Παρ’ όλο που το κύριο εμπόδιο παραμένει: η επίμονη άρνηση της Τουρκίας να υπογράψει την UNCLOS (United Nations Convention on the Law of the Sea – Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας), για να μπορεί έτσι να «περνάει» αυθαίρετα αφηγήματα όπως αυτό της Γαλάζιας Πατρίδας, και να αποδεχθεί βασικές προβλέψεις του διεθνούς Δικαίου – στη συνέντευξή του το βράδυ της Πέμπτης στον ΣΚΑΙ, ο Πρωθυπουργός εξέφρασε τη βούληση -και «έδειξε» τη στόχευση- να προωθήσει μία τολμηρή ατζέντα στην επόμενη ημέρα των ελληνοτουρκικών σχέσεων (την οποία όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, είναι διατεθειμένος να διερευνήσει).
Στόχος, αξιοποιώντας το θετικό μομέντουμ της παρατεταμένης «νηνεμίας» στο Αιγαίο, να οικοδομηθεί μία σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών και αυτή τη φορά οι συζητήσεις να φθάσουν στον πυρήνα της διμερούς διαφοράς για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Και εφόσον δεν υπάρξει συμφωνία, να οδηγηθεί κάποια στιγμή στη κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
«Ο σκοπός μου είναι, ναι, να μπούμε στον πυρήνα της βασικής μας διαφοράς. Εφόσον καταφέρουμε να συμφωνήσουμε να πάμε στη Χάγη, ώστε το Διεθνές Δικαστήριο να επιληφθεί αυτής της μεγάλης εκκρεμότητας η οποία έρχεται εδώ και πολλές δεκαετίες. Αλλά προφανώς το να πάμε στη Χάγη δεν είναι μια απλή υπόθεση ούτε είναι κάτι το οποίο μπορεί να γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη», παρατήρησε ο κ. Μητσοτάκης στη συνέντευξή του στη Σία Κοσιώνη και τον Παύλο Τσίμα -την πρώτη μετά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Ερντογάν στο Βίλνιους.
«Εγώ έχω μία υποχρέωση, όπως το είπα στην Βουλή εξάλλου, με πολύ μεγάλη ευθύτητα, να διερευνήσω αν υπάρχει ένα “παράθυρο”. Μπορεί να μην υπάρχει και μπορεί να καταλήξουμε ότι δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε και να επιλύσουμε -τώρα τουλάχιστον- αυτή τη μεγάλη μας διαφορά. Αλλά και αυτό να συμβεί, έχουμε περάσει από περιόδους πολύ καλών σχέσεων με την Τουρκία με ανοιχτό το ζήτημα της υφαλοκρηπίδος και της ΑΟΖ -έτσι δεν είναι;- για πολλά χρόνια. Αλλά θέλω να βάζω τον πήχη των φιλοδοξιών λίγο πιο ψηλά», συμπλήρωσε ο Πρωθυπουργός θέτοντας ως προϋπόθεση τους ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας και μία σχέση εμπιστοσύνης με τον συνομιλητή του στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, δίχως να έχει αυταπάτες ή/και να παραγνωρίζει τις δυσκολίες του εγχειρήματος.
«Αυτή [η σχέση] – σημείωσε- δεν οικοδομείται από τη μία στιγμή στην άλλη, όπως καταλαβαίνετε. Και για να χτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης πρέπει να δεχθούμε ότι θέλουμε να κάνουμε μια καινούργια αρχή, διότι αν μονίμως είμαστε δέσμιοι του τι είχε γίνει πριν από κάποια χρόνια, εκ των πραγμάτων θα βλέπουμε πάντα τον άλλον με καχυποψία.
»Τονίζω: δεν είμαστε αφελείς και ξέρω ότι δεν είναι εύκολο για χώρες να αλλάξουν την πολιτική τους από τη μία στιγμή στην άλλη. Αλλά οφείλουμε -και οι δύο είμαστε στην αρχή μίας καινούριας κυβερνητικής θητείας, αναφέρομαι και σε εμένα και στον Πρόεδρο Ερντογάν- να δούμε το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο».
«Λύση με όρους συμβατούς με την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων»
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο η απόπειρα αυτή να προσκρούσει σε αντιδράσεις στο εσωτερικό (οι οποίες ήδη άρχισαν τόσο μετά τη συνάντηση του Βίλνιους, όσο και ως «αποτίμηση» όσων είπε στη συνέντευξή του στο κανάλι του Φαλήρου), με δεδομένο μάλιστα ότι έχει μία ισχυρή δεξιά αντιπολίτευση απέναντι του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν σαφής:
«Εχω μιλήσει πολλές φορές για τον πατριωτισμό της ευθύνης, τον πατριωτισμό των πράξεων σε αντίθεση με τον πατριωτισμό που εξαντλείται σε εύκολες κορώνες. Τι είναι προς όφελος της Ελλάδας; Είναι προς όφελος της Ελλάδας να επιλύσει τελικά με δίκαιο τρόπο και με γνώμονα το Διεθνές Δίκαιο, όπως αγωνιζόμαστε να κάνουμε εδώ και δεκαετίες, αυτή τη μεγάλη διαφορά που έχουμε με την Τουρκία; Η απάντηση είναι “ναι”», τόνισε, χωρίς να κρύψει ότι «οποιαδήποτε συμφωνία αυτού του τύπου μπορεί ενδεχομένως, ναι, να συνεπάγεται και κάποιες υποχωρήσεις από κάποιες θέσεις οι οποίες μπορούν να αποτελούν την αφετηρία μιας διαπραγμάτευσης».
Και έθεσε εκ νέου το ερώτημα: «Θα μείνουμε με τη διαφορά αυτή ανεπίλυτη αν η ιστορία μας προσφέρει μία ευκαιρία να τη λύσουμε; Προσέξτε, θα τη λύσουμε με όρους οι οποίοι θα είναι προφανώς συμβατοί με την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων», θέλησε να ξεκαθαρίσει και στο σημείο αυτό, αντιλαμβανόμενος της συνθετότητα και τις δυσκολίες του εγχειρήματος, έβαλε στο κάδρο τη Βουλή και τα υπόλοιπα κόμματα.
Προφανώς είπε, δεν είναι μία απόφαση που την παίρνω μόνος μου- αλλά αν ποτέ φτάναμε σε αυτό το σημείο, θα είχε μείζονα ρόλο να παίξει και η Βουλή και τα κόμματα. «Αλλά, ξέρετε, υπάρχουν ορισμένες πολιτικές δυνάμεις, μπορεί ορισμένοι δημοσιογράφοι που έχουν χτίσει καριέρες, χτίζοντας κάποια εικόνα από την οποία δεν θέλουν πια να αποστούν», κατέληξε με νόημα ο Πρωθυπουργός στη σχετική αναφορά του.