Η εταιρεία Gilead έχει επιταχύνει τις διαδικασίες παραγωγής του φαρμάκου στα εργοστάσιά της | Gilead Sciences Inc/Handout via REUTERS
Επικαιρότητα

Τι λέει το ΕΚΠΑ για τη ρεμντεσιβίρη μετά και τις ανακοινώσεις Φάουτσι

Συγκρατημένα αισιόδοξοι εμφανίζονται οι έλληνες επιστήμονες και μεταφέρουν με μεγαλύτερη ψυχραιμία από τους αμερικανούς συναδέλφους τους, τα αποτελέσματα από τις κλινικές μελέτες της ρεμντεσιβίρης
Γιάννης Δεβετζόγλου

Περισσότερο ένα «φάρμακο με θετική δράση έναντι του κορονοϊού ελλείψη άλλων επιλογών» χαρακτηρίζουν οι έλληνες επιστήμονες τη ρεμντεσιβίρη, σύμφωνα με τα αποτελέσματα από τις υπάρχουσες κλινικές μελέτες, παρά ένα «φάρμακο που ανοίγει τον δρόμο για μια πιθανή θεραπεία έναντι του ιού», όπως είπε ο δρ Αντονι Φάουτσι, επικεφαλής λοιμωξιολόγος της αμερικανικής task force για την αντιμετώπιση του κορονοϊού στις ΗΠΑ (εδώ).

Ο δρ Φάουτσι κάνοντας αναφορά στις χώρες που έγινε η διεθνής μελέτη, αναφέρθηκε και στην Ελλάδα και εξέφρασε ιδιαίτερη αισιοδοξία για τα αποτέλεσμα που προκύπτουν συνολικά από όλες τις μελέτες στις χώρες που συμμετείχαν.

Ωστόσο, οι έλληνες επιστήμονες δεν εκφράζουν τον ίδιο «ενθουσιασμό» που φάνηκε να απορρέει από την ανακοίνωση του Φάουτσι. «Αυτό το φάρμακο δεν είναι πανάκεια και σίγουρα χρειαζόμαστε και άλλα φάρμακα για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση αυτής της νόσου», αναφέρει ο Θάνος Δημόπουλος, καθηγητής Θεραπευτικής και πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ).

Οπως εξηγεί ο κ. Δημόπουλος στο Protagon, «τα αποτελέσματα από τις μελέτες δεν έχουν ακόμη δημοσιευτεί, δηλαδή δεν έχουν περάσει τις τελικές διαδικασίες έγκρισης ώστε να πιστοποιηθεί απόλυτα το αποτέλεσμά τους. Ωστόσο, οι επιστήμονες αισθάνθηκαν την υποχρέωση λόγω της κατάστασης να τα μοιραστούν. Ο Φάουτσι ήταν ξεκάθαρος ότι πρόκειται για τα προκαταρκτικά στοιχεία και θα προχωρήσουν σε περαιτέρω ανάλυση».

«Μία κριτική ανάλυση τριών μελετών μελετών, δείχνει ότι η ρεμντεσιβίρη (remdesivir) είναι αρκετά αποτελεσματική σε ασθενείς με νόσο Covid-19 μετρίας ή σοβαρής κλίμακας και είναι πολύ πιθανό η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) να χορηγήσει σήμερα κατεπείγουσα έγκριση για τη χρήση αυτού του φαρμάκου», αναφέρουν σε ανακοίνωσή του έλληνες ειδικοί.

Την ανακοίνωση συνυπογράφει η υπεύθυνη των κλινικών μελετών στην Ελλάδα Γιώτα Τουλούμη, καθηγήτρια Βιοστατιστικής και Επιδημιολογίας στο Εργαστηρίου Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ, μαζί με τους καθηγητές Ευστάθιο Καστρίτη και Θάνο Δημόπουλο, οι οποίοι σπεύδουν να διευκρινίσουν ότι δυστυχώς «κανένα ειδικό αντιϊκό φάρμακο δεν έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα αποτελεσματικό για τη θεραπεία ασθενών με σοβαρή νόσο Covid-19».

Μάλιστα, ο κύριος Δημόπουλος διευκρινίζει ότι μελέτη που δημοσιεύτηκε το βράδυ της Τετάρτης στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet από κινέζους ερευνητές δεν δείχνει και τα πιο θετικά αποτελέσματα. «Φαίνεται να υπάρχει κάποιο όφελος όταν δεν έχεις καμία άλλη επιλογή αντιμετώπισης, αλλά δεν μπορείς να πεις ότι είναι το φάρμακο που θα δώσει τη λύση».

Η κλινική δοκιμή τερματίστηκε πριν ολοκληρωθεί η ένταξη του προκαθορισμένου αριθμού ασθενών, καθώς η επιδημία τέθηκε υπό έλεγχο. Ωστόσο, η μελέτη δεν έδειξε σημαντική διαφορά ως προς τον χρόνο μέχρι την κλινική βελτίωση ή την θνητότητα ή την κάθαρση του ιού μεταξύ των ομάδων που έλαβαν ρεμντεσιβίρη σε σχέση με αυτούς που πήραν εικονικό φάρμακο (placebo).

Μόλις πριν από μία εβδομάδα, σάλο έχει προκαλέσει η κατά λάθος δημοσίευση στο site του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), σύμφωνα με την οποία το φάρμακο δεν έχει καμία ιδιαίτερη δράση, σε σχέση με άλλους συνδυασμούς φαρμάκου (εδώ).

Τα αποτελέσματα από το Lancet

Ο χρόνος κλινικής βελτίωσης στην ομάδα της ρεμντεσιβίρης δεν ήταν σημαντικά διαφορετικός από αυτόν της ομάδας ελέγχου (διάμεσος 21 ημέρες  στην ομάδα ρεμντεσιβίρηw έναντι 23 ημερών στην ομάδα ελέγχου).  Αν και η διαφορά δεν είναι στατιστικά σημαντική, σε ασθενείς που έλαβαν ρεμντεσιβίρη ή εικονικό φάρμακο εντός 10 ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων, εκείνοι που έλαβαν ρεμντεσιβίρη είχαν κατ’ απόλυτο βραχύτερο χρόνο έως την κλινική βελτίωση (διάμεσο χρόνος 18  έναντι 23 ημερών).

Τα ποσοστά κλινικής βελτίωσης στις ημέρες 14 και 28 δεν ήταν επίσης σημαντικά διαφορετικά μεταξύ των ομάδων. Δεν υπήρχε διαφορά στην κλινική επιδείνωση ενώ η θνητότητα στις  28 ημέρες ήταν παρόμοια μεταξύ των δύο ομάδων (14% έναντι 13%).

Επίσης δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων ως προς τη διάρκεια της ανάγκης για οξυγόνο, τη διάρκεια παραμονής στο νοσοκομείο. Επιπλέον, το  ιϊκό φορτίο, μειώθηκε με την πάροδο του χρόνου ομοίως και στις δύο ομάδες.