Οι παραιτήσεις του Σταύρου Παπασταύρου, υπουργού Επικρατείας, και του Γιάννη Μπρατάκου, υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ, λίγη ώρα προτού ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανεβεί στο βήμα της Βουλής για να αποκρούσει την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησής του, προσέφεραν την απαραίτητη κορύφωση στο τριήμερο πολιτικό δράμα της θυελλώδους συζήτησης στην Ολομέλεια, με φόντο την τραγωδία των Τεμπών. Μολονότι ο Πρωθυπουργός, από μια ομιλία 6.100 λέξεων, δεν ανέφερε λέξη για τους δύο στενούς συνεργάτες του που είχαν απομακρυνθεί, μόλις λίγο νωρίτερα, στη σκιά του επίμαχου δημοσιεύματος του «Βήματος της Κυριακής» περί «μονταζιέρας στα Τέμπη», αυτή η εξέλιξη ήταν παρούσα και επισκίασε τη συζήτηση στη Βουλή.
Πέρα όμως από τις εντυπώσεις –μιλάμε για μια κυβέρνηση που ξεκίνησε, την Τρίτη, τη συζήτηση επί της πρότασης δυσπιστίας εναντίον της, με άλλη μορφή και την ολοκλήρωσε, την Πέμπτη, με διαφορετική, και για δύο παραιτηθέντες υπουργούς που βρέθηκαν να γλεντάνε με τον εκδότη του «Βήματος της Κυριακής» και έτσι τραυμάτισαν σοβαρά το κυβερνητικό αφήγημα περί προνομιακών σχέσεων του «επισπεύδοντα» Νίκου Ανδρουλάκη, προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, με τον συγκεκριμένο επιχειρηματία–, η εξέλιξη αυτή δημιούργησε και ένα εμφανές κενό στο κυβερνητικό σχήμα, σε βαθμό που να επανέρχεται η συζήτηση περί ανασχηματισμού.
Η απάντηση του κ. Μητσοτάκη «προχωράμε, δεν έχω να σας πω τίποτε παραπάνω», στους δημοσιογράφους που τον πολιόρκησαν μετά την ψηφοφορία στη Βουλή (όπως αναμενόταν η πρόταση καταψηφίστηκε από 159 βουλευτές, από τους 158 της ΝΔ και από τον ανεξάρτητο Χάρη Κατσιβαρδά), περιγράφηκε από το protothema.gr ως «σιβυλλική». Το γεγονός δε ότι ο κ. Μητσοτάκης είχε αποφύγει να μετατρέψει την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ, τη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας, σε ψήφο εμπιστοσύνης, είχε τροφοδοτήσει τα σενάρια περί επικείμενου ανασχηματισμού –στη λογική ότι μια κυβέρνηση που παίρνει ψήφο εμπιστοσύνης είναι άκομψο να αλλάξει μετά από λίγο.
Σε κάθε περίπτωση, ο κ. Μητσοτάκης έχει δύο κενά να καλύψει και μάλιστα στον πυρήνα του λεγόμενου «επιτελικού κράτους», στο Μέγαρο Μαξίμου. Θα είναι αυτό μια ευκαιρία για ευρύτερες ανακατατάξεις, τρεις μόλις μήνες μετά τις τελευταίες αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα (όταν ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης πήγε στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, ο Αδωνις Γεωργιάδης στο Υγείας και η Δόμνα Μιχαηλίδου στο Εργασίας); Θα αρκεστεί, όπως συνηθίζει, στις προσεκτικές διορθωτικές κινήσεις, στο μπόλιασμα δηλαδή της κυβέρνησης με λίγα φρέσκα πρόσωπα με τις απαραίτητες αλλαγές χαρτοφυλακίων, προκειμένου να έχει στο χέρι του το χαρτί του ανασχηματισμού για μετά τον Ιούνιο και τις ευρωεκλογές; Ή θα είναι μια λύση εκ των ενόντων με τον Μάκη Βορίδη να αναβαθμίζεται και να μετακομίζει από την οδό Ζαλοκώστα, διατηρώντας πάντα τον τίτλο του υπουργού Επικρατείας, στα ενδότερα του Μεγάρου Μαξίμου;
Τα σενάρια για ενεργοποίηση του Γιώργου Μυλωνάκη, γραμματέα της Βουλής και διαχειριστή κρίσεων, ακούστηκαν αλλά δεν έχουν μεγάλες πιθανότητες. Μια άλλη λύση είναι ο Νίκος Παπαθανάσης, αν. υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος όμως χειρίζεται όλα τα κοινοτικά κονδυλια και το Ταμείο Ανάπτυξης. Αν μετακομίσει στο Μαξίμου, θα πρέπει να τον αντικαταστήσει κάποιος άλλος –και ο μόνος που ξέρει το κρίσιμο αυτό αντικείμενο είναι ο νυν υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης. Αν όμως γίνει και αυτή η αλλαγή, τότε καταλήγεις σε… ανασχηματισμό.
Το πρόβλημα παραμένει καθώς πρόκειται για δύο πόστα-κλειδιά στο Μέγαρο Μαξίμου και στην κυβερνητική γραφειοκρατία, τα οποία ψάχνουν νέους ενοίκους: το γραφείο του κ. Παπασταύρου βρίσκεται στον δεύτερο όροφο και το γραφείο του κ. Μπρατάκου, στον πρώτο όροφο, δίπλα από το τζάκι της πρωθυπουργικής βίλας της Ηρώδου Αττικου.
Κάποια πράγματα αναμενόταν να φανούν στο υπουργικό συμβούλιο της Παρασκευής, από το οποίο θα ανακοινωθεί η νέα αύξηση στον Κατώτατο Μισθό, και θα έχει δύο απόντες. Και εννέα μήνες μετά τον εκλογικό θρίαμβο του Ιουνίου 2023, η κυβέρνηση θα έχει μετρήσει ήδη τέσσερις απώλειες από το αρχικό της σχήμα (μετά τους Νότη Μηταράκη και Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, έφυγαν και ο κ. Παπασταύρου με τον κ. Μπρατάκο).