Μπροστά σε μια πιεστική υγειονομική, οικονομική και –στο βάθος της– κοινωνική κρίση, οι περιώνυμες πρώτες 100 ημέρες ενός ηγέτη είναι υπερβολικά πολλές για να τις σπαταλήσει σε άλλα προβλήματα. Αλλά και οι 10 ημέρες φαίνονται πολλές. Ο Τζο Μπάιντεν, όταν στις 20 Ιανουαρίου 2021 αναλάβει τα ηνία των ΗΠΑ, Τραμπ θέλοντος και επιτρέποντος, δεν έχει χρόνο να χάσει με τον κορονοϊό.
Η πανδημία, αναφέρουν οι New York Times, είναι κορυφαία προτεραιότητα του νέου προέδρου, το πρώτο μεγάλο πρόβλημα που έχει να επιλύσει.
Ηδη το Σάββατο, την ημέρα κατά την οποία οριστικοποιήθηκε η πλειοψηφία των 270 εκλεκτόρων και άρα η νίκη στις εκλογές, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι τα κρούσματα ξεπερνούν στη χώρα τα 10 εκατομμύρια, τα περισσότερα από κάθε άλλη στον κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι περίπου το 3% με 4% του πληθυσμού έχει διαγνωστεί ως κρούσμα, τη στιγμή που οι θάνατοι ξεπερνούν τις 237.000.
Το όριο έχει τη σημασία του γιατί τα νέα περιστατικά έχουν αρχίσει τις τελευταίες ημέρες να αυξάνονται ξανά. Είναι πάνω από 100.000 την ημέρα, ενώ 29 πολιτείες καταγράφουν εβδομαδιαία ρεκόρ και οι νοσηλείες έχουν διπλασιαστεί από τα μέσα Σεπτεμβρίου.
Αργά αλλά σταθερά και οι θάνατοι αυξάνονται και όλα αυτά χωρίς να έχουν ληφθεί ή να τηρούνται σοβαρά μέτρα ανάσχεσης της Covid-19. Πέρα από αυτά, στις 73 ημέρες θητείας του Τραμπ που απομένουν, η κατάσταση που θα κληροδοτήσει ο απερχόμενος πρόεδρος στον διάδοχό του μπορεί να επιδεινωθεί. Μέσα στον χειμώνα, εξάλλου, η μετάδοση των ασθενειών είναι πιο εύκολη ενώ έρχονται και τα κύματα μετακινήσεων για την Ημέρα των Ευχαριστιών και τα Χριστούγεννα.
Ενώ, λοιπόν, ο Τραμπ θριαμβολογούσε ότι οι ΗΠΑ πέρασαν τον κάβο, η task force του Λευκού Οίκου για την πανδημία είχε σχεδόν αποδιοργανωθεί με ευθύνη του προέδρου. Απειλούσε μάλιστα ότι θα απέλυε τον δρα Αντονι Φάουτσι, αν και είναι αμφίβολο κατά πόσο ήταν νομικά βάσιμη η απειλή. Την ίδια ώρα, λίγο πριν από τις εκλογές, στενοί συνεργάτες του βρίσκονταν θετικοί στον κορονοϊό – μέχρι που ασθένησε και ο ίδιος. Η διακυβέρνηση Τραμπ σχεδόν έχει καταθέσει τα όπλα για τον έλεγχο της πανδημίας, λέει στους New York Times ο Ασίς Τζα, επικεφαλής της σχολής Δημόσιας Υγείας στο Πανεπιστήμιο Μπράουν. Ο ίδιος εκτιμά ότι ως τις 20 Ιανουαρίου στα θύματα θα προστεθούν άλλες 100.000 – και αυτό σε μια μάλλον συντηρητική εκτίμηση!
Χωρίς να έχει ως τότε ουσιαστική εξουσία, τι θα μπορούσε να κάνει ο Τζο Μπάιντεν; Μπορεί να δράσει παρασκηνιακά για να πιέσει κυβερνήτες να επεκταθεί η χρήση μάσκας (αυτού του είδους τα μέτρα αποφασίζονται από τις πολιτείες), αλλά και να πιέσει το Κογκρέσο για μεγαλύτερα κονδύλια για τεστ. Εσχατη λύση, αν ως τον Ιανουάριο τα πράγματα είναι εκτός ελέγχου, ένα πανεθνικό lockdown.
Ωστόσο ο Μπάιντεν δεν φαίνεται διατεθειμένος να προχωρήσει σε τέτοιο μέτρο. Δηλώνει ότι θέλει «να κατεβάσει τον διακόπτη στον ιό, όχι στη χώρα», αλλά και πάλι υποστηρίζει ότι θα κάνει «ό,τι χρειαστεί» («whatever it takes») για τον έλεγχο της πανδημίας. Η μάχη του Μπάιντεν είναι όμως και κατά της εξάντλησης των πολιτών από τα μέτρα, της ανυπομονησίας τους και κατά της δυσπραγίας –για πολλούς είναι πλέον καταστροφή– που υφίστανται λόγω του ιού. Η Covid-19 είναι παντού, σε μικρές και μεγάλες κοινότητες, στις πόλεις και τις αγροτικές περιοχές, σε οίκους ευγηρίας και σχολικές μονάδες.
Αν κάτι μπορεί να δώσει μια νότα αισιοδοξίας, είναι ότι οι θεραπείες είναι πλέον πολύ καλύτερες από το πρώτο κύμα της άνοιξης, ενώ και το εμβόλιο (ή τα εμβόλια) είναι πιο κοντά. Σε αυτό το τοπίο, ο Τζο Μπάιντεν υπόσχεται τη σύσταση εξειδικευμένων ομάδων εργασίας από την πρώτη κιόλας ημέρα της θητείας του. Και δίνει την υπόσχεση ότι «θα ακούσει τους επιστήμονες», την άποψη των οποίων είχε εξοβελίσει ο Ντόναλντ Τραμπ.