυξέλλες αφού όπως ήρθαν τα πράγματα δεν περνά μόνο από το χέρι του, αλλά το κυριότερο γιατί οι σένσορες της πραγματικής οικονομίας που δεν είναι τίποτε άλλο από την κίνηση του χρήματος, ηχούν συναγερμό.

Η είδηση έγινε γνωστή την Πέμπτη, η σχετική ανακοίνωση όμως της Τραπέζης της Ελλάδος είχε ημερομηνία 22ας Μαρτίου: Το ανώτατο όριο παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα προς τις ελληνικές τράπεζες ανήλθε στο ποσό των 46,6 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι οι ελληνικές τράπεζες χτυπημένες από τις εκροές καταθέσεων ύψους 4 δισ. ευρώ σε λιγότερο από τρεις μήνες –Ιανουάριος, Φεβρουάριος και πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου– αναγκάστηκαν να προσφύγουν για δεύτερη φορά στον ELA προκειμένου να αντλήσουν 400 εκατ. ευρώ. Αυτή η εξέλιξη επιβεβαιώνει μια δραματική αντιστροφή της τάσης που είχε σημειωθεί κατά το 2016 όταν στο τραπεζικό σύστημα μπήκε «φρέσκο χρήμα» χάρη στην εξαίρεση των καταθέσεων μετρητών από τα capital controls.

Η σχετική ανακοίνωση της Τραπέζης της Ελλάδος ότι «το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προχώρησε στην αύξηση του ανώτατου ορίου του μηχανισμού Εκτακτης Ενίσχυσης σε Ρευστότητα προς τις ελληνικές τράπεζες» και ότι αυτή η αύξηση του ανώτατου ορίου «αντανακλά εξελίξεις στη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, λαμβανομένων υπόψη των ροών καταθέσεων», μόνο θλίψη προκαλεί σε όλους όσοι αντιλαμβάνονται ότι η οικονομία πισωγύρισε κι ότι αντί να πλησιάζει η ημέρα που θα αρθούν τα capital controls, αυτή και πάλι απομακρύνεται.

Για την Ιστορία, κατόπιν αιτήματος της Τράπεζας της Ελλάδος, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε το ανώτατο όριο του ELA κατά 400 εκατ. ευρώ, στα 46,6 δισ. ευρώ έως και την Τετάρτη 5 Απριλίου 2017.

Ομως και τον Φεβρουάριο, μετά από το πτωτικό σερί πολλών μηνών στο όριο του ELA, η συνολική εξάρτηση των εγχώριων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αυξήθηκε κατά 300 εκατ. ευρώ  στα 43,1 δισ. ευρώ.

Το πρόβλημα είναι διττό. Από τη μία σε όρους συμβολισμού φαίνεται πως το τραπεζικό σύστημα ξανακυλά σε μια λανθάνουσα κατάσταση. Από την άλλη είναι και πρακτικό: γι’ αυτά τα κεφάλαια που είχαν ανάγκη και τα έλαβαν από τον ELA, οι τράπεζες πληρώνουν πανάκριβα την Τράπεζα της Ελλάδος (το κόστος χρήματος υπολογίζεται ότι υπερβαίνει το 1,5%) σε μια εποχή που τα επιτόκια του ευρώ είναι μηδενικά!

Ως γνωστόν οι ελληνικές τράπεζες εξαρτώνται από τον έκτακτο αυτό μηχανισμό της ΕΚΤ από τον Φεβρουάριο του 2015, όταν και η Φρανκφούρτη διέκοψε την απευθείας πρόσβαση στη «φθηνή» χρηματοδότηση. Τον Ιούνιο του 2016, ωστόσο, η πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών αποκαταστάθηκε, με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του κόστους δανεισμού των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Εδώ αξίζει να σημειωθεί κάτι που έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Από την ημέρα που οι τράπεζες αναγκάστηκαν να προσφύγουν στον ELA, «κερδισμένη» είναι η Τράπεζα της Ελλάδος η οποία καρπούται το υψηλό κόστος δανεισμού των τραπεζών από αυτόν τον έκτακτο μηχανισμό παροχής ρευστότητας που έχει πολλαπλάσια επιτόκια. Τα κέρδη της από αυτή τη δραστηριότητα προσέγγισαν το ένα δισ. ευρώ το 2015 και τα 700 εκατομμύρια ευρώ το 2016, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων μεταφέρθηκε ως μέρισμα στο ελληνικό Δημόσιο (βλέπε πλεόνασμα).

Οπως ωστόσο επανειλημμένα έχει επισημανθεί τόσο από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, όσο και απ΄ όλα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου που βρίσκονται στην αντιπολίτευση, η αξιολόγηση πρέπει να κλείσει το ταχύτερο και να ακολουθήσει και η Ελλάδα μια πορεία ανάλογη της Κύπρου που κατάφερε να «απελευθερώσει» τις τράπεζες της και την οικονομία της από τον εναγκαλισμό των μνημονίων τόσο σύντομα.

Μόνο έτσι, με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών και των επενδυτών στην οικονομία και τις τράπεζες μπορεί να σταματήσει την εκροή καταθέσεων. Διαφορετικά η σημαντική μείωση καταθέσεων και η αύξηση των υπολοίπων των κόκκινων δανείων θα «χτυπήσουν» και πάλι στο τραπεζικό σύστημα και την πραγματική οικονομία.