Τη βοήθεια του στρατού στην τήρηση της καραντίνας όσον αφορά τους τουρίστες ζήτησε η πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας μετά το φιάσκο με δύο Βρετανίδες που έφυγαν από το ξενοδοχείο τους στο Οκλαντ με ειδική άδεια, χωρίς όμως να τους κάνουν τεστ. Αργότερα, οι δύο γυναίκες εκδήλωσαν συμπτώματα και βρέθηκαν θετικές στον κορονοϊό.
Η Τζασίντα Αρντερν έκανε λόγο για απαράδεκτη αποτυχία του συστήματος προστασίας από τον SARS-CoV-2, που έχει τεθεί σε εφαρμογή λίγες μόνο ημέρες μετά την ανακήρυξη της χώρας ως «ελεύθερης από τον κορονοϊό».
«Δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί ποτέ και δεν επιτρέπεται να επαναληφθεί», είπε η Αρντερν, προσθέτοντας ότι ο στρατός θα αναλάβει την τήρηση της διαδικασίας της καραντίνας για τις αφίξεις ξένων.
Επίσης, προσωρινά δεν θα ισχύει η ειδική άδεια για λόγους ασθένειας συγγενών, που δίνεται σε όσους ξένους πολίτες έρχονται από το εξωτερικό για να επισκεφθούν ετοιμοθάνατους συγγενείς. Αυτή την άδεια είχαν οι δύο Βρετανίδες, οι οποίες πήγαν να επισκεφτούν συγγενή τους στο Γουέλινγκτον, 65ο χλμ. μακριά από το Οκλαντ.
Οι αρχές εξετάζουν 320 άτομα που θεωρείται ότι ήρθαν σε επαφή με τις δύο γυναίκες, τα οποία θα πρέπει να υποβληθούν άμεσα σε τεστ. Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι επιβάτες και το πλήρωμα της πτήσης τους προς τη Νέα Ζηλανδία και άλλους ταξιδιώτες που βρίσκονταν σε καραντίνα στο ξενοδοχείο του Οκλαντ, καθώς και το προσωπικό του.
Η πρωθυπουργός τόνισε ότι παρά το περιστατικό αυτό, η χώρα εξακολουθεί να είναι ελεύθερη από κορονοϊό, καθώς τα εισερχόμενα κρούσματα με το άνοιγμα των πτήσεων είναι αναπόφευκτα και αναμενόμενα.
Την αποπομπή του υπουργού Υγείας ζήτησε ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Τοντ Μίλερ: «Είμαι έξαλλος, όπως όλοι οι Νεοζηλανδοί. Το σύστημα προφανώς δεν δούλεψε όπως έπρεπε».
Η πρωθυπουργός ανέφερε ότι η κυβέρνηση είχε δεχθεί πιέσεις για να χαλαρώσει την καραντίνα, ακόμα και από δικαστήρια, αλλά τώρα πρέπει να ακυρώσει προσωρινά την ειδική «άδεια συμπόνοιας», όπως ονομάζεται. «Δεν μπορούμε να χάσουμε ό,τι έχουμε κερδίσει επειδή δεν τηρούνται οι διαδικασίες. Μπορεί να είναι δύσκολη απόφαση και να μην αρέσει σε πολλούς, αλλά είναι η σωστή για τη χώρα».
Τα δύο νέα κρούσματα είναι απόδειξη του πόσο δύσκολο είναι να τηρηθούν οι περιορισμοί όταν έρχονται σε σύγκρουση με την κανονική ζωή των πολιτών, λέει χαρακτηριστικά στην Guardian η Αμάντα Κβάλσβιγκ, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Οτάγκο, στο Γουέλινγκτον. Μία τέτοια περίπτωση μπορεί να δημιουργήσει ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας.
«Εχουμε μία περίπτωση όπου εκατοντάδες άνθρωποι έχουν ταξιδέψει για ώρες σε ένα κλειστό περιβάλλον με μολυσματικούς ασθενείς. Είναι τεράστια η επιχείρηση που πρέπει να γίνει για να σιγουρευτούμε ότι όλες οι πιθανές εστίες μόλυνσης έχουν εξουδετερωθεί», είπε η καθηγήτρια.