Ομόφωνα εγκρίθηκε από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων (ΚΣΝΜ) η έγκριση της μελέτης του Αναπτυξιακού Σχεδίου (Master Plan) του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ) ΑΕ ως προς τα έργα στο λιμάνι του Πειραιά που υπόκεινται στην αρμοδιότητά του.
Το ΚΣΝΜ έθεσε πάντως κάποιους όρους ως προς το χαρακτηρισμένο νεότερο μνημείο της «Παγόδας» (όπως είναι γνωστός λόγω της στέγης του ο πρώην Σταθμός Επιβατών Αγίου Νικολάου), καθώς και ως προς τις δυο κτιστές δεξαμενές που βρίσκονται κοντά στο Σιλό, ηλικίας άνω των 100 ετών.
Συγκεκριμένα, ως προς την «Παγόδα» το ΚΣΝΜ γνωμοδότησε υπέρ της αλλαγής χρήσης σε ξενοδοχείο και συνεδριακό κέντρο, με τον όρο όλες οι επεμβάσεις να σέβονται και να μην αλλοιώνουν τα μορφολογικά και δομικά στοιχεία του κελύφους και το ύφος του κτιρίου.
Ως προς δυο κτιστές δεξαμενές του λιμένα Πειραιά, που είναι παλαιότερες των τελευταίων 100 χρόνων, οι όποιες επεμβάσεις θα πρέπει να τύχουν της έγκρισης του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, σύμφωνα με τον αρχαιολογικό νόμο.
Επίσης, το ΚΣΝΜ συμφώνησε με το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο σε δύο περιπτώσεις: Το κτίριο της Πέτρινης Αποθήκης στο λιμάνι του Πειραιά να μπορεί να μετατραπεί σε Μουσείο Μετανάστευσης, ενώ οι δυο πενταόροφες αποθήκες που βρίσκονται κοντά στον αρχαιολογικό χώρο της Ηετιώνειας Πύλης να διατηρηθούν και να μπορούν να διαμορφωθούν ως ξενοδοχεία.
Στη συνεδρίαση τονίστηκε η σπουδαιότητα της «Παγόδας», κτιρίου της δεκαετίας του 1960, που κηρύχθηκε νεότερο μνημείο το 2013. Όπως αναφέρθηκε, το κτίριο έχει παγκόσμια πρωτοτυπία και μοναδική αρχιτεκτονική σύλληψη, έχει δε, χαρακτηριστεί ως ένα από τα 113 σημαντικότερα έργα αρχιτεκτονικής του 20ου αιώνα.
Μέλος του ΚΣΝΜ επισήμανε επίσης τη σημασία του ως τόπου μνήμης, καθώς πρόκειται για σημαντικό αρχιτεκτόνημα της δεκαετίας του 1960, σε μια εποχή που το ταξίδι με τα πλοία είχε ιδιαίτερη σημασία. Όπως σημειώθηκε, πρόκειται ουσιαστικά για κτίριο από το οποίο κανείς ξεκινούσε για τα μακρινά ταξίδια της περιόδου, γι’ αυτό διαθέτει πολύ μεγάλη οροφή και αντίστοιχο χώρο από κάτω, από όπου μπορούσε κανείς να αποχαιρετίσει φίλους και συγγενείς. «Μια τελετουργία που στο μεταξύ χάθηκε, άρα είναι κι ένα σημαντικό στοιχείο μνήμης μιας εποχής της πρωτεύουσας που έχει απολεσθεί», όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά στη συνεδρίαση.