Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην επετειακή Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Ουάσινγκτον | REUTERS/Elizabeth Franz
Επικαιρότητα

Μητσοτάκης: Η παραβίαση της Συμφωνίας των Πρεσπών θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια στα Δυτικά Βαλκάνια

Αμεση απάντηση του Πρωθυπουργού στον Χρίστιαν Μίτσκοσκι που προσερχόμενος στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ αναφέρθηκε στην χώρα του ως «Μακεδονία» - H συνέντευξη στην Νάντια Σάντλοου
Protagon Team

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν άφησε αναπάντητη την νέα πρόκληση του πρωθυπουργού της Βόρειας Μακεδονίας Χρίστιαν Μίτσκοσκι που λίγο νωρίτερα προσερχόμενος στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Ουάσινγκτον μίλησε για «Μακεδονία» και «μακεδονική κυβέρνηση».

Στην πρώτη συνεδρία των Συμμάχων ο Πρωθυπουργός, τόνισε σύμφωνα με πληροφορίες, ότι η πρόοδος, η ασφάλεια και η ευημερία βασίζονται στον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και των διεθνών συμφωνιών.

Αναφερόμενος στον πρόεδρο των ΗΠΑ που υπογράμμισε τη σημασία των Δυτικών Βαλκανίων για την ασφάλεια της Συμμαχίας, ο κ. Μητσοτάκης έκανε ειδική αναφορά στη Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία, όπως είπε, επέτρεψε τη διεύρυνση της Συμμαχίας με την προσχώρηση της Βόρειας Μακεδονίας.

Η πλήρης εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών, τόνισε ο Πρωθυπουργός, είναι απαραίτητη για τη Συμμαχία, για τα Δυτικά Βαλκάνια και τη διεθνή κοινότητα.

Η παραβίαση ή η επιλεκτική εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών, συνέχισε, θα υποβαθμίσει την αξιοπιστία όλων των προσπαθειών για διευθέτηση λοιπών εκκρεμών ζητημάτων στα Δυτικά Βαλκάνια και θα θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην περιοχή. «Pacta sunt servanda (σ.σ. οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται). Αυτό πρέπει να το θυμόμαστε όλοι», τόνισε χαρακτηριστικά.

Συνέντευξη στην Νάντια Σάντλοου

«Όταν έγινα πρωθυπουργός, το 2019, ουδείς πίστευε ότι θα βρισκόμασταν αντιμέτωποι με έναν πόλεμο στην «καρδιά» της ευρωπαϊκής ηπείρου, όμως αυτό έχουμε να αντιμετωπίσουμε μετά την απρόκλητη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Πιστεύω ότι η Συμμαχία έχει προσαρμοστεί και έχει αντιμετωπίσει αυτή τη μνημειώδη πρόκληση με τη μεγαλύτερη δυνατή επιτυχία», ανέφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξη που παραχώρησε στην Ουάσινγκτον, στο πλαίσιο του NATO Public Forum, στη Νάντια Σάντλοου, μέλος του Hudson Institute και πρώην αναπληρώτρια Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ.

«Tο 2019 μας απασχολούσε ακόμη το ερώτημα αν αρκετές ευρωπαϊκές χώρες θα τηρούσαν τη δέσμευση του 2%, δηλαδή αμυντικές δαπάνες που ισοδυναμούν με το 2% του ΑΕΠ. Σήμερα οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη πετύχει αυτόν τον στόχο και όσες δεν τον έχουν επιτύχει, έχουν δεσμευτεί ξεκάθαρα ότι θα το πράξουν. Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που ξεπερνούν το επίπεδο του 2% ουσιαστικά από τότε που εντάχθηκαν στη Συμμαχία», σημείωσε ο Πρωθυπουργός.

Και πρόσθεσε: «Θα δαπανήσουμε το 3% του ΑΕΠ μας για την άμυνα, εκσυγχρονίζοντας σημαντικά τις Ένοπλες Δυνάμεις μας και κατ’ αυτόν τον τρόπο συμβάλλοντας στις συνολικές δυνατότητες της Συμμαχίας. Οι νέες προκλήσεις, λοιπόν, μάς αναγκάζουν να σκεφτούμε διαφορετικά και ως προς τι σημαίνει αυτό για τη συλλογική ευρωπαϊκή ασφάλεια ως πυλώνα της συνολικής ολοκληρωμένης δομής του ΝΑΤΟ. Πιστεύω ότι αυτή η συζήτηση προχωρά με πολύ γρήγορους ρυθμούς στην Ευρώπη».

Σε ερώτηση για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και αν η προσπάθεια της ΕΕ να αυξήσει την άμυνα της είναι συμπληρωματική με το ΝΑΤΟ, ο πρωθυπουργός απάντησε ως εξής: «Κατά την άποψή μου είναι απολύτως συμπληρωματική. Πρέπει να δαπανούμε περισσότερα, αλλά πρέπει επίσης να κινούμαστε πιο έξυπνα όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο κατανέμουμε τις αμυντικές δαπάνες μας. Εξετάζοντας την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, διαπιστώνω μεγάλο κατακερματισμό, δεν βλέπω αρκετή διαλειτουργικότητα. Βλέπω, μερικές φορές, δεν θα έλεγα μη αναγκαίο ανταγωνισμό, αλλά σίγουρα πάρα πολλά οπλικά συστήματα που δεν επικοινωνούν απαραίτητα μεταξύ τους. Πρέπει να δαπανούμε περισσότερα, αλλά πρέπει επίσης να κινούμαστε πιο έξυπνα όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο κατανέμουμε τις δαπάνες μας».

Ο κ. Μητσοτάκης πρόσθεσε: «Πιστεύω ότι σε μια εποχή που η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία συνιστά υπαρξιακή απειλή για την Ευρώπη, πρέπει επίσης να είμαστε δημιουργικοί όσον αφορά στην εξεύρεση νέων πηγών χρηματοδότησης προκειμένου να στηρίξουμε τις αμυντικές μας δαπάνες. Δεν αρκεί να βασιζόμαστε μόνο στους εθνικούς προϋπολογισμούς, όπως κάναμε μέχρι σήμερα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υπήρξα ένας από τους ένθερμους υποστηρικτές του ότι χρειαζόμαστε κάποιου είδους ευρωπαϊκό μηχανισμό που θα συμπληρώνει τις αμυντικές δαπάνες που αναλαμβάνουμε σε εθνικό επίπεδο με περισσότερη ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Επομένως, αυτός ο συνδυασμός δημόσιων και ιδιωτικών πρωτοβουλιών, κατά τη γνώμη μου, θα είναι απαραίτητος εάν οικοδομήσουμε έναν ισχυρό ευρωπαϊκό πυλώνα όσον αφορά στις συνολικές αμυντικές δυνατότητες του ΝΑΤΟ».

Ερωτηθείς για αυτό το ευρωπαϊκό ταμείο που προτείνει ο πρωθυπουργός σημείωσε: «Έχουμε υποβάλλει με τον πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ πρόταση για ένα εμβληματικό ευρωπαϊκό σχέδιο, ουσιαστικά έναν ευρωπαϊκό «Σιδερένιο Θόλο», ο οποίος θα συμπληρώσει τις υφιστάμενες δυνατότητες αεράμυνας και ο οποίος θα μπορούσε -τονίζω τη διατύπωση «θα μπορούσε», διότι σαφώς δεν έχουμε συμφωνία σε αυτό το στάδιο- να χρηματοδοτηθεί μέσω κοινού ευρωπαϊκού δανεισμού. Όταν αντιμετωπίσαμε την πανδημία, το 2020, λάβαμε την ιδιαίτερα σημαντική απόφαση να συγκεντρώσουμε 750 δισεκατομμύρια ευρώ για να αντιμετωπίσουμε τη κάμψη που προκάλεσε ο COVID στις οικονομίες μας. Τα χρήματα αυτά αξιοποιούνται σήμερα. Πρόκειται για ένα ευρωπαϊκό εργαλείο. Έχω την αίσθηση ότι αν συγκεντρώσαμε 750 δισεκατομμύρια ευρώ για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, για να στηρίξουμε την ανταγωνιστικότητά μας και για να προστατεύσουμε θέσεις εργασίας, θα ήταν λογικό να μπορούσαμε να συγκεντρώσουμε ένα σαφώς μικρότερο ποσό, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να ενισχύσουμε τις ευρωπαϊκές αμυντικές πρωτοβουλίες μας».

Απαντώντας σε επόμενη σχετική ερώτηση ο πρωθυπουργός πρόσθεσε: «Πρόκειται επίσης, ασφαλώς, για τρόπους ενίσχυσης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας σε μια εποχή που μιλάμε πολύ για στρατηγική αυτονομία, όταν το θέμα της ανταγωνιστικότητας βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας μας. Ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, της συνεργασίας, της ευρωπαϊκής καινοτομίας. Έχουμε κάνει κάποια πρώτα βήματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο προς αυτή την κατεύθυνση αλλά σαφώς πρέπει να κάνουμε περισσότερα».

Ερωτηθείς τι παραπάνω μπορεί να γίνει για τη στήριξη της Ουκρανίας, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε τα εξής:

«Η Ευρώπη έχει ανταποκριθεί στο καθήκον της και έχει αποδειχθεί αποτελεσματική. Το 2022 πιστεύω ότι πολλοί, συμπεριλαμβανομένων πολλών στη Μόσχα, θα στοιχημάτιζαν στην αδυναμία της Ευρώπης να παραμείνει ενωμένη όσον αφορά την υποστήριξη της Ουκρανίας. Έκαναν λάθος. Η Ευρώπη παραμένει ενωμένη. Παρέχουμε στην Ουκρανία ευρωπαϊκή οικονομική βοήθεια, 50 δισεκατομμύρια ευρώ. Πρόκειται για ένα σημαντικό πακέτο που συμφωνήσαμε πριν από λίγους μήνες. Τα κράτη-μέλη συνεισφέρουν όμως και στις αμυντικές δυνατότητες της Ουκρανίας, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας. Θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Και πρωτοβουλίες όπως η πρωτοβουλία της Τσεχίας, για παράδειγμα, έχουν αποδειχθεί πολύ αποτελεσματικές για την παροχή βοήθειας στην Ουκρανία το ταχύτερο δυνατό».

Και πρόσθεσε: «Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να εξετάσουμε τα κενά που έχει δημιουργήσει αυτό στις δικές μας αμυντικές ικανότητες. Όσο κι αν μιλάμε για εξελιγμένα συστήματα, πρέπει επίσης να βεβαιωθούμε ότι διαθέτουμε τα στοιχειώδη. Η Ουκρανία έδειξε πόσο σημαντικά είναι, για παράδειγμα, τα βλήματα 155 χιλιοστών και ότι σε έναν σύγχρονο πόλεμο δεν είναι όλα τόσο τεχνολογικά καθοδηγούμενα, όσο πολλοί πίστευαν. Να διασφαλίσουμε επίσης ότι θα εξορθολογήσουμε την παραγωγή, θα αυξήσουμε τα αποθέματά μας, ενώ ταυτόχρονα θα έχουμε την ικανότητα να στηρίξουμε την Ουκρανία, είναι μια πρόκληση στην οποία πρέπει να αντεπεξέλθουμε».

Ο Πρωθυπουργός σημείωσε ότι σημασία έχει η ποσότητα και η ποιότητα ενώ σχετικά με την πρωτοβουλία της Τσεχίας δήλωσε πως έχει αποδειχθεί ότι ήταν αποτελεσματική για τη μεταφορά οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία.

«Πολλές χώρες συμμετέχουν. Όπως επισημάνατε, το ζητούμενο πλέον είναι η ταχύτητα και να διασφαλίσουμε ότι οι απαραίτητες συναλλαγές, για παράδειγμα για την πώληση εξοπλισμού, θα πραγματοποιούνται το συντομότερο δυνατό. Μου φαίνεται ότι αυτό θα άξιζε να εξεταστεί περαιτέρω», επισήμανε.

Σε ερώτηση για τις προσδοκίες που έχει για το ΝΑΤΟ από την 75η επετειακή Σύνοδο Κορυφής, ανέφερε: «Καταρχάς, πιστεύω ότι είναι σημαντικό να κάνουμε έναν απολογισμό όσων έχουμε επιτύχει. Το ΝΑΤΟ έχει αποδειχθεί επιτυχημένο επειδή μπόρεσε να προσαρμοστεί και ενίοτε να επανεφεύρει τον εαυτό του. Αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε και τώρα. Για εμένα, η πιο κρίσιμη πτυχή του ΝΑΤΟ ήταν πάντα η δύναμη της διατλαντικής εταιρικής σχέσης.

Πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να παραμείνουμε προσηλωμένοι σε αυτή την αμοιβαία δέσμευση, αλλά και να αναγνωρίσουμε ότι σε μία συμμαχία όλοι πρέπει να κάνουμε αυτό που μας αναλογεί. Δεν υπάρχουν «επιβάτες χωρίς εισιτήριο», και γι’ αυτό η τήρηση της δέσμευσης του 2% είναι τόσο σημαντική, τουλάχιστον για τις χώρες που ήταν πάντα πολύ συνεπείς με αυτόν τον στόχο. Ίσως κάποια στιγμή πρέπει να συζητήσουμε την αύξησή του. Ίσως το 2% δεν είναι αρκετό. Ίσως πρέπει να φτάσουμε στο 2,5% εάν θέλουμε πραγματικά να επιτύχουμε όλα όσα θέλουμε να κάνουμε στο πλαίσιο της Συμμαχίας.

Αλλά το μόνο βέβαιο είναι ότι σε μια εποχή μεγάλης αβεβαιότητας η συμμετοχή σε μια Συμμαχία που είναι ισχυρή, αμυντική και ικανή να μας υπερασπιστεί όλους από εξωτερικές απειλές εξακολουθεί να είναι αμείωτης σημασίας».