Η φιλοδυτική πρόεδρος της Μολδαβίας, Μάγια Σάντου, κατηγόρησε το βράδυ της Κυριακής «ξένες δυνάμεις» για μια «πρωτοφανή επίθεση στην ελευθερία και τη δημοκρατία της χώρας μας», καθώς στο κρίσιμο δημοψήφισμα για την ένταξη στην ΕΕ, το αποτέλεσμα ήταν οριακά υπέρ του «ναι».
Το ερώτημα του δημοψηφίσματος ήταν αν πρέπει να εγγραφεί στο Σύνταγμα ο στόχος της ένταξης της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Το «όχι» ήταν μπροστά αργά το βράδυ της Κυριακής, όμως η καταμέτρηση των ψηφοδελτίων των μελών της μολδαβικής διασποράς ανέτρεψαν το αποτέλεσμα.
Με καταμετρημένο το 98,5% των ψηφοδελτίων, το «ναι» επικρατούσε με οριακή διαφορά (50,17% των ψήφων), σύμφωνα με τα αποτελέσματα που δημοσιοποίησε το μεσημέρι της Δευτέρας η εκλογική επιτροπή.
Οι Μολδαβοί προσήλθαν στις κάλπες για να ψηφίσουν στις προεδρικές εκλογές και στο δημοψήφισμα για την ΕΕ που σηματοδότησε μια σημαντική στιγμή στη διελκυστίνδα μεταξύ Ρωσίας και Δύσης για το μέλλον της μικρής, αποκλεισμένης από το εσωτερικό της νοτιοανατολικής Ευρώπης χώρας, με πληθυσμό περίπου 2,5 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών έφεραν την πρόεδρο πρώτη στον πρώτο γύρο της ψηφοφορίας με ποσοστό περίπου 42%, αλλά στον δεύτερο γύρο θα αντιμετωπίσει τον βασικό ανταγωνιστή της, Αλεξάντρ Στογιάνογλο, πρώην εισαγγελέα που υποστηρίζεται από τους φιλορώσους σοσιαλιστές.
Η διπλή ψηφοφορία σε μια από τις φτωχότερες χώρες της Ευρώπης θεωρήθηκε ως κρίσιμη δοκιμασία της φιλοευρωπαϊκής ατζέντας της Σάντου, καθώς είχε παροτρύνει τους Μολδαβούς να ψηφίσουν «ναι» στο δημοψήφισμα για να επιβεβαιώσουν την ένταξη στην ΕΕ ως «μη αναστρέψιμο» συνταγματικό στόχο.
Τα ισχνά αποτελέσματα θα απογοητεύσουν τους υποστηρικτές της και τους συμμάχους της στις Βρυξέλλες. Οι προεκλογικές έρευνες έδειχναν ότι η Σάντου είχε άνετο προβάδισμα έναντι του Στογιάνογλο, και άλλων υποψηφίων, ενώ οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι περίπου το 60% των ψηφοφόρων υποστήριζαν τη φιλοευρωπαϊκή πορεία ενόψει του δημοψηφίσματος.
Η Σάντου, μια 52χρονη πρώην σύμβουλος της Παγκόσμιας Τράπεζας, εξελέγη για πρώτη φορά πρόεδρος τον Νοέμβριο του 2020, με την υπόσχεση μεταρρυθμίσεων κατά της διαφθοράς και με φιλοευρωπαϊκή ατζέντα.
Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, η Μολδαβία κινείται μεταξύ φιλοδυτικών και φιλορωσικών κατευθύνσεων, αλλά υπό τη Σάντου είχε επιταχύνει την προσπάθειά της να ξεφύγει από την τροχιά της Μόσχας, ιδίως καθώς η Ρωσία εξαπέλυσε τον πόλεμό της στη γειτονική Ουκρανία.
Οπως επισήμανε ο Guardian, οι δύο ψηφοφορίες διεξήχθησαν εν μέσω ισχυρισμών των αρχών της Μολδαβίας ότι η Μόσχα και οι εντολοδόχοι της είχαν ενορχηστρώσει μια έντονη εκστρατεία «υβριδικού πολέμου» για να αποσταθεροποιήσουν τη χώρα και να εκτροχιάσουν την πορεία της προς την ΕΕ.
«Η Μολδαβία έχει αντιμετωπίσει μια άνευ προηγουμένου επίθεση κατά της ελευθερίας και της δημοκρατίας της χώρας μας, τόσο σήμερα όσο και τους τελευταίους μήνες», δήλωσε ο Σάντου στους υποστηρικτές του στην πρωτεύουσα Κισινάου την Κυριακή, καθώς γινόταν η καταμέτρηση των ψήφων, προσθέτοντας ότι «εγκληματικές ομάδες» προσπάθησαν να «υπονομεύσουν μια δημοκρατική διαδικασία».
«Περιμένουμε τα τελικά αποτελέσματα και θα απαντήσουμε με σταθερές αποφάσεις», πρόσθεσε.
Οι κατηγορίες κατά της Μόσχας περιλάμβαναν τη χρηματοδότηση ομάδων της αντιπολίτευσης που τάσσονται υπέρ του Κρεμλίνου, τη διάδοση παραπληροφόρησης, την ανάμειξη στις τοπικές εκλογές και την υποστήριξη ενός μεγάλου σχεδίου εξαγοράς ψήφων.
Ειδικότερα, οι αξιωματούχοι κατηγόρησαν τον φυγάδα φιλορώσο επιχειρηματία Ιλάν Σορ, έναν ένθερμο αντίπαλο της ένταξης στην ΕΕ, ότι διεξήγαγε μια αποσταθεροποιητική εκστρατεία από τη Μόσχα.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο επικεφαλής της εθνικής αστυνομίας κατηγόρησε τον Σορ και τη Μόσχα ότι δημιούργησαν ένα πολύπλοκο σύστημα εξαγοράς ψηφοφόρων «τύπου μαφίας» και δωροδόκησαν 130.000 Μολδαβούς –σχεδόν το 10% των ψηφοφόρων– για να ψηφίσουν κατά του δημοψηφίσματος και υπέρ των φιλικών προς τη Ρωσία υποψηφίων, σε μια «άνευ προηγουμένου, άμεση επίθεση», όπως είπε.
Την Πέμπτη, οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου δήλωσαν ότι είχαν επίσης αποκαλύψει ένα πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου εκατοντάδες άνθρωποι μεταφέρθηκαν στη Ρωσία για να εκπαιδευτούν στη διοργάνωση ταραχών και πολιτικών αναταραχών.
Συνολικά, οι μολδαβοί αξιωματούχοι ισχυρίστηκαν ότι η Ρωσία δαπάνησε φέτος περίπου 100 εκατ. δολάρια για τις εκλογικές διαδικασίες της Μολδαβίας.
Η Μολδαβία υπέβαλε αίτηση ένταξης στην ΕΕ μετά την εισβολή της Ρωσίας στη γειτονική Ουκρανία, η οποία καταδικάστηκε από τη Σάντου και πολλούς στη χώρα, καθώς δεκάδες χιλιάδες ουκρανοί πρόσφυγες κατέφυγαν στο Κισινάου.
Η Μολδαβία ξεκίνησε επίσημα τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ τον Ιούνιο, και υπό τη Σάντου είχε σκοπό να τις ολοκληρώσει έως το 2030, αν και ο σκεπτικισμός παραμένει μεγάλος όσον αφορά την ικανότητα της χώρας να εφαρμόσει τις απαραίτητες δημοκρατικές και δικαστικές μεταρρυθμίσεις στο εγγύς μέλλον.
Οι παρατηρητές πιστεύουν ότι η Σάντου θα μπορούσε τώρα να αντιμετωπίσει έναν δύσκολο δεύτερο γύρο κόντρα σε ένα ενιαίο μέτωπο της αντιπολίτευσης υπέρ της Μόσχας με επικεφαλής τον Στογιάνογλο.
Ο φιλορώσος πρώην γενικός εισαγγελέας που απολύθηκε από τη Σάντου, προέτρεψε τον κόσμο να μποϊκοτάρει το δημοψήφισμα ή να ψηφίσει «όχι», περιγράφοντάς το ως «κυνική» κίνηση για την ενίσχυση της δημοτικότητας της προέδρου.
Σε παλαιότερη συνέντευξή του στον Guardian, ο Στογιάνογλο αρνήθηκε ότι εργαζόταν για λογαριασμό της Ρωσίας. Ωστόσο, αρνήθηκε να επικρίνει το Κρεμλίνο για την εισβολή του στην Ουκρανία και ζήτησε τη βελτίωση των σχέσεων με τη Μόσχα.
Κομισιόν: Πρωτοφανής η ανάμειξη της Ρωσίας
Το δημοψήφισμα για την ένταξη της Μολδαβίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών διεξήχθησαν σε κλίμα «πρωτοφανούς ανάμειξης» της Ρωσίας, καταγγέλλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
«Σημειώσαμε ότι η ψηφοφορία διεξήχθη σε πλαίσιο πρωτοφανούς ανάμειξης και εκφοβισμού εκ μέρους της Ρωσίας (…) με στόχο την αποσταθεροποίηση της δημοκρατικής διαδικασίας στην δημοκρατία της Μολδαβίας», δήλωσε ο Πέτερ Στάνο, εκπρόσωπος της Κομισιόν.
«Είναι μία εν εξελίξει προσπάθεια της Ρωσίας και των συμμάχων της – όχι μόνο κατά της Μολδαβίας, αλλά επίσης και κατά άλλων χωρών – και είναι μία μακροπρόθεσμη προσπάθεια. Δεν έχουν όρια. Εμείς, ως Ευρωπαϊκή Ενωση σεβόμαστε τις αρχές και τους νόμους, αλλά η Ρωσία, οι πράκτορες και οι άνθρωποί της όχι», πρόσθεσε ο Στάνο.