Σε πολιτικό ζήτημα στη Γερμανία, με ευρύτερες μάλιστα διαστάσεις, καθώς αφορά τις σχέσεις Βερολίνου – Κιέβου και ως εκ τούτου τις σχέσεις ΕΕ – Κιέβου, αναδείχθηκε η άρνηση της ουκρανικής ηγεσίας να δεχτεί τον γερμανό πρόεδρο Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ, περιγράφοντάς τον μάλιστα ως «ανεπιθύμητο» εξαιτίας του ρόλου που διαδραμάτισε, όσο ήταν υπουργός Εξωτερικών (2013-2017), στην ανάπτυξη του πολυσυζητημένου αγωγού ρωσικού φυσικού αερίου Nord Stream 2 και στην ανάπτυξη προνομιακών σχέσεων του καθεστώτος Πούτιν με την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ο ίδιος ο Σταϊνμάγερ αναγνώρισε πρόσφατα το λάθος του να μείνει προσηλωμένος ως επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας σε αυτήν τη νέας κοπής «Οστπολιτίκ» –«η προσήλωσή μου στον Νord Stream 2 ήταν λάθος. Κρατηθήκαμε από γέφυρες που χτίσαμε, τις οποίες όμως η Ρωσία δεν πιστεύει πια και για το οποίο μας είχαν προειδοποιήσει οι εταίροι μας», είπε. Ομως το ταξίδι που ήθελε να κάνει στο Κίεβο την Τετάρτη, μαζί με τους προέδρους των χωρών της Βαλτικής και την Πολωνία, δεν έγινε.
Το βράδυ της Τετάρτης, γερμανοί πολιτικοί αντέδρασαν με εμφανή ενόχληση στην άρνηση του Κιέβου να υποδεχθεί τον ομοσπονδιακό πρόεδρο. «Προσβολή», «κάπως ενοχλητική» ήταν οι χαρακτηρισμοί για τη στάση αυτή της ουκρανικής κυβέρνησης –μάλιστα κάποιοι παρατήρησαν ότι επιχειρείται παρέμβαση στα γερμανικά πολιτικά πράγματα.
Από την πλευρά του ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, πρόεδρος της Ουκρανίας, υποστήριξε ότι το Βερολίνο ουδέποτε ενημέρωσε επίσημα πως σχεδιαζόταν τέτοιο ταξίδι. «Εγώ ως πρόεδρος και το γραφείο μου ουδέποτε λάβαμε επίσημη ενημέρωση ή αίτημα από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο ή τις υπηρεσίες του σχετικά με επίσκεψη στην Ουκρανία», είπε ο Ζελένσκι, σύμφωνα με το ουκρανικό πρακτορείο ειδήσεων UNIAN.
Από την πλευρά του, ο Σταϊνμάγερ, ιστορικό στέλεχος του SPD, είπε ότι ήθελε να ταξιδέψει στο Κίεβο την Τετάρτη για να εκφράσει την υποστήριξη της Γερμανίας στην Ουκρανία μετά τη ρωσική στρατιωτική εισβολή από την 24η Φεβρουαρίου. Αποκάλυψε όμως ότι ενημερώθηκε πως θεωρείται «ανεπιθύμητος» στο Κίεβο, με την ουκρανική πλευρά να ξεκαθαρίζει αργότερα ότι προτιμά να υποδεχθεί τον καγκελάριο, επίσης Σοσιαλδημοκράτη, Ολαφ Σολτς.
Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα διπλωματικό επεισόδιο. Που έχει φόντο τόσο τις αντεγκλήσεις μεταξύ Βερολίνου και Κιέβου σχετικά με τη γερμανική υποστήριξη στον ουκρανικό στρατό, όσο και αυτό που περιέγραψαν οι New York Times την Πέμπτη ως έναν διαφαινόμενο σκεπτικισμό, αν όχι διαφαινόμενη μεταστροφή, της Γερμανίας όσον αφορά στην απόφασή της να έρθει σε ρήξη με τη Μόσχα.
Η κυβέρνηση της Ουκρανίας προσάπτει στο Βερολίνο πολλά και διάφορα: συνεργασία με το καθεστώς Πούτιν τα προηγούμενα χρόνια για το φυσικό αέριο, υποχωρητικότητα έναντι της Ρωσίας όσο ο πόλεμος ήταν ακόμα μια απειλή και όχι πραγματικότητα, καθυστέρηση στην παράδοση βαρέων όπλων που ζητούν οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις, καθυστέρηση, αν όχι άρνηση, στην επιβολή εμπάργκο στα ρωσικά καύσιμα.
Την ίδια ώρα, σύμφωνα με τους New York Times, μόλις έξι εβδομάδες αφότου ο καγκελάριος Σολτς ανακοίνωσε τη στρατηγική μετατόπιση της χώρας του, με την εξαγγελία ενός εξοπλιστικού προγράμματος 100 δισ. ευρώ ώστε να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος εξ Ανατολών, υπάρχουν αμφιβολίες για το κατά πόσο αυτή η μετατόπιση είναι πραγματική. Το νεοϋορκέζικο φύλλο παρατηρεί ότι ο Σολτς «σέρνει τα πόδια» του τόσο ως προς την αποστολή όπλων στην Ουκρανία όσο και ως προς την επιβολή εμπάργκο στο ρωσικό φυσικό αέριο –με αυτό το τελευταίο να απορρίπτεται ως τώρα από το Βερολίνο, καθώς υπάρχει ο φόβος της ύφεσης και της οξύτατης κοινωνικής κρίσης.
«Εκνευριστική» η στάση του Κιέβου
Στο Βερολίνο στέκονται προς το παρόν στα προφανή, στην απρέπεια δηλαδή του Ζελένσκι απέναντι στον Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ. Για τον καγκελάριο Σολτς, η στάση του Κιέβου είναι «κάπως εκνευριστική». «Ο πρόεδρος επιθυμούσε να πάει στο Κίεβο (…) θα ήταν καλό να τον υποδεχθούν», σημείωσε.
Η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ από την πλευρά της είπε πως είχε συζητήσει το σχεδιαζόμενο ταξίδι με τον ομοσπονδιακό πρόεδρο και θεωρούσε ότι «είχε νόημα». Εξέφρασε τη «λύπη» της που δεν έγινε.
Ο Ρολφ Μίτσενιχ, υψηλόβαθμο στέλεχος του SPD, χαρακτήρισε επίσης «λυπηρό» το γεγονός ότι δεν προσκλήθηκε ο πρόεδρος Σταϊνμάγερ, κρίνοντας πως «αδικεί τους στενούς και μεγεθυνόμενους δεσμούς των δύο χωρών μας». Επιπλέον, ο Ρολφ Μίτσενιχ προειδοποίησε την ουκρανική κυβέρνηση εναντίον οποιασδήποτε «επέμβασης σε εσωτερικά πολιτικά ζητήματα στη χώρα μας».
Ο Βόλφγκανγκ Κουμπίκι, κορυφαίο στέλεχος των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), εταίρου στην κυβέρνηση Σολτς, τόνισε πως η στάση των Ουκρανών πιθανόν να ακυρώνει πλέον το ενδεχόμενο να γίνει όντως επίσκεψη του καγκελάριου στο Κίεβο. «Δεν μπορώ να φανταστώ ότι ο καγκελάριος μιας κυβέρνησης στην οποία συμμετέχει το FDP θα ταξίδευε σε μια χώρα που ανακήρυξε ανεπιθύμητο πρόσωπο τον αρχηγό του κράτους μας», δήλωσε στο Γερμανικό Πρακτορείο.
Από πλευράς αντιπολίτευσης, ο Φρίντριχ Μερτς, ο αρχηγός των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), μίλησε για «διπλωματική προσβολή», σπεύδοντας να συμπληρώσει δηκτικά στην εφημερίδα Rheinische Post πως το επεισόδιο δείχνει τις «πολύ βαθιές επιφυλάξεις» των κρατών της ανατολικής Ευρώπης για την πολιτική του SPD έναντι της Ρωσίας.
Ο σύμβουλος της ουκρανικής προεδρίας Αλεξέι Αρεστόβιτς υπεραμύνθηκε της απόφασης να μη γίνει δεκτός ο ομοσπονδιακός πρόεδρος της Γερμανίας, το αξίωμα του οποίου έχει κυρίως εθιμοτυπικό χαρακτήρα, αλλά το Κίεβο να προσκαλέσει τον καγκελάριο Σολτς. «Ο πρόεδρός μας αναμένει (στο Κίεβο) τον καγκελάριο, ώστε να μπορέσουν να ληφθούν άμεσες, χειροπιαστές αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένων αποφάσεων για την παράδοση όπλων στην Ουκρανία», δήλωσε ο Αλεξέι Αρεστόβιτς στο γερμανικό δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο ARD.