Μπορεί πολλές ατάκες του κινηματογραφικού «Grease» να μην έχουν «γεράσει» καθόλου καλά, αλλά το θρυλικό μιούζικαλ που γαλούχησε γενιές με τη φαντασίωση της αμερικανικής δεκαετίας του ’50 και το ιδανικό της εφηβικής «επανάστασης» διατηρεί το αφοσιωμένο του κοινό και καταφέρνει να αγγίξει τις χορδές ανθρώπων που θα μπορούσαν να είναι εγγόνια της Σάντι (Ολίβια Νιούτον-Τζον) και του Ντάνι (Τζον Τραβόλτα).
Το «Grease», που ήταν αρχικά μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ, κατάφερε να κάνει τεράστια εμπορική επιτυχία το 1978 στη μεγάλη οθόνη, παρά το γεγονός ότι οι κριτικοί της εποχής το σνόμπαραν ως ανούσιο και ελαφρύ. Ανεξάρτητα αν κάποιος θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει υπέρ και των δύο χαρακτηρισμών, η ταινία του Ράνταλ Κλάιζερ ήταν και παραμένει διασκεδαστική και γεμάτη πιασάρικα κομμάτια. Οι όχι και τόσο έφηβοι πρωταγωνιστές της (στα γυρίσματα της ταινίας ο Τραβόλτα ήταν 23 και η Ολίβια 29) αναπαριστούν μια αρχετυπική ερωτική ιστορία στην οποία πολλοί βρίσκουν –ή θα ήθελαν να βρίσκουν– κάτι από τον εφηβικό εαυτό τους.
Ταυτόχρονα, η ταινία αναπαράγει μια καρικατούρα της υποκουλτούρας των «greasers», οι οποίοι έλαβαν αυτη την ονομασία από τη γενναιόδωρη ποσότητα πομάδας που χρησιμοποιούσαν στα μαλλιά τους – αν και ο όρος είχε αρχικά ρατσιστική χροιά και χρησιμοποιούνταν μειωτικά για Ιταλούς, Λατίνους και Ελληνες που πολύ συχνά δούλευαν ως μηχανικοί στις ΗΠΑ. Οταν όμως ξεκίνησαν τα γυρίσματα της κινηματογραφικής συμμορίας «T-Birds» στο Λύκειο Rydell, της οποίας ηγούνταν ο Ντάνι, η υποκουλτούρα είχε ήδη καθαγιαστεί και περάσει στη σφαίρα της νοσταλγίας. Ηταν, λοιπόν, έτοιμη για μαζική κατανάλωση.
Η Σάντι, το καλό κορίτσι που ερωτεύεται με τον Ντάνι το καλοκαίρι λίγο πριν επιστρέψει στην Αυστραλία, τελικά εγκαθίσταται στις ΗΠΑ και πηγαίνει στο ίδιο λύκειο με αυτόν. Εκεί γίνεται μέλος της γυναικείας κλίκας «greasers» του σχολείου, που ονομάζονται «Pink Ladies». Τα λυκειοκόριτσα οδηγούν ένα ροζ Studebaker του ’48, φορούν ασορτί μονογραμμένα ροζ ζακετάκια και αμφισβητούν το ηθικό στάτους κβο της εποχής τους.
Στο «backstory» αυτής της εμβληματικής κοριτσοπαρέας εστιάζει η νέα σειρά-πρίκουελ του μιούζικαλ, «Grease: Rise of the Pink Ladies», που κάνει πρεμιέρα το Σάββατο 8 Απριλίου στις 21:45 αποκλειστικά στην COSMOTE TV. Τέσσερα χρόνια πριν το γνωστό ζεύγος τραγουδήσει το «You’re the One that I Want», η Τζέιν, η Ολίβια, η Σίνθια και η Νάνσυ είναι τέσσερις περιθωριοποιημένες μαθήτριες του σχολείου, οι οποίες τολμούν να διασκεδάζουν με τους δικούς τους όρους. Με αυτό το στοιχείο να τις ενώνει, ιδρύουν επίσημα τις «Pink Ladies», κάτι που οι άλλες «φυλές», και φυσικά η διεύθυνση του σχολείου, δεν αποδέχονται με ευκολία.
Οπως εξομολογήθηκε στους New York Times η Αναμπελ Οουκς, παραγωγός και σεναριογράφος της σειράς, όταν ήταν παιδί ήθελε να ζήσει μέσα στη σκηνή του πιτζάμα πάρτυ που κάνουν οι «Pink Ladies» στο Grease, και γι’ αυτό ίσως αφοσιώθηκε σε αυτές. Ομως, εξηγεί πως η σειρά-μιούζικαλ δεν είναι μόνο ένα προϊόν ψευδονοσταλγίας. «Θέλουμε να συνομιλήσουμε με το 2023 και θέλουμε να συνομιλήσουμε με το 1954 και θέλουμε να συνομιλήσουμε με το 1978» είπε χαρακτηριστικά. «Και θέλουμε να τα κάνουμε όλα αυτά στη μουσική, στα σενάρια, στους χαρακτήρες. Συζητάμε και με τις τρεις αυτές χρονικές περιόδους».
Αξίζει να σημειωθεί ότι από το 2019 είχε επιβεβαιωθεί ότι ήταν στα σκαριά ένα πρίκουελ της κύριας ιστορίας του «Grease», εκείνης του ζεύγους Σάντι-Ντάνι, που θα αφορούσε το καλοκαίρι της γνωριμίας τους και θα έφερε τον τίτλο «Summer Lovin’», από τον σκηνοθέτη Μπρετ Χέιλι. Μέσω, όμως, του «origin story» της εμβληματικής κινηματογραφικής παρέας, η παραγωγός ευθυγραμμίστηκε με τις επιθυμίες της Paramount, της εταιρείας που παρήγαγε τα «Grease» και «Grease 2» (1982), ώστε να εξερευνηθούν ιστορίες που δεν θα μπορούσαν να ειπωθούν το ’78, πόσο μάλλον το ’58.
Για να μπορέσει να στοιχειοθετήσει την πλοκή, η Οουκς πήρε συνεντεύξεις από πρώην μαθήτριες στα σχολεία της Νότιας Καλιφόρνιας που χρησιμοποιήθηκαν για τα γυρίσματα της σειράς, έκανε πολλές ερωτήσεις στη μητέρα της και έψαξε σε αρχεία. Ετσι, ανακάλυψε ότι, για παράδειγμα, οι διαφυλετικές σχέσεις δεν ήταν τότε τόσο ταμπού όσο θα πιστεύαμε σήμερα.
Το ίδιο εξηγεί και μια από τις πρωταγωνίστριες, η Αρι Νοταρτομάσο, η οποία υποδύεται τη Σίνθια, έναν χαρακτήρα που δεν είναι συμβατός με το φύλο της. «Μίλησα με μια γυναίκα που δεν είχε μιλήσει ανοιχτά για τη σεξουαλικότητά της τη δεκαετία του 1950, αλλά είχε επίγνωσή της στο λύκειο, κάτι που ήταν πραγματικά ένα τεράστιο όφελος για μένα: το να μπορώ να επικοινωνήσω και να συνδεθώ αυθεντικά με κάποιον που είχε αυτή τη βιωμένη εμπειρία» δήλωσε στους New York Times. «Υπάρχει πολύ μεγαλύτερη σύνδεση μεταξύ των γενεών από ό,τι, ίσως, μας λένε».