Ξεκίνησαν την Παρασκευή, όπως εσπευσμένα είχε ανακοινωθεί πριν λίγες ημέρες, οι ψηφοφορίες στο πλαίσιο των «δημοψηφισμάτων» για την προσάρτηση περιοχών της Ουκρανίας, που τελούν υπό την πλήρη ή μερική κατοχή των δυνάμεων της Μόσχας, στη Ρωσία. Το Κίεβο και η Δύση καταδίκασαν κατηγορηματικά τις προσχηματικές, όπως τις χαρακτήρισαν, εκλογές οι οποίες εκτίμησαν ότι σηματοδοτούν, μαζί και με τη διαταγή Πούτιν για «μερική επιστράτευση», κλιμάκωση του πολέμου.
Το ίδιο βράδυ ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να καταδικάσει τα «ψευδοδημοψηφίσματα» και ζήτησε από όλους τους Ουκρανούς που βρίσκονται σε εδάφη που τελούν υπό ρωσική κατοχή «να κρυφτούν για να γλιτώσουν από την ρωσική επιστράτευση» κι αν δεν μπορούν να ξεφύγουν «να σαμποτάρουν κάθε δραστηριότητα του εχθρού».
Ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε από την πλευρά του το Κρεμλίνο ότι οι ΗΠΑ «θα συνεργαστούν με τους συμμάχους και εταίρους (τους) για να επιβάλουν γρήγορα και αυστηρά επιπρόσθετα οικονομικά μέτρα στη Ρωσία», αν αυτή προσαρτήσει εδάφη της Ουκρανίας. «Τα δημοψηφίσματα της Ρωσίας είναι απάτη, ψευδές πρόσχημα για να προσπαθήσουν να προσαρτήσουν δια της βίας τμήματα της Ουκρανίας», προσέθεσε.
Οι χώρες της G7 (Γερμανία, Καναδάς, ΗΠΑ, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία και Βρετανία) είχαν καλέσει λίγο νωρίτερα «όλες τις χώρες να απορρίψουν κατηγορηματικά αυτά τα πλασματικά δημοψηφίσματα», τα οποία συνιστούν «πλάνη» και «δεν έχουν ούτε νομική ισχύ ούτε νομιμότητα».
Ανάλογες ήταν οι αντιδράσεις του ΝΑΤΟ, αξιωματούχων της ΕΕ, η οποία επίσης προσανατολίζεται στην επιβολή νέων κυρώσεων, καθώς και άλλων χωρών, μεταξύ των οποίων και η Τουρκία. Χωρίς να προχωρήσει στην καταδίκη των δημοψηφισμάτων, η Κίνα, εταίρος της Μόσχας, ζήτησε με τη σειρά της τον σεβασμό της «εδαφικής ακεραιότητας όλων των χωρών».
Στο μεταξύ, ενώ συνεχιζόταν η επιστράτευση στη Ρωσία, με τη Μόσχα να επιδιώκει να ανακόψει την προέλαση του ουκρανικού στρατού, ο τελευταίος, ενισχυμένος μετά τις παραδόσεις δυτικών όπλων, διεκδίκησε κι άλλα εδαφικά κέρδη την Παρασκευή. Ειδικότερα, το Κίεβο ανακοίνωσε την ανακατάληψη της Γιατσίβκα στην περιοχή του Ντονέτσκ, στην ανατολική Ουκρανία, κατά το περασμένο 24ωρο. Επίσης ανακοίνωσε ότι οι δυνάμεις της προήλασαν νότια του Μπαχμούτ, περιοχής στο ανατολικό τμήμα της χώρας την οποία προσπαθεί ανεπιτυχώς εδώ και μήνες να θέσει υπό τον έλεγχό του ο ρωσικός στρατός.
Από την πλευρά των φιλορώσων αυτονομιστών, ο επικεφαλής του Ντονέτσκ Ντένις Πουσίλιν αναφέρθηκε σε μια κατάσταση «εξαιρετικά δύσκολη» στο βόρειο τμήμα της πόλης του. Στην περιοχή του Λουγκάνσκ, άλλος αξιωματούχος των αυτονομιστών, ο Αντρέι Μαρότσκο, γνωστοποίησε ουκρανικούς βομβαρδισμούς, σημειώνοντας ότι οι δυνάμεις του Κιέβου «θέλουν να κάνουν τα πάντα για να διαλύσουν το δημοψήφισμα».
Την ίδια ώρα, η Ουκρανία έκανε γνωστό ότι εκταφιάστηκαν 447 πτώματα, συνολικά, από τον ομαδικό τάφο κοντά στην Ιζιούμ, την πόλη που ανακατελήφθη από τις ουκρανικές δυνάμεις στη έπειτα από πολύμηνη ρωσική κατοχή, και ότι τα 30 από αυτά έφεραν «σημάδια βασανιστηρίων», ιδίως δεμένα χέρια, σπασμένα μέλη και «ακρωτηριασμένα γεννητικά όργανα».
Από πλευράς ΟΗΕ, η αρμόδια Επιτροπή Ερευνας του Οργανισμού γνωστοποίησε την Παρασκευή ότι «έχουν διαπραχθεί εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία», επισημαίνοντας, κυρίως, τους ρωσικούς βομβαρδισμούς ζωνών αμάχων, εκτελέσεις, βασανιστήρια, κακομεταχείριση και σεξουαλική βία.
Οι διεθνείς επικρίσεις δεν απέτρεψαν τη Μόσχα να προχωρήσει τα σχέδιά της για τα δημοψηφίσματα στην Ουκρανία. Οι ψηφοφορίες, που ξεκίνησαν στις 08:00 ώρα Ελλάδος την Παρασκευή, έχει προγραμματιστεί να ολοκληρωθούν την Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου στις περιοχές των αυτονομιστών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, στην ανατολική Ουκρανία, και στις ζώνες που τελούν υπό ρωσική κατοχή στις περιοχές της Χερσώνας και της Ζαπορίζια, στη νότια Ουκρανία.