Το μήνυμα ότι η Ελλάδα «θα αποτελέσει τη θετική έκπληξη τα επόμενα 2 με 3 χρόνια» έστειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο CNN καλώντας παράλληλα τους διεθνείς επενδυτές να εμπιστευτούν τη χώρα.
Η συνέντευξη, που μεταδόθηκε το απόγευμα της Δευτέρας, παραχωρήθηκε στη δημοσιογράφο Τζούλια Τσάτερλι στο περιθώριο των επαφών που είχε ο αρχηγός της ΝΔ στη Νέα Υόρκη.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Μητσοτάκης κάλεσε τους επιχειρηματίες να επαναφέρουν στην Ελλάδα τις καταθέσεις των εταιρειών τους που βρίσκονται σήμερα στο εξωτερικό για να στηρίξουν με αυτό τον τρόπο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
«Πιστεύω ότι υπάρχει περιθώριο να ενισχύσουμε τη ρευστότητα των τραπεζών, να επιστρέψουν οι καταθέσεις στην Ελλάδα. Για παράδειγμα έχουμε 12 δισ. ευρώ καταθέσεις επιχειρήσεων που βρίσκονται σήμερα στο εξωτερικό. Και θα ήθελα να ενθαρρύνω την ελληνική επιχειρηματική κοινότητα να υποστηρίξει την προσπάθειά μας επιστρέφοντας καταθέσεις των επιχειρήσεων τους στις ελληνικές τράπεζες», σημείωσε.
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση στη χώρα, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επισήμανε ότι «οι Ελληνες αισθάνονται απίστευτα πιεσμένοι από την πολιτική της υπερφορολόγησης που εφαρμόζει η κυβέρνηση» και ανέλυσε το σχέδιό του για τη δραστική μείωση των φόρων για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
«Οι επόμενες εκλογές θα είναι ένα σημαντικό πολιτικό ορόσημο. Η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα που βίωσε το κόστος του λαϊκισμού και θα γίνει η πρώτη χώρα που θα εκλέξει μια κυβέρνηση που θα σφραγίσει την εποχή μετά το λαϊκισμό» τόνισε μεταξύ άλλων.
«Το όραμά μου για την Ελλάδα είναι ένα όραμα για ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω σε μια εποχή που η ανάπτυξη ωφελούσε μόνο τους επιχειρηματίες που είχαν τις κατάλληλες διασυνδέσεις», υπογράμμισε.
Στο πλαίσιο αυτό, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας εξήγησε ότι η μείωση του φόρου στις επιχειρήσεις στο 20% αφορά κατεξοχήν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που σήμερα πλήττονται από υψηλούς φόρους και εισφορές, ενώ παράλληλα η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% μέσα σε δύο χρόνια θα δώσει ανάσα σε όλους τους Ελληνες και κυρίως στη μεσαία τάξη.
Η μείωση της φορολογίας είπε παράλληλα ότι θα λειτουργήσει «ως ένα κίνητρο που θα ενισχύει τις προοπτικές για παραγωγικές επενδύσεις» στα μάτια των διεθνών επενδυτών «οι οποίοι αποθαρρύνονται σήμερα από την υψηλή φορολογία».