| CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Μιλούν οι αριθμοί: Είμαστε λιγότερο φτωχοί αλλά…

Το ποσοστό όσων ζουν σε άθλιες συνθήκες έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, όμως πρέπει να επανακαθοριστεί το όριο της φτώχειας. «Χρειαζόμαστε νέο όριο. Ο αγώνας απέχει πολύ από το να έχει τελειώσει».
Protagon Team

Πριν από δύο αιώνες τα ¾ του πληθυσμού της Γης ζούσαν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, χωρίς καν φαγητό ή θέρμανση. Τα μισά από τα παιδιά εκείνης της εποχής δεν έφθαναν μέχρι την ενηλικίωση. Σήμερα τι συμβαίνει; Δεν ζούμε στον δυνητικά καλύτερο κόσμο, ωστόσο έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος. Για να γίνει κατανοητό αυτό, έγραψε ο Αλεσάντρο Τροτσίνο στην Corriere della Sera, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στη Σύνοδο Κορυφής για το Μέλλον έθεσε έναν μεγάλο και αξιέπαινο στόχο: να τερματιστεί η φτώχεια παντού και σε όλες τις μορφές της. Βέβαια, τώρα μαίνονται δύο πόλεμοι που παράγουν (και) φτώχεια, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα.

Το ζήτημα στο σχόλιο του ιταλού δημοσιογράφου δεν εξετάζεται από απόψεως γενεσιουργών παραγόντων, οικονομικοπολιτικών συστημάτων, ελεύθερης ή σχεδιασμένης οικονομίας, παγκοσμιοποίησης, κ.λπ., αλλά από τεχνοκρατικής, ας πούμε, πλευράς. Πώς καθορίζονται και επισημοποιούνται τα όρια προσδιορισμού των επιπέδων φτώχειας. Οι New York Times, λόγου χάρη, έγραψαν ότι ο ΟΗΕ χρησιμοποιεί πολύ χαμηλό όριο για να καθορίσει το επίπεδο της διεθνούς φτώχειας, τα 2,15 δολάρια την ημέρα.

Βάσει αυτού, το 73% των κατοίκων της Μοζαμβίκης ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Στο Κονγκό το ποσοστό είναι 75%. Μπορεί, όμως, ένα χρηματικό ποσόν να καθορίσει όντως το όριο της φτώχειας; Υπάρχει ένα άλλο σύστημα που χρησιμοποιείται, συνέχισε ο αρθρογράφος, το μοντέλο «Ντόνατ», που λαμβάνει υπ’ όψιν άλλα στοιχεία, απαραίτητα για τον καθορισμό αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης. Και από το «Ντόνατ» προκύπτει και νούμερο: 3,10 ευρώ την ημέρα. Κάτι παραπάνω από 90 δολάρια τον μήνα.

Είναι σαφές ότι αυτά τα στοιχεία δεν έχουν νόημα, παρατήρησε ο Τορτσίνο. Στην Ιταλία με 80 ευρώ τον μήνα δεν ζεις ούτε εβδομάδα. Στο Λονδίνο ούτε μία ημέρα. Υπάρχουν πολλές άλλες παράμετροι που πρέπει να ελεγχθούν και να συνυπολογιστούν. Για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι 3,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε τουαλέτες. Τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά την κανονική, υγιεινή διατροφή. Δισεκατομμύρια άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν ιατρική περίθαλψη. Οι ΝΥΤ γράφουν, και σωστά, ότι ο μέσος όρος της φτώχειας μεταξύ των πλουσίων και των πολύ φτωχών χωρών καταλήγει να αρνείται τη δυστυχία δισεκατομμυρίων ανθρώπων.

Ο αμερικανός οικονομολόγος Λαντ Πρίτσετ πρότεινε να χαράξουμε ένα υψηλότερο όριο φτώχειας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις διαφορές. Ο αρθρογράφος των ΝΥΤ, οικονομολόγος και καθηγητής της Οξφόρδης Μαξ Ρόζερ, λέει ότι αυτό το όριο πρέπει να είναι 30 δολάρια την ημέρα: «Αν και ενδέχεται να φαίνεται τρομακτικό να μετρηθεί η φτώχεια σε πολύ διαφορετικές χώρες με ένα μόνο μέγεθοε, τα εξαιρετικά στοιχεία που παρέχει η Παγκόσμια Τράπεζα το καθιστούν εφικτό. Με δεδομένο ότι πολλοί από τους φτωχότερους ανθρώπους στον κόσμο είναι αγρότες χωρίς εισόδημα, οι στατιστικολόγοι συνεκτιμούν την αξία των τροφίμων που παράγονται για ιδία χρήση».

Υπάρχει ένα σημαντικό γεγονός: ανεξάρτητα από το όριο της φτώχειας που μπορεί να επιλεγεί, το ποσοστό των ανθρώπων που ζουν κάτω από αυτό το όριο έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Σήμερα το 16% των Αμερικανών ζει με λιγότερα από 30 δολάρια την ημέρα. Το 1964, όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον ανακοίνωσε τον «πόλεμο κατά της φτώχειας», με λιγότερα από 30 δολάρια την ημέρα ζούσαν σχεδόν οι μισοί Αμερικανοί. Και οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης τα πήγαν καλύτερα.

Γεγονός παραμένει ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, ένας στους δέκα ανθρώπους ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Υπάρχουν και πολλά άλλα, έγραψε ο Ρόζερ: «Το πρώτο βήμα προς τον στόχο είναι να κάνουμε ορατή την υπάρχουσα φτώχεια. Χρειαζόμαστε νέο όριο φτώχειας. Ο αγώνας κατά της φτώχειας απέχει πολύ από το να έχει τελειώσει».