Χάρι Κέιν, ένας γεννημένος γκολτζής | REUTERS/Hannah McKay
Επικαιρότητα

Ο «ατάλαντος» που ξεπέρασε Μέσι και Ρονάλντο

Μέχρι τα 22 του, κανένας δεν του έδινε σημασία. Στα 24 είναι ο κορυφαίος γκολτζής της Ευρώπης. Ο Χάρι Κέιν δεν ξέρει «κόλπα» με την μπάλα που θα εντυπωσιάσουν, όμως κάνει το γκολ να φαίνεται τόσο απλή υπόθεση... Κι αυτό ακριβώς -το γκολ- είναι ο σκοπός του παιχνιδιού
Sportscaster

Την Boxing Day (26 Δεκεμβρίου) του 2017, ο Χάρι Κέιν και οι θαυμαστές του θα τη θυμούνται για πάντα. Σκοράροντας τρεις φορές στο 5-2 της Τότεναμ επί της Σαουθάμπτον, για το αγγλικό πρωτάθλημα, ο 24χρονος φορ έγραψε ιστορία. Συμπλήρωσε 39 γκολ στην Premier League μέσα σε μία (ημερολογιακή) χρονιά, συντρίβοντας το ρεκόρ των 36 τερμάτων που κρατούσε από το 1955 ο θρυλικός Αλαν Σίρερ. Εφτασε τα 56 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις, ξεπερνώντας ακόμη και τον Λιονέλ Μέσι (54). Κι έγινε ο πρώτος ποδοσφαιριστής από καταβολής Premier League που σημειώνει οκτώ χατ-τρικ μέσα στο ίδιο έτος, όταν κοτζάμ Μάικλ Οουεν είχε πετύχει 12 σε ολόκληρη την καριέρα του, σε συλλογικό επίπεδο.

Ο Κέιν είχε επιτύχει τον σκοπό του προτού, καν, ολοκληρωθεί το πρώτο ημίχρονο. Η χαρακτηριστική ευκολία με την οποία σκόραρε δις, στο 22′ με κοντινή κεφαλιά και στο 39′ με πλασέ σε κενή εστία, θύμισε σε όλους πόσο πολύ τον έχει βοηθήσει το παιχνίδι της Τότεναμ -το σχέδιο του Ποκετίνο, δηλαδή-, ώστε σήμερα να θεωρείται ως ένας από τους πιο καυτούς επιθετικούς στον κόσμο. Αλλά, στο δεύτερο ημίχρονο (67′) ήρθε ακόμη ένα γκολ -με υπέροχη ατομική ενέργεια και καταπληκτικό «τσίμπημα» της μπάλας μπροστά από τον αντίπαλο τερματοφύλακα-, για να υπογραμμίσει και το δικό του, προσωπικό ταλέντο.

Ο Κέιν σκοράρει το δεύτερο του γκολ και ξεπερνά τον Μέσι έχοντας ένα περισσότερο γκολ το 2017. Αργότερα σημείωσε ένα ακόμα

Σε όποια ομάδα κι αν ανήκεις, δύο χατ-τρικ μέσα σε τρία εικοσιτετράωρα (Σάββατο – Τρίτη), και μάλιστα στην Αγγλία, δεν είναι εύκολο να πετύχεις. «Eίχες ένα υπέροχο 2017, Χάρι Κέιν. Σου αξίζει να κατέχεις το ρεκόρ των περισσότερων γκολ στην Premier League σε ένα ημερολογιακό έτος. Μπράβο. Συνέχισε την καλή δουλειά», έγραψε στο Twitter ο Αλαν Σίρερ που το 1995 είχε λάμψει με τη φανέλα της Μπλάκμπερν. Πριν από λίγο καιρό, ο «μίστερ γκολ» της Premier League τον είχε χαρακτηρίσει ως τον κορυφαίο επιθετικό που ανέδειξε η Αγγλία στον 21ο αιώνα.

Βαριά κουβέντα. Ακόμη πιο βαριά είναι το να πεις ότι ο Κέιν είναι ο κορυφαίος γκολτζής της Ευρώπης. Ναι, εφέτος έβαλε τα περισσότερα γκολ (49 με την Τότεναμ και επτά με την Αγγλία σε 52 ματς), ξεπερνώντας -έστω οριακά- τον Μέσι (50 με Μπαρτσελόνα και τέσσερα με Αργεντινή), τον Ρονάλντο, τον Καβάνι, τον Λεβαντόφσκι και πολλούς άλλους διάσημους συναδέλφους του. Αλλά, σε τέτοιου είδους συγκρίσεις δεν μετράνε μόνον οι απόλυτοι αριθμοί. Το γκολ έχει να κάνει με τον βαθμό δυσκολίας του πρωταθλήματος, τη δυναμική της ομάδας (άλλο η Τότεναμ, άλλο η Μπάγερν Μονάχου), τον ρόλο του παίκτη στον αγωνιστικό χώρο (για παράδειγμα, ο Μέσι στην Μπαρτσελόνα έχει και δημιουργικά καθήκοντα), το εάν εκτελεί εκείνος τα πέναλτι που κερδίζει η ομάδα του ή κάποιος άλλος, την ποιότητα των συμπαικτών του που τον τροφοδοτούν, το εάν ο προπονητής του είναι οπαδός του 1-0 όπως ο Μουρίνιο ή του 5-4 όπως ο Γκουαρντιόλα, και με πολλές άλλες παραμέτρους.

Κάποτε, ένας «κυνηγός» από την Ελλάδα ή την Κύπρο μπορούσε να κατακτήσει το «Χρυσό Παπούτσι» της Ευρώπης (το οποίο αφορά σε μία αγωνιστική σεζόν, κι όχι σε ένα ημερολογιακό έτος). Δεν χρειαζόταν παρά να έχει πετύχει ένα γκολ παραπάνω από τον Αγγλο, τον Γερμανό, τον Ισπανό, ή τον Γάλλο συνάδελφό του. Εδώ και αρκετά χρόνια, όμως, η UEFA δεν μετρά με τον ίδιο τρόπο τα τέρματα που σημειώνονται σε όλη την Ευρώπη. Κάθε πρωτάθλημα έχει έναν συγκεκριμένο βαθμό δυσκολίας, με τον οποίο πολλαπλασιάζονται τα γκολ για να προκύψει η τελική κατάταξη των σκόρερ. Αλλά και η επιστήμη της στατιστικής των γηπέδων έχει βρει τρόπους ώστε να αξιολογεί τους φορ πολύ πιο ρεαλιστικά, κι όχι με μόνο κριτήριο το πόσο συχνά σκοράρουν.

Μετά τον αγώνα με τον Σαουθάμπτον έφυγε με την μπάλα στα χέρια. Μετά το νέο χατ-τρικ δικαιούται να την πάρει σπίτι του

Ενα από τα κυριότερα εργαλεία της είναι τα λεγόμενα «expected goals» (ή «xGoals»). Λογαριάζουν τις πιθανότητες κάθε τελικής προσπάθειας να καταλήξει σε γκολ, αναλόγως με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιείται. Για παράδειγμα, βάσει της ακριβούς θέσης στην οποία ο επιθετικός πήρε πάσα για να σκοράρει και της απόστασής του από το αντίπαλο τέρμα. Ετσι προκύπτει ο αριθμός των γκολ που ένας παίκτης «έπρεπε» να σημειώσει, και συγκρίνεται με τον αριθμό των γκολ που, πράγματι, πέτυχε. Αυτή η σύγκριση αποτελεί τον δείκτη της αποτελεσματικότητάς του.

Σύμφωνα με τα «xGoals», λοιπόν, ο Κέιν πετυχαίνει περίπου 25% περισσότερα γκολ από τα προσδοκώμενα. Ο Ιγκουαΐν, ο Λακαζέτ και ο Μοράτα ακολουθούν σε ποσοστό ευστοχίας, ενώ -για παράδειγμα- ο Λεβαντόφσκι έχει βάλει ακριβώς τα αναμενόμενα, και ο Καβάνι ή ο Ομπαμεγιάνγκ πολύ λιγότερα απ’ όσα οι ευκαιρίες του απαιτούσαν. Με γυμνό μάτι, δηλαδή χωρίς τη βοήθεια της στατιστικής, κάποιος θα πίστευε ότι ο Λεβαντόφσκι, ο Σουάρες και ο Καβάνι είναι πολύ πιο χαρισματικοί σκόρερ από τον Αγγλο, όμως δεν είναι έτσι. Το ίδιο ισχύει και για τον Μπενζεμά, τον Αγουέρο ή τον Λουκάκου, που έχουν πετύχει λίγο περισσότερα τέρματα από εκείνα που τους έχουν σερβίρει οι συμπαίκτες τους.

Αυτός ο δείκτης λύνει και μία, ακόμη, παρεξήγηση. Οι «κυνηγοί» που χρειάζονται λιγότερες τελικές προσπάθειες για να σκοράρουν, δεν είναι, απαραιτήτως, καλύτεροι από εκείνους που βάζουν γκολ με μικρότερη συχνότητα. Επειδή η ποιότητα των ευκαιριών δεν είναι ίδια για όλους. Ο Σουάρες σκοράρει πιο συχνά από κάθε άλλον -κάθε τέσσερις τελικές- γιατί παίζει στην Μπαρτσελόνα, και τροφοδοτείται κάτω από συνθήκες σχεδόν ιδανικές. Ο Κέιν -όπως και ο Ιγκουαϊν, ο Λουκάκου ή ο Λακαζέτ-, έχει λιγότερα γκολ ανά τελική προσπάθεια γιατί εκτελεί υπό χειρότερες προϋποθέσεις. Που σημαίνει πως, εάν μετακινηθεί σε μία πιο παραγωγική ομάδα, οι απόλυτοι αριθμοί του -πιθανότατα- θα εκτοξευθούν. Αυτό θα σκέφτεται και ο Φλορεντίνο Πέρεθ, που τον θέλει στη Ρεάλ.

Το 2017 ο Κέιν κουράστηκε να πανηγυρίζει

Ο Κέιν μεγάλωσε με ένα πόστερ του Ντέιβιντ Μπέκαμ στο παιδικό του δωμάτιο. Στις δικές του ακαδημίες έμελλε να βρει λίγη προσοχή, αφού όλοι οι σύλλογοι στους οποίους είχε δοκιμαστεί ο 11χρονος, τότε, Χάρι -η Αρσεναλ, η Τότεναμ, η Γουότφορντ- είχαν συμφωνήσει ότι «το παιδί δεν κάνει για ποδόσφαιρο». Ενα χρόνο μετά ξαναχτύπησε την πόρτα της Τότεναμ. Αυτή τη φορά, έγινε δεκτός. Οι προπονητές του εντυπωσιάστηκαν από την αυξημένη αντίληψη του παιχνιδιού που είχε. Διότι, κατά τα άλλα, ούτε γρήγορος ήταν, ούτε δυνατός, ούτε αλτικός. Κανείς τους δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να φτάσει, κάποτε, μέχρι την πρώτη ομάδα. Γι’ αυτό και τον έστελναν διαρκώς δανεικό: στη Λέιτον Οριεντ, στη Μίλγουολ, στη Νόριτς, στη Λέστερ. Μέχρι τα 20 του χρόνια στόλιζε τους πάγκους. Μέχρι τα 22 του ήταν, απλώς, μία μονάδα που συμπλήρωνε το ρόστερ.

Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν τον Αύγουστο του 2014. Στη Λεμεσό, κόντρα στην ΑΕΛ, πέτυχε ένα γκολ που έβγαλε την Τότεναμ από πολύ δύσκολη θέση. Ετσι άρχισε να παίρνει τις ευκαιρίες που χρόνια περίμενε. Μέχρι τα Χριστούγεννα, όλοι ήξεραν το όνομά του. «It’s a Harry Kane’s hurricane», είχε αναφωνήσει ο άγγλος sportcaster, κάνοντας λογοπαίχνιο με το επώνυμό του που σημαίνει «τυφώνας», όταν ο Χάρι πέτυχε ένα καταπληκτικό γκολ στον Κουρτουά, την Πρωτοχρονιά του 2015. Σε ‘κείνο το ματς έβαλε και δεύτερο. Κέρδισε και πέναλτι. Πλέον, όλη η Αγγλία συζητούσε για το νέο «χρυσό αγόρι» της.

Ο ίδιος λέει ότι χρωστά τα πάντα στον Ποκετίνο, επειδή το σύστημα του προπονητή του στην Τότεναμ τον βοήθησε να αναδείξει την ικανότητά του στο σκοράρισμα. Η άλλη μισή αλήθεια είναι ότι και ο ίδιος δούλεψε πολύ, μόνος του, με ατομικές προπονήσεις. Βελτίωσε το κορμί του, έγινε πιο γρήγορος, πιο δυνατός, καλλιέργησε την πιο μεγάλη του αρετή: το σκοράρισμα με ένα άγγιγμα της μπάλας. Πλέον, του αρκεί η παραμικρή ευκαιρία για να κουνήσει τα αντίπαλα δίχτυα. Ακόμη κι όταν η ομάδα του δεν παίζει καλά, εκείνος θα βρει μια φάση για να σκοράρει.

Ο κορυφαίος γκολτζής της Ευρώπης είναι προϊόν υπομονής, επιμονής και σκληρής δουλειάς. Δεν γεννήθηκε με το ταλέντο του Μέσι -ούτε κατά διάνοια-, δεν έχει τη σωματοδομή του Ρονάλντο ή την ταχυδύναμη του Οουεν, ούτε τα πλούσια χαρίσματα που διαθέτουν οι περισσότεροι συνάδελφοί του. Δεν μοιάζει με τον Λίνεκερ, τον Σίρερ, ή τον Ρούνεϊ – για την ακρίβεια, δεν μοιάζει με κανέναν. Με ένα εντελώς δικό του στιλ κάνει το γκολ να φαίνεται τόσο απλή υπόθεση… Αλλά, ακριβώς αυτό -το γκολ- είναι ο σκοπός του παιχνιδιού.