Οκτώ ημέρες πριν από τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου και ενώ ήδη περισσότεροι από 50 εκατ. Αμερικανοί έχουν ήδη ψηφίσει, ο Ντόναλντ Τραμπ πανηγύρισε μια νίκη. Oχι για τις εκλογές, αλλά για το αμφιλεγόμενο αποτύπωμά του στην προεδρία των ΗΠΑ: αργά το βράδυ της Δευτέρας (πρώτες πρωινές ώρες Τρίτης ώρα Ελλάδας) στον περίβολο του Λευκού Οίκου, η Εϊμι Κόνι Μπάρετ ορκίστηκε σε ειδική τελετή, νέο μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ.
Ηταν μια ακόμα φιέστα του προέδρου. Χωρίς πολλές μάσκες, αφού σε μια προσπάθεια να αγνοήσει την επιδημία και να τη θέσει εκτός πολιτικής ατζέντας, επιμένει ότι ο κορονοϊός φεύγει και ότι πρέπει να επιστρέψουμε στην «κανονική ζωή», ο Τραμπ φρόντισε να οργανώσει την εκδήλωση μόλις μία ώρα μετά την έγκριση του διορισμού της Μπάρετ από τη Γερουσία, σε ώρα υψηλής τηλεθέασης, στο γκαζόν έξω από το κτίριο της προεδρίας.
Η ειρωνεία, ότι η εκδήλωση έμοιαζε με αντικατοπτρισμό εκείνης πριν από έναν μήνα, όταν ο Τραμπ ανακοίνωνε την υποψηφιότητα της Μπάρετ, λίγα εικοσιτετράωρα προτού ο Λευκός Οίκος μετατραπεί σε εστία του κορονοϊού –με τον μεγιστάνα να ανακοινώνει ότι μολύνθηκε και ο ίδιος– δεν πέρασε απαρατήρητη, αλλά οι οπαδοί του Τραμπ πλέον αδιαφορούν για την Covid-19.
Η έγκριση του διορισμού της Μπάρετ στη Γερουσία (52 ψήφοι υπέρ, 48 κατά) σφράγισε τη μεταβολή του συσχετισμού ισχύος στο Ανώτατο Δικαστήριο, με τους συντηρητικούς να εξασφαλίζουν απόλυτη υπεροχή (6-3), 40 μέρες μετά τον θάνατο της εμβληματική Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ.
Μόνο μια γερουσιαστής των Ρεπουμπλικανών, η Σούζαν Κόλινς, ήταν εκτός κομματικής γραμμής και καταψήφισε τον διορισμό της Μπάρετ.
Αυτή «είναι μια ιστορική ημέρα για την Αμερική», είπε στην τελετή ο Τραμπ, που έχει διορίσει, με την Μπάρετ, τρία συντηρητικά μέλη στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Κανένα μέλος του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν είχε διοριστεί τόσο κοντά στις εκλογές στην αμερικανική ιστορία μέχρι χθες.
«Η οικογένεια Μπάρετ κατέκτησε την καρδιά της Αμερικής», υποστήριξε ο πρόεδρος και χαρακτήρισε «πολύ ταιριαστό» ότι θα πληρώσει την κενή θέση που άφησε η δικαστής Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ, «αληθινή πρωτοπόρος για τις γυναίκες». Τραμπ και Μπάρετ ήταν όλο χαμόγελα.
Αντίθετα με τον περασμένο μήνα, πολλοί φόραγαν μάσκες, ενώ οι καρέκλες ήταν τοποθετημένες έτσι ώστε να τηρείται η σύσταση για τη λεγόμενη κοινωνική απόσταση. Πολλοί από τους γερουσιαστές που την ψήφισαν ήταν παρόντες, όχι όμως ο επικεφαλής της Ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας Μιτς ΜακΚόνελ, που έχει να πάει στην προεδρία από τον Αύγουστο, εξαιτίας της πανδημίας.
Ο Τραμπ κατήγαγε τεράστια πολιτική νίκη με τον πρακτικά ισόβιο διορισμό της Μπάρετ, παρά την εναντίωση των Δημοκρατικών, που χαρακτήρισαν «έκνομη» τη διαδικασία τόσο κοντά στην εκλογική αναμέτρηση. Εξήρε τα «άψογα διαπιστευτήρια» της 48χρονης μητέρας επτά παιδιών, πολύ θρησκευόμενης χριστιανής, πολέμιας της άμβλωσης.
Από την πλευρά της, η Μπάρετ διαβεβαίωσε ότι θα ασκήσει τα καθήκοντά της με «ανεξαρτησία», «χωρίς φόβο και πάθος», αφήνοντας στο περιθώριο τις πεποιθήσεις της, καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε να κατηγορηθεί για «παράβαση καθήκοντος», όπως εξήγησε.
Νωρίτερα, ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιαμ και ο Μιτς ΜακΚόνελ έκαναν επίσης λόγο για «ιστορική ημέρα» για την Αμερική και εξήραν την Μπάρετ, «εντυπωσιακή» νομικό, διόλου «ανακατεμένη στην πολιτική», τονίζοντας πως διαθέτει όλα τα τυπικά προσόντα για τη θέση.
Ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ κάγχασε καταγγέλλοντας την «υποκρισία» τους: η δικαστής Μπάρετ δεν επελέγη λόγω των τυπικών προσόντων της, εξήγησε, αλλά απλούστατα επειδή είναι φορέας απόψεων «της ριζοσπαστικής δεξιάς».
Για τον Σούμερ, οι Ρεπουμπλικάνοι «έβαλαν φωτιά στην αξιοπιστία τους» με αυτή τη διαδικασία, κάπου μία εβδομάδα προτού ανοίξουν οι κάλπες, πολύ περισσότερο διότι είχαν εμποδίσει τον διορισμό στο Ανώτατο Δικαστήριο δικαστικού που είχε προτείνει ο Μπαράκ Ομπάμα το 2016, επικαλούμενοι το ότι ήταν εκλογική χρονιά.
«Η αλήθεια είναι πως αυτός ο διορισμός εντάσσεται σε μια προσπάθεια που κρατάει δεκαετίες για να μεταβληθεί η ισορροπία στο δικαστικό σώμα, να γείρει προς την Ακρα Δεξιά», επέμεινε.
Για τον ίδιο, η ημέρα ήταν από τις «πιο μαύρες στην αμερικανική ιστορία», όπως ανέφερε εκφράζοντας τη «θλίψη» του.
Ο Μιτς ΜακΚόνελ ανταπέδωσε τα πυρά: «Δεν έχουμε καμία αμφιβολία –έχουμε;– ότι αν το παπούτσι ήταν στο άλλο πόδι, (οι Δημοκρατικοί) θα ενέκριναν τον διορισμό», επισήμανε και πρόσθεσε «δεν μπορείς να νικάς πάντα, και οι εκλογές έχουν συνέπειες», αναφερόμενος στη νίκη του Τραμπ το 2016.
Η Δημοκρατική βουλευτής Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτές, λίγη ώρα μετά την ψηφοφορία στη Γερουσία, διατύπωσε μέσω Twitter μια πρόταση που συζητείται τελευταία στην αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών: να αυξηθεί ο αριθμός των μελών του Ανώτατου Δικαστηρίου, για να αποκατασταθεί η ισορροπία ισχύος στο σώμα.
«Ολες οι επιλογές πρέπει να παραμείνουν στο τραπέζι», υπερθεμάτισε η γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Γουόρεν, άλλο μέλος της λεγόμενης αριστερής πτέρυγας των Δημοκρατικών και υποψήφια για το προεδρικό χρίσμα.
«Όχι και πολύ οπαδός» του σεναρίου αυτού, ο κεντρώος Δημοκρατικός αντίπαλος του Τραμπ στις εκλογές, ο Τζο Μπάιντεν, δεν το απέκλεισε εντελώς κι έχει υποσχεθεί ότι θα αναθέσει σε επιτροπή να το μελετήσει, αν εκλεγεί.
Κατά τη διάρκεια ακρόασης ενόψει του διορισμού της πριν από δύο εβδομάδες, η Μπάρετ προκάλεσε εκνευρισμό στους Δημοκρατικούς, αποφεύγοντας συστηματικά να τοποθετηθεί για πολλά πολιτικά και κοινωνικά θέματα: την άμβλωση· τις εξουσίες του προέδρου· την κλιματική αλλαγή· το δικαίωμα ψήφου· το Obamacare κ.λπ.