Καθώς προχωρά η έρευνα για την πολύνεκρη τραγωδία στα Τέμπη, ανοίγει και ο κύκλος των ποινικών ευθυνών. Στο κάδρο, σύμφωνα με το ρεπορτάζ που υπογράφει η Ιωάννα Μάνδρου για την «Καθημερινή», μπαίνουν ο επιθεωρητής που έβαλε τον άπειρο 59χρονο σταθμάρχη στη δύσκολη (λόγω πυκνών διελεύσεων) βάρδια στη Λάρισα, ο σταθμάρχης της απογευματινής βάρδιας που όφειλε να μείνει στη θέση του έως τις 11 το βράδυ, αλλά και ο κεντρικός υπεύθυνος για τις βάρδιες στα κρίσιμα σιδηροδρομικά πόστα.
Κατά τις ίδιες πάντα πληροφορίες, η έρευνα των ανακριτικών αρχών επεκτείνεται και στον μηχανοδηγό της μοιραίας αμαξοστοιχίας που έχασε τη ζωή του στο τραγικό δυστύχημα, καθώς υπάρχουν μαρτυρίες στην ανάκριση ότι όφειλε να επισημάνει στον σταθμάρχη το λάθος του και να ζητήσει διευκρινίσεις για τη μοιραία πορεία του τρένου.
Περισσότερο φως στα αίτια του τραγικού δυστυχήματος αναμένεται να ρίξει και το πόρισμα των πραγματογνωμόνων (ορίστηκαν με εισαγγελική εντολή) το οποίο είναι ήδη έτοιμο και κατατίθεται εντός της ημέρας στις ανακριτικές αρχές.
Στο προσκήνιο και πάλι έρχεται και η έρευνα για την «αμαρτωλή» σύμβαση 717. Συγκεκριμένα, η Εθνική Αρχή Διαφάνειας είχε προτείνει την άσκηση πειθαρχικών διώξεων σε στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ, καθώς και την επιβολή προστίμου 1,3 εκατ. ευρώ, ωστόσο η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο.
Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες της «Καθημερινής», έπειτα από καταγγελίες προερχόμενες από πηγές εντός του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδας (ΟΣΕ) η Οικονομική Εισαγγελία είχε αποφασίσει να διεξαγάγει έρευνα για τη σύμβαση 717 που έχει ως αντικείμενό της την «Ανάταξη και αναβάθμιση του συστήματος σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης» του σιδηροδρομικού άξονα Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Προμαχώνας. Η σχετική σύμβαση είχε υπογραφεί το 2014 και μολονότι το έργο έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί δύο χρόνια αργότερα, παραμένει ακόμη σε εκκρεμότητα.
Προ διετίας όχι μία, αλλά σειρά από καταγγελίες προερχόμενες από το εσωτερικό του ΟΣΕ κατέληξαν στην Οικονομική Εισαγγελία, αφού προηγουμένως είχαν διαβιβαστεί στην τότε εισαγγελέα Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη. Αφορούσαν πρωτίστως ζητήματα απιστίας.
Η Οικονομική Εισαγγελία αποφάσισε να πραγματοποιήσει προκαταρκτική εξέταση, στο πλαίσιο της οποίας ζήτησε από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας να διεξαγάγει έλεγχο επί της σύμβασης. Η εντολή για διενέργεια ελέγχου στην εταιρεία ΕΡΓΟΣΕ δόθηκε το 2019 και το πόρισμα ελέγχου της ΕΑΔ υπεβλήθη στους οικονομικούς εισαγγελείς στις 30 Σεπτεμβρίου 2021.
Το πόρισμα αριθμεί 185 σελίδες και όπως προκύπτει από επίσημη απάντηση της ΕΑΔ σε ερώτηση της «Κ» διαπιστώνει μεταξύ άλλων τα εξής:
α) Παράλειψη τήρησης των υποχρεωτικών προθεσμιών έγκρισης των μελετών.
β) Σφάλματα κυρίως στην τηλεδιοίκηση Αθήνας και Λάρισας κατά το στάδιο της σύνταξης των τευχών δημοπράτησης.
γ) Χαμηλή και δυσανάλογη του συμβατικού χρόνου πρόοδο των εργασιών, λόγω καθυστέρησης εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων του αναδόχου.
Η Εθνική Αρχή Διαφάνειας είχε προτείνει την άσκηση πειθαρχικών διώξεων σε στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ, όπως επίσης και την επιβολή προστίμου ύψους 1,3 εκατ. ευρώ.
Η Οικονομική Εισαγγελία πάντως αποφάσισε να αρχειοθετήσει την υπόθεση καθώς, όπως εξηγούν νομικοί κύκλοι, δεν είχαν προκύψει ενδείξεις απιστίας, αδίκημα για το οποίο διενεργήθηκε η προκαταρκτική εξέταση. Μετά την πρόσφατη παραγγελία Ντογιάκου η υπόθεση ξανανοίγει.
Αρκετούς μήνες αργότερα, τον επανέλεγχο της σύμβασης και όσων είχαν μεσολαβήσει από την υπογραφή της το 2014 μέχρι σήμερα ανέλαβε η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Η ανάμειξή της προέκυψε κατόπιν καταγγελίας που έφτασε σε αυτήν τον Μάιο του 2022. Η σύμβαση 717 άλλωστε είναι χρηματοδοτούμενη σε ποσοστό 85% από κοινοτικά κονδύλια.
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία απηύθυνε αίτημα στις ελληνικές εισαγγελικές αρχές ζητώντας να μάθει εάν για την ίδια υπόθεση –δηλαδή τη σύμβαση 717– υπάρχει εκκρεμής δικογραφία. Η απάντηση δόθηκε πέντε μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 2022, με τους οικονομικούς εισαγγελείς να διαμηνύουν στους Ευρωπαίους συναδέλφους τους ότι η παλαιότερη έρευνά τους είχε τεθεί στο αρχείο. Η έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας βρίσκεται σε εξέλιξη και τα αμέσως επόμενα εικοσιτετράωρα αναμένεται να κληθούν για κατάθεση στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ και των εταιρειών της κοινοπραξίας.