Ο διορισμός της Κατρίν Κολονά, πρέσβειρας της Γαλλίας στο Λονδίνο, στο υπουργείο Εξωτερικών και Ευρώπης, στη θέση του βετεράνου σοσιαλιστή Ζαν-Υβ Λεντριάν ήταν η πιο σημαντική αλλά όχι και η μοναδική αλλαγή προσώπου στη γαλλική κυβέρνηση που ανακοίνωσε το Ελιζέ. Ο Εμανουέλ Μακρόν προχώρησε σε εκτεταμένο ανασχηματισμό αξιοποιώντας πολλά στελέχη της Δεξιάς και προσωπικότητες όπως ο ιστορικός Παπ Ντιαγέ που ανέλαβε το υπουργείο Παιδείας.
Το Politico χαρακτήρισε «κίνηση-έκπληξη», την επιλογή της Κολονά, μιας διπλωμάτη καριέρας, η οποία ήταν στο επίκεντρο της διαχείρισης των τεταμένων σχέσεων μεταξύ Λονδίνου και Παρισιού μετά το Brexit.
Επειτα από σχεδόν τρία χρόνια στο Λονδίνο, η κορσικανή θεωρείται το ιδανικότερο πρόσωπο για να διαχειριστεί τις διαφορές μεταξύ της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου για το πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας. Εχει υπηρετήσει ως επικεφαλής της γαλλικής διπλωματικής αποστολής στη Ρώμη και σε διεθνείς οργανισμούς όπως ο ΟΟΣΑ και η UNESCO, ενώ έχει διατελέσει εκπρόσωπος του Ελιζέ επί Σιράκ καθώς και υπουργός αρμόδια για ευρωπαϊκά θέματα.
Κοντά της θα έχει τον έμπιστο και προστατευόμενο του Μακρόν, Κλεμάν Μπον, ο οποίος αποδείχθηκε πολύ μαχητικός στην υπεράσπιση των γαλλικών θέσεων κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για το Brexit και τη γεννημένη στη Σπάρτη και μεγαλωμένη στην Κορινθία, Χρυσούλα Ζαχαροπούλου, η οποία ανέλαβε τα χαρτοφυλάκια Ανάπτυξης, Γαλλοφωνίας και Διεθνών Εταιρικών Σχέσεων.
Νέος υπουργός Αμυνας
Μεταβολή είχαμε και σε ένα ακόμη σημαντικό (και για την Ελλάδα) υπουργείο, αυτό της Αμυνας. Στη θέση της Φλοράνς Παρλί διορίστηκε ο Σεμπαστιέν Λεκορνί, ένας από τους πιο πιστούς υπασπιστές του Μακρόν, ο οποίος και θα χειριστεί τα ζητήματα που αφορούν στις φρεγάτες Belhara και τα μαχητικά αεροσκάφη Rafale.
Αμετακίνητος στο υπουργείο Οικονομικών έμεινε ο Μπρούνο Λεμέρ, ο οποίος είναι πλέον ο μακροβιότερος υπουργός Οικονομίας στη σύγχρονη γαλλική Ιστορία, καθώς διαχειρίζεται το χρηματοφυλάκιο του Παρισιού από το 2017. Στους δημοσιογραφικούς κύκλους της γαλλικής πρωτεύουσα συζητείται ότι ο Λεμέρ επιβραβεύτηκε για τους χειρισμούς του κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι οποίοι θεωρούνται υποδειγματικοί.
Αντίθετα, η Covid-19 ήταν η αιτία που αποχώρησε από το υπουργείο Παιδείας ο Ζαν Μισέλ Μπλανκέ. Ο συντηρητικός πολιτικός θεωρείτο δυνατό χαρτί κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Μακρόν, αλλά έπεσε σε δυσμένεια λόγω των χειρισμών του σχετικά με την πανδημία στα σχολεία. Η επιλογή του Παπ Ντιαγέ για αντικαταστάτη του, μάλιστα, χαρακτηρίστηκε έκπληξη. Ο Ντιαγέ διευθύνει το Μουσείο Μετανάστευσης της Γαλλίας και έχει δώσει συνεντεύξεις για το πώς η Γαλλία «δεν πρέπει να κρύβει κομμάτια της Ιστορίας της κάτω από το χαλί». Διδάσκει επίσης στο διάσημο ίδρυμα Sciences Po του Παρισιού και είναι ειδικός στην ιστορία των ΗΠΑ και σε θέματα μειονοτήτων.
Ακλόνητος παρέμεινε και ο Ερίκ Ντιπόν-Moρετί στο υπουργείο Δικαιοσύνης παρότι βρίσκεται επισήμως υπό έρευνα για παράνομη σύγκρουση συμφερόντων.
Από εκεί και πέρα, η υπουργός Βιομηχανίας Ανιές Πανιέ-Ρουνασέρ μετατέθηκε στο υπουργείο ενεργειακής μετάβασης, η Αμελί ντε Μονσαλέν διορίστηκε υπουργός Περιβάλλοντος και ο κεντρώος Μαρκ Φεσνό ανέλαβε το υπουργείο Γεωργίας.
Υπουργός αλληλεγγύης, αυτονομίας και ατόμων με αναπηρία ανέλαβε ο Νταμιέν Αμπάντ, μια επιλογή που μαρτυρά τον βαθμό εξασθένισης του άλλοτε κυρίαρχου κεντροδεξιού κόμματος των Ρεπουμπλικανών.
Ποντάρει στα σίγουρα «χαρτιά»
Παρότι τις τελευταίες εβδομάδες υπήρχαν εικασίες ότι ο Μακρόν θα έφερνε ισχυρούς συμμάχους -αλλά και πιθανούς διαδόχους του- όπως ο πρώην πρωθυπουργός Εντουάρ Φιλίπ και ο κεντρώος Φρανσουά Μπαϊρού, κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώθηκε, ούτε φυσικά οι προσδοκίες για έναν ευρύτερο ανασχηματισμό που θα έφερνε περισσότερους πολιτικούς από την Αριστερά και τη Δεξιά ή προσωπικότητες υψηλού προφίλ από την κοινωνία των πολιτών.
Αντ’ αυτού, επέλεξε να διατηρήσει τα βαριά χαρτιά σε θέσεις-κλειδιά, να μεταθέσει πιστούς ή να προωθήσει κατώτερους υπουργούς που ανέβηκαν στην εξουσία μαζί του. Ενδεικτικός είναι ο διορισμός του 33χρονου εκπροσώπου του, Γκαμπριέλ Αττάλ, σε υπουργό προϋπολογισμού.
Πιθανότατα ο γάλλος πρόεδρος προτιμά να στηριχθεί σε ένα δοκιμασμένο στη μάχη σύνολο υποστηρικτών παρά να κάνει «μεταγραφές» που ενδέχεται να προκαλέσουν έριδες και διαγκωνισμούς στο κυβερνητικό σχήμα.