Η θλιβερή είδηση έγινε γνωστή τη Δευτέρα από μια ανάρτηση του παλιού ατζέντη, Ρέι Σούλτε, στο Instagram: ο θρυλικός αμερικανός άλτης του ύψους, Ντικ Φόσμπερι, «έφυγε» σε ηλικία 76 ετών από υποτροπή λεμφώματος. Η ιστορία του διαφέρει πολύ από εκείνες άλλων αθλητών που κατέκτησαν μια θέση στην αιωνιότητα. Ενα σπουδαίο μετάλλιο κέρδισε, όλο κι όλο: το «χρυσό» στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968. Αλλά το έκανε με τον δικό του τρόπο, που έμελλε να φέρει επανάσταση στο αγώνισμά του. Με το «Φόσμπερι Φλοπ» (Fosbury Flop), όπως ονομάστηκε η τεχνική που ο ίδιος εφηύρε στα μέσα της δεκαετίας των ‘60s.
Πριν από το 1968 οι περισσότεροι άλτες επιχειρούσαν τις προσπάθειές τους με το πρόσωπο στραμμένο προς τον πήχη, περνώντας από πάνω του πρώτα το ένα πόδι, αυτό που ήταν πιο κοντά του, και, στη συνέχεια, το άλλο. Η κίνηση αυτή, που έμοιαζε με «ψαλίδι», ονομαζόταν τεχνική δρασκελισμού (straddle technique). Ο Φόσμπερι ήταν ο πρώτος που πήδησε με πλάτη προς τον πήχη, σχηματίζοντας με το κορμί του μια καμπύλη καθώς περνούσε από πάνω του.
Οταν έφτασε στο Μεξικό για τους Ολυμπιακούς, δεν είχε αγωνιστεί ποτέ ξανά εκτός Βορείου Αμερικής. Το όνομά του, ελάχιστοι το γνώριζαν. Ολοι, όμως, είχαν ακούσει για τον Αμερικανό που… πηδάει ανάποδα στο ύψος, και ανυπομονούσαν να τον δουν. Μόλις ήρθε η σειρά του, στο στάδιο επικράτησε νεκρική σιγή. Κι έπειτα από κάθε επιτυχημένη του προσπάθεια, πανδαιμόνιο. Οι συναθλητές του παρακολουθούσαν τα άλματά του γεμάτοι απορία. Οι προπονητές ξεφύλλιζαν το βιβλίο κανονισμών, για να διαπιστώσουν αν η τεχνική του ήταν νόμιμη. Ηταν. Και με αυτήν στις 20 Οκτωβρίου 1968 ο 21χρονος Φόσμπερι κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο με Ολυμπιακό ρεκόρ (2,24μ.). Δοκίμασε και στα 2,29μ. για να καταρρίψει το παγκόσμιο ρεκόρ, αλλά δεν τα κατάφερε.
«Οι θεατές λάτρευαν το στιλ μου, όμως οι προπονητές το μισούσαν. Μισούσαν τον τύπο που ήρθε και έφερε «τα πάνω, κάτω», χρησιμοποιώντας μια εντελώς διαφορετική μέθοδο για να κερδίσει τους δικούς τους αθλητές», συνήθιζε να λέει στις συνεντεύξεις του.
Κάποιοι δημοσιογράφοι τον χαρακτήρισαν «τεμπέλη άλτη». Αλλά στην επόμενη διοργάνωση, το 1972 στο Μόναχο, 28 από τους 40 αθλητές του ύψους πραγματοποίησαν τις προσπάθειές τους με το «Φόσμπερι Φλοπ». Με το δικό του στιλ κατακτήθηκαν 34 από τα 36 επόμενα χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια. Το 1976 η Ανατολικογερμανίδα Ρόζμαρι Ακερμαν ήταν η τελευταία αθλήτρια (ή αθλητής) που στέφθηκε Ολυμπιονίκης με την προηγούμενη τεχνική. Με άλματα α λα Φόσμπερι έχουν σημειωθεί και όλα τα παγκόσμια ρεκόρ του αγωνίσματος μετά το 1978 στις γυναίκες και το 1980 στους άνδρες.
Γιος ενός πωλητή φορτηγών και μιας γραμματέως, ο Φόσμπερι, ο οποίος από παιδί πειραματίστηκε σε διάφορα αθλήματα, άρχισε να ασχολείται με το άλμα εις ύψος στα 16 του. Δυσκολευόταν πολύ, όμως, να ανταγωνιστεί τους συναθλητές του. Μέχρι το 1964 τα άλματά του (με την τεχνική στραντλ, που ήταν διαδεδομένη τότε) δεν ξεπερνούσαν τα 2,15 μ. Με τέτοιες επιδόσεις δεν είχε ελπίδες διάκρισης σε διεθνείς αγώνες, όμως δεν τα παράτησε. Κάπου εκεί αρχίζει η υπέροχη ιστορία ενός μέτριου αθλητή που, τέσσερα χρόνια αργότερα, έφτασε να αναδειχθεί σε «χρυσό» Ολυμπιονίκη. Ό,τι δεν θα κατάφερνε με το ταλέντο του, το πέτυχε με την ευφυΐα του και την επαναστατική του σκέψη.
Στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Ορεγκον, όπου περνούσε αμέτρητες ώρες κάθε μέρα, δεν μελετούσε μόνο την επιστήμη που αποφάσισε να σπουδάσει (Φυσική – Μηχανική), αλλά και την ιστορία των σπορ. Σε ένα βιβλίο του κέντρισε το ενδιαφέρον η φωτογραφία ενός παλιού άλτη, του Φινλανδού Κάλεβι Κότκας, ο οποίος είχε αγωνιστεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1932 και του 1936 με μία ασυνήθιστη τεχνική, που χαμήλωνε το κέντρο βάρους του αθλητή. «Οπως στα γρήγορα αυτοκίνητα», σκέφτηκε. Πολύ σύντομα, Φυσική και Αθλητισμός συναντήθηκαν στο προπονητήριο, με καταπληκτικά αποτελέσματα. «Μέσα σε μία μέρα βελτίωσα την επίδοση μου κατά 15 εκατοστά», είχε δηλώσει το 2017 στο ντοκιμαντέρ του NBC για τους Ολυμπιακούς του 1968.
Οταν παρουσίασε τη νέα του τεχνική στο κοινό για πρώτη φορά, το 1964 στους κολλεγιακούς αγώνες των ΗΠΑ, η Medford Mail Tribune δημοσίευσε φωτογραφία από ένα άλμα του, με λεζάντα «Fosbury flops over the bar» (ο Φόσμπερι κινείται χαλαρά πάνω από τον πήχη). Του άρεσε. «Flop» σημαίνει και παταγώδη αποτυχία. Αλλά το προσπέρασε. Το «Φόσμπερι Φλοπ» άφησε το αποτύπωμά του στους Ολυμπιακούς του 1968, όπως το ρεκόρ του Μπομπ Μπίμον στο μήκος και ο χαιρετισμός των «Μαύρων Πανθήρων».
Ο σχεδόν δίμετρος άλτης εγκατέλειψε τους στίβους στα 25. Αφοσιώθηκε στην επιστήμη του και έγινε συνιδιοκτήτης της «Galena Engineering», μιας μεγάλης εταιρείας στο Αϊντάχο. Αλλά ποτέ δεν απομακρύνθηκε από τον αθλητισμό. Εγινε αντιπρόεδρος της Ολυμπιακής και Παραολυμπιακής Επιτροπής των ΗΠΑ, ίδρυσε το «World Fit», μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που προωθεί τα ολυμπιακά ιδεώδη, και συμμετείχε στους «Πρωταθλητές για την ειρήνη», έναν σύλλογο 54 διάσημων αθλητών, οι οποίοι με άξονα τον αθλητισμό αγωνίζονται για την παγκόσμια ειρήνη.
Τον Μάρτιο του 2008 διαγνώστηκε με λέμφωμα, το οποίο καταπολέμησε -δυστυχώς, προσωρινά- με χημειοθεραπείες και ακτινοβολίες. Το 2016 κατέβηκε την πολιτική. Διεκδίκησε μια θέση στη Βουλή των Αντιπροσώπων του Αϊντάχο, όμως δεν κατάφερε να εκλεγεί.
Οπως είχε εκμυστηρευθεί στους Times, από τον αθλητισμό δεν κέρδισε χρήματα. Δεν πρόλαβε την εποχή του πλούτου και της δόξας, όμως ένιωθε ευλογημένος. Γέμιζε την ψυχή του η αγάπη για τα σπορ.