Σουπερμάρκετ της Nestle στην Ελβετία | EPA/LAURENT GILLIERON
Επικαιρότητα

Nestle: «Το 60% των τροφίμων και ποτών μας είναι ανθυγιεινά»

Τι αναφέρεται σε φετινό εσωτερικό έγγραφο της πολυεθνικής που διανεμήθηκε σε ανώτερα στελέχη της εταιρείας και περιήλθε στην κατοχή των Financial Times, για τα στάνταρ υγιεινής των προϊόντων της
Protagon Team

Η Nestle παραδέχθηκε ότι έξι στα 10 τρόφιμα και ποτά που παράγει δεν πληρούν «τα αναγνωρισμένα κριτήρια υγείας» και ότι «κάποιες κατηγορίες προϊόντων μας δεν θα γίνουν ποτέ υγιεινά, όσο και αν τα βελτιώσουμε».

Η σοκαριστική αυτή παραδοχή, βέβαια, δεν έγινε δημόσια, αλλά σε εσωτερικό έγγραφο της εταιρείας, το οποίο περιήλθε στην κατοχή των Financial Times.

Η έκθεση, που διανεμήθηκε στα ανώτερα στελέχη της εταιρείας αυτόν τον χρόνο, αναφέρει ότι μόνο το 37% των τροφίμων και ποτών, εξαιρουμένων των προϊόντων τροφής για κατοικίδια και εξειδικευμένης ιατρικής διατροφής, λαμβάνει βαθμολογία άνω του 3,5 από τις αυστραλιανές αρχές.

Το συγκεκριμένο σύστημα βαθμολογεί τρόφιμα έως πέντε αστέρια και χρησιμοποιείται στην έρευνα από διεθνείς ομάδες, όπως το Ιδρυμα Πρόσβασης στη Διατροφή. Το 70% των προϊόντων διατροφής της εταιρείας, το 96% των ποτών –εξαιρουμένου του καθαρού καφέ– και το 99% των προϊόντων ζαχαροπλαστικής και παγωτού της Nestle δεν πήραν καλό βαθμό.

Το νερό και τα γαλακτοκομικά προϊόντα σημείωσαν καλύτερη βαθμολογία, με το 82% και το 60% αντίστοιχα, να πληρούν το όριο.

«Εχουμε πραγματοποιήσει σημαντικές βελτιώσεις στα προϊόντα μας, αλλά το χαρτοφυλάκιό μας εξακολουθεί να έχει χαμηλές επιδόσεις έναντι των εξωτερικών ορισμών της υγείας σε έναν κλάδο, όπου η ρυθμιστική πίεση και οι απαιτήσεις των καταναλωτών ανεβαίνουν στα ύψη», ανέφερε η παρουσίαση.

Σύμφωνα με τους FT, τα δεδομένα δεν περιλαμβάνουν τη βρεφική φόρμουλα, την τροφή για κατοικίδια, τον καφέ και το τμήμα της επιστήμης της υγείας, το οποίο παράγει τρόφιμα για άτομα με συγκεκριμένες ιατρικές παθήσεις. Αυτό σημαίνει ότι τα δεδομένα αντιπροσωπεύουν περίπου το ήμισυ των συνολικών ετήσιων εσόδων της Nestle.

Τα ευρήματα έρχονται τη στιγμή που οι κατασκευαστές τροφίμων αντιμετωπίζουν μια παγκόσμια πίεση για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας και την προώθηση της υγιεινής διατροφής. Τα στελέχη της Nestlé εξετάζουν ποιες νέες δεσμεύσεις θα αναλάβουν για τη διατροφή και σκοπεύουν να αποκαλύψουν τα σχέδιά τους κατά το τρέχον έτος.

Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Μαρκ Σνάιντερ, παραδέχθηκε ότι οι καταναλωτές θέλουν ολοένα και πιο υγιεινά προϊόντα, όμως αρνήθηκε ότι τα επεξεργασμένα τρόφιμα της Nestle και άλλων πολυεθνικών είναι ανθυγιεινά.

Ο Μαρκ Σνάιντερ, CEO της Nestle, σε παλιότερη παρουσίαση – EPA/LAURENT GILLIERON

Η έκθεση αναφέρει συγκεκριμένα προϊόντα της εταιρείας, ως παραδείγματα ανθυγιεινής διατροφής, όπως η πίτσα DiGiorno με ζύμη από κρουασάν, που περιέχει το 40% της προτεινόμενης ημερήσιας δόσης νατρίου για έναν άνθρωπο, και η πίτσα Hot Pockets με πεπερόνι, που περιέχει το 48%.

Αλλο προϊόν στη «μαύρη λίστα» με τα ανθυγιεινά προϊόντα της εταιρείας είναι ένα ποτό με γεύση πορτοκάλι της San Pellegrino, περιέχει 7,1 γραμμάρια ζάχαρης ανά 100 ml και παίρνει τον χειρότερο βαθμό από όλα.

Το δε Nesquik με γεύση φράουλα, που κυκλοφορεί στις ΗΠΑ, περιέχει 14 γραμμάρια ζάχαρης ανά μερίδα, μαζί με ενισχυτικά χρώματος και γεύσης. Αυτό το ποτό διαφημίζεται από την εταιρεία ως «το τέλειο πρωινό για παιδιά»…

Η εταιρεία δήλωσε ότι εργάζεται για την αναβάθμιση των υπηρεσιών της και των κριτηρίων υγιεινής σε όλα τα προϊόντα της.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, αναφέρει η έκθεση, η Nestle έχει βελτιώσει τα προϊόντα της, ενώ τα τελευταία επτά χρόνια έχει μειώσει κατά 14%-15% την ποσότητα σακχάρων και νατρίου.

Ομως η Μάριον Νεστλέ (τυχαία συνεπωνυμία), καθηγήτρια Διατροφικών Επιστημών στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Κορνέλ, τονίζει ότι αυτό είναι πολύ δύσκολο για εταιρείες του είδους.

«Οι εταιρείες τροφίμων θέλουν να πουλήσουν όσο γίνεται περισσότερα προϊόντα σε περισσότερους καταναλωτές και να βγάλουν πολλά χρήματα για τους μετόχους τους. Αυτό γίνεται μόνο πουλώντας junk food (σ.σ. “σκουπιδοφαγητό”, όπως είναι η ακριβής μετάφραση του όρου που χρησιμοποιούν οι Αμερικανοί). Εχω συζητήσει με ανθρώπους στα επιστημονικά τους τμήματα, οι οποίοι προσπαθούν για χρόνια να αφαιρέσουν ζάχαρη και αλάτι από τα προϊόντα τους, χωρίς να αλλάξουν τη γεύση, όμως είναι πάρα πολύ δύσκολο».