«Κύριε Τσίπρα, τις προτάσεις σας δεν τις απορρίπτει σήμερα η Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ. Τις απέρριψε ο ελληνικός λαός στις εκλογές της 7ης Ιουλίου. Γι’ αυτό μεσολαβεί η λαϊκή ετυμηγορία μεταξύ των δύο φάσεων της συνταγματικής αναθεώρησης».
Και μόνο αυτή φράση του Κυριάκου Μητσοτάκη κατά την αγόρευσή του το μεσημέρι της Δευτέρας στην τελευταία συζήτηση στην Ολομέλεια για την αναθεώρηση του Συντάγματος, θα ήταν αρκετή για να αποκρούσει τις ενστάσεις του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος λίγο νωρίτερα είχε επιδοθεί σε μια ακόμη θεωρητικολογία για τη μάχη του λαού κατά των ελίτ, για το παλαιό πολιτικό σύστημα κλπ και είχε ασκήσει κριτική για τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης ως προς τις διαδικασίες εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας.
«Λόγο για το Σύνταγμα δεν έχουν μόνο οι ειδικοί και οι τεχνοκράτες. Ούτε μόνο οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ. Αλλά όλοι οι πολίτες, όλος ο λαός, οι πολλοί» είχε πει μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ σε άλλο σημείο της ομιλίας του υποστήριξε ότι η πρόταση αναθεώρησης που είχε καταθέσει το κόμμα του πέρυσι τον Νοέμβριο, αποτύπωνε ένα συνολικό σχέδιο που ξεκινά από τη θεμελιώδη παραδοχή ότι το Σύνταγμα ανήκει σε όλους τους πολίτες. Υποστήριξε δε ότι αυτό το σχέδιο «βρήκε απέναντί του τα κόμματα του παλιού πολιτικού συστήματος, τις πολιτικές δυνάμεις που έβαλαν το άρθρο 86 στο Σύνταγμα για να εξασφαλίζουν την ατιμωρησία τους, που έβαλαν το δικαίωμα επίταξης στο Σύνταγμα, για να περιορίζουν το δικαίωμα της απεργίας, που η θεώρησή τους είναι ο λαός να ψηφίζει μια φορά στα τέσσερα χρόνια και μετά να παρακολουθεί αμέτοχος ν’ αποφασίζουν άλλοι για λογαριασμό του».
Η απάντηση του κ. Μητσοτάκη ήταν άμεση και ακριβής.
«Θα αργήσουμε πολύ κ. Τσίπρα να έχουμε άλλη αναθεωρητική διαδικασία. Η επόμενη αναθεώρηση δεν μπορεί να ολοκληρωθεί παρά μόνο αν παρέλθει μια δεκαετία. Σήμερα να κάνουμε ψύχραιμη αποτίμηση για το τι ακριβώς συνέβη κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας (…) Από αύριο η χώρα θα έχει νέο Σύνταγμα, του 2019. Θα φέρει τη σφραγίδα της σημερινής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας αλλά (θα είναι) και προϊόν διακομματικής συναίνεσης», τόνισε ο Πρωθυπουργός στην ομιλία του, για να προσθέσει:
«Ο τόνος, κ. Τσίπρα, της ομιλίας σας ήταν εκτός κλίματος. Δεν ακούσατε κανένα πολιτικό αρχηγό αλλά ήταν και εκτός κλίματος σε σχέση με τη συζήτηση που έγινε στην επιτροπή… Οπως είχαμε δεσμευτεί, προσεγγίσαμε τη συνταγματική αναθέωρηση με διαφορετικό τρόπο από εκείνον του ΣΥΡΙΖΑ. Η διαδικασία ξεκίνησε στο φυσικό της χώρο, στη Βουλή, και όχι ως μαζική κομματική φιέστα στο προαύλιό της. Το Κοινοβούλιο εργάστηκε παραγωγικά σε προσδιορισμένο χρόνο. Γιατί έμεινε αδρανές για 31 μήνες, κ. Τσίπρα; Η πλειοψηφία δεν αγνόησε τη θέση της μειοψηφίας. Το κοινοβούλιο εξέτασε τις διατάξεις που έφτασαν σε αυτό απο την απελθούσα Βουλή».
Συνεχίζοντας την ομιλία του στη Βουλή, ο κ. Μητσοτάκης προσέθεσε, μεταξύ άλλων:
«Κύριε Τσίπρα, δεν κρίνατε απαραίτητη μία αναφορά στο Σύνταγμα για αντιμετώπιση κλιματικής αλλαγής; Το άρθρο 24 δεν κρίνατε απαραίτητο να αναθεωρηθεί. Εσείς που είστε φίλος του Περιβάλλοντος…
» Ο ΣΥΡΙΖΑ επέμεινε σε διαφορετική κατεύθυνση με περιττούς συνταγματικούς βερμπαλισμούς. Με επικίνδυνες κάποιες διατάξεις πολιτικού καιροσκοπισμού. Πού ακούσατε ότι εμείς προτείναμε την απλή αναλογική ως μόνιμο σύστημα; Άλλο η συνταγματική κατοχύρωση σταθερού εκλογικού συστήματος και άλλο ότι προτείναμε την απλή αναλογική ως σύστημα…
» Η πρότασή σας δεν συμπεριελάμβανε λέξη για τη δημόσια διοίκηση, λέξη για τη εκπαίδευση, λέξη για τη δικαιοσύνη, λέξη για το περιβάλλον…
» Η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση όταν έκανε λόγο για αναθεώρηση δεν είχε ως σκοπό τον εκσυγχρονισμό του Συντάγματος αλλά τη ματαίωση για μια 10ετία μιας ριζικής αλλαγής….
» Για άλλη μια φορά είστε κατώτερος των περιστάσεων και μικρότερος ενώπιον της ιστορικής ευκαιρίας για τη χώρα».
Ο Πρωθυπουργός ανέφερε επίσης το εξής: «Ο πολιτικός να έχει την ίδια αντιμετώπιση με κάθε πολίτη. Ας χειροκροτήσουμε επιτέλους ότι το άρθρο 86 αλλάζει με τη διακομματική στήριξη της Βουλής των Ελλήνων».
Και ακολούθως: «Συμφωνήσαμε οι υπογραφές 500.000 πολιτών με δικαίωμα ψήφου να οδηγούν στην κατάθεση προτάσεων που θα συζητούνται στη Βουλή. Μπορεί να κρύβει κινδύνους για την αντιπροσωπευτική δημοκρατία γι’ αυτό και περιορίζουμε τον αριθμό σε δύο σε κάθε κοινοβουλευτική περίοδο».
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε και την τομή με την πρόταση για συνταγματική κατοχύρωση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος
«Τομή σημαντική θεωρώ την πρότασή μας για συνταγματική κατοχύρωση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος», τόνισε επί λέξει, για να προσθέσει πως πρόκειται για «μια σταθερή δέσμευση ότι το κράτος θα μεριμνά για την αξιοπρεπή διαβίωση κάθε πολίτη». Απευθυνόμενος δε στην αξιωματική αντιπολίτευση αναρωτήθηκε: «Γιατί εσείς δεν υπερψηφίζετε την πρότασή μας για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα;».
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε πως εξαρχής είχε δηλώσει ότι «η βούληση της ΝΔ ήταν η σύνθεση των απόψεων ώστε να καταστεί δυνατή και η συνταγματική διασφάλιση για τους Έλληνες που κατοικούν μόνιμα εκτός των συνόρων».
«Φανήκαμε ευέλικτοι, κάναμε υποχωρήσεις και ανταποκριθήκαμε στην κατεύθυνση συναίνεσης. Το Σύνταγμα προβλέπει ότι για να αλλάξει η σχετική διάταξη χρειάζονται 200 βουλευτές» σημείωσε ο Πρωθυπουργός. «Να κλείσει μια πληγή που μένει ανοικτή εδώ και 45 χρόνια. Η πατρίδα μας έχει ανάγκη όσο ποτέ τον παγκόσμιο ελληνισμό» προσέθεσε και επισήμανε πως «κάθε υπεκφυγή συνιστά προσβολή».
«Σήμερα κάνουμε το πρώτο βήμα. Το βήμα αυτό θα γίνει άλμα. Ενωμένοι οι Έλληνες παντού στο κόσμο πάντα μεγαλουργούν. Η ΝΔ μετά την υπερψήφιση σχετικής προσθήκης στο άρθρο 54 θα θέσει σε δημόσια διαβούλευση το σχετικό νομοσχέδιο. Καταλήξαμε σε πρόταση που θεωρώ αρκούντως ικανοποιητική. Και εύχομαι και ελπίζω τουλάχιστον αυτό το νομοσχέδιο -ας είναι μόνο αυτό το νομοσχέδιο- που θα ψηφιστεί από 300 βουλευτές».
«Στο σπίτι του κρεμασμένου να μη μιλάμε για σχοινί»
«Εχουμε τη διάταξη που προκάλεσε τη μεγαλύτερη συζήτηση. Την αλλαγή τρόπου εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Κρίσιμη διάταξη που υπέστη σοβαρή μετάλλαξη στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Στην ουσία, ειδικά μετά την αναθεώρηση του 2001, λειτούργησε ως προνόμιο της εκάστοτε αντιπολίτευσης για πρόκληση εκλογών», είπε ο κ. Μητσοτάκης για να συμπληρώσει:
«Η πρόταση που υποβάλαμε ήταν σαφής και καθαρή. Θα ισχύσει η υφιστάμενη διάταξη η οποία αναζητεί μεγάλες συνθέσεις και εν τέλει καταλήγει σε απλή πλειοψηφία αφαιρώντας τη μεσολάβηση εκλογών (…) Καλό είναι στο σπίτι του κρεμασμένου να μη μιλάμε για σχοινί διότι από την πρότασή μας το 2014 μεσολάβησε μια δραματική εμπειρία, κ. Τσίπρα, που προσέφερε διδάγματα. Ωμή καταστρατήγηση του Συντάγματος από εσάς προσωπικά το 2014 όταν αρνηθήκατε προκλητικά την εκλογή οποιουδήποτε προσώπου. Τόσο πολύ θέλατε να αξιοποιήσετε το Σύνταγμα ως εργαλείο για να διαλύσετε τη Βουλή».
«Πάλι αδιάβαστος κ. Τσίπρα;»
«Κύριε Τσίπρα, κάνατε αναφορές στον Κωνσταντίνο Καραμανλή και στον Κωνσταντίνο Τσάτσο και αναρωτηθήκατε αν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θα δεχόταν τέτοια διάταξη. Πάλι αδιάβαστος, κ. Τσίπρα, γιατί εκλέχθηκε με 153 βουλευτές ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1990. Και στα συνταγματικά αδιάβαστος κ. Τσίπρα. Και σε αυτό αδιάβαστος πάλι».
Επανερχόμενος στο ζήτημα της εκλογής της πολιτειακής ηγεσίας ο κ. Μητσοτάκης τόνισε: «Η λύση που προτείνουμε είναι η μόνη που μας επιτρέπει να αποσυνδέσουμε την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από την πρόωρη διάλυση της Βουλής […] Η πρότασή σας παραπέμπει σε άλλα συστήματα και θα προκαλούσε σοβαρότατες τριβές. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν μπορεί να είναι μέρος της πολιτικής ατζέντας αυτών που τον προτείνουν».
Τέλος ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε: «Παρά τα βέλη τα οποία, με μεγάλη άνεση εκτοξεύουν κατά της Μεταπολίτευσης, αυτή η περίοδος εισέφερε στην Ελλάδα μια μακρά περίοδο συνταγματικής ομαλότητας. Η οικονομική κρίση προσέθεσε μεγάλες προκλήσεις στο συνταγματικό μας οπλοστάσιο. Ασφαλώς το Σύνταγμα δεν ευθύνεται για την οικονομική περιπέτεια, ούτε μπορεί να εξασφαλίσει ευημερία. Το Σύνταγμα που θα ισχύσει από αύριο εκπέμπει ένα μήνυμα εκσυγχρονισμού. Δεν μπορεί κανένα Σύνταγμα να υποκαταστήσει τη διαδικασία ωρίμασης της κοινωνίας […]
«Καθώς σήμερα η Ελλάδα αφήνει πίσω την περίοδο της κρίσης, πλαισιώνει αυτό το Σύνταγμα την εθνική προσπάθεια για μια Ελλάδα που μας αξίζει», κατέληξε ο Πρωθυπουργός.