Ο Τζον Λιούις Γκάντις στο βιβλίο του «On Grand Strategy» ορίζει την αποκαλούμενη «υψηλή στρατηγική» ως την ευθυγράμμιση «δυνητικά απεριόριστων φιλοδοξιών με αναγκαστικά περιορισμένες δυνατότητες».
Τον διακεκριμένο αμερικανό ιστορικό και πολιτικό επιστήμονα επικαλείται σε άρθρο του ο Τζάνι Ριότα της ιταλικής La Repubblica, γράφοντας πως ο παραπάνω ορισμός του συνοψίζει το δίλημμα που τρόπον τινά συνδέει όλα όσα εκτυλίσσονται στη Γάζα και στον Νότιο Λίβανο με τον πόλεμο που εξακολουθεί να μαίνεται στην Ουκρανία, καθώς όλες οι ηγεσίες καλούνται να λύσουν την εξίσωση του Γκάντις, γνωρίζοντας πως έχουν λιγότερο ή περισσότερο περιορισμένα μέσα, τόσο από στρατιωτική όσο και από διπλωματική άποψη.
Ολες οι ηγεσίες γνωρίζουν επίσης πως έχουν επίσης περιορισμένα χρονικά περιθώρια στη διάθεσή τους: η θητεία του Τζο Μπάιντεν οδεύει προς το τέλος της, από τις αρχές του ερχόμενου Ιανουαρίου τα ηνία των ΗΠΑ θα τα κρατάει είτε η Κάμαλα Χάρις είτε ο Ντόναλντ Τραμπ, οπότε όλες οι πλευρές βιάζονται να καταλάβουν/ανακτήσουν εδάφη, να σφυροκοπήσουν τον εχθρό, να δημιουργήσουν ένα στάτους το δυνατόν ευνοϊκότερο για τα όποια σχέδιά τους, ενόψει πιθανών διαπραγματεύσεων κατά τη διάρκεια της επόμενης χρονιάς.
Ο ιταλός αρθρογράφος υποστηρίζει πως το τελευταίο διάστημα πολλοί αναλυτές της παλιάς γεωπολιτικής σχολής στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ υπέπεσαν σε ένα σοβαρό σφάλμα, διαβάζοντας όλες τις συνεχιζόμενες μεγάλες κρίσεις ανά τον κόσμο ως ασύνδετες μεταξύ τους ενώ στην πραγματικότητα αποτελούν καταστάσεις που εξελίσσονται από κοινού.
Το ότι ο Χασάν Νασράλα, αρχηγός της Χεζμπολάχ, δεν αποφασίζει να αποδεχτεί την τρομακτική πρόκληση που του θέτει ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, οφείλεται στο ότι φοβάται μια πιθανή εκτεταμένη χερσαία επιχείρηση που θα μπορούσε να καταστρέψει τον Λίβανο, δίχως στη συνέχεια τα πλούσια αραβικά κράτη να σπεύσουν να συνδράμουν οικονομικά τη χώρα και τον πληθυσμό της.
Ο Ριότα αναφέρει σχετικά πως οι σχέσεις της Χεζμπολάχ με τη Σαουδική Αραβία έχουν «παγώσει», λόγω του πολέμου δια αντιπροσώπων που διεξήγαγαν οι Σαουδάραβες κατά των Χούθι στην Υεμένη, ενώ και το Κατάρ έχει άλλες προτεραιότητες στην παρούσα φάση. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, από το 2012 έως το 2022 ο αριθμός των φτωχών Λιβανέζων έχει τριπλασιαστεί, οπότε μια σύρραξη παρόμοια με εκείνη του 2006, θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα.
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, από την πλευρά του, επιθυμεί όποιος επικρατήσει στις αμερικανικές εκλογές να τον βρει με μια ζώνη ασφαλείας (buffer zone) στον Νότιο Λίβανο, με τη Χαμάς καρατομημένη και με την Χεζμπολάχ ταπεινωμένη.
Εως τον Ιανουάριο επιδιώκει να επιβιώσει υπογείως και ο Γιαχία Σινουάρ, ο αρχηγός-φαντομάς της Χαμάς (ορισμένα ισραηλινά μέσα υποθέτουν πως θα μπορούσε να είναι νεκρός) ώστε να εμφανιστεί στη συνέχεια με μια πρόταση για εκεχειρία.
Οσο για τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι επέλεξε να περάσει στην άμυνα στην ανατολική Ουκρανία, ρισκάροντας, όμως, έτσι, περαιτέρω απώλειες, ώστε να μετατοπίσει τη σύρραξη εντός της Ρωσίας και να ενισχύσει, έτσι, τη διαπραγματευτική του θέση, έως τον Ιανουάριο του 2025.
Την ίδια ώρα ο Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος είναι εξαιρετικός στο να αποκρύπτει τους πραγματικούς του στόχους πίσω από την παραπληροφόρηση και την προπαγάνδα, απειλεί ακόμα και με τρίτο παγκόσμιο πόλεμο για να σπείρει τον τρόμο, αναμένοντας επίσης το αποτέλεσμα των εκλογών της 5ης Νοεμβρίου, ώστε να αποπειραθεί να διχάσει στη συνέχεια τους Ευρωπαίους, ανάλογα με το αποτέλεσμα, και να λυγίσει για πάντα τους Ουκρανούς. Αναφερόμενος στις επιφυλάξεις που καταγράφονται ανά την Ευρώπη όσον αφορά τη συνέχιση της στρατιωτικής αρωγής της Ουκρανίας, ο Τζάνι Ριότα αναφέρει χαρακτηριστικά πως «η ρωσική ρουλέτα εξακολουθεί να είναι της μόδας».
Ολοκληρώνοντας την ανάλυσή του ο δημοσιογράφος της La Repubblica επικαλείται τον Καρλ Βον Κλάουζεβιτς και το εμβληματικό του έργο «Περί του Πολέμου», στο οποίο ο πρώσος στρατηγός έγραψε, μεταξύ άλλων, πως «στον πόλεμο η μόνη βεβαιότητα είναι η αβεβαιότητα».
Επομένως οι εξελίξεις κατά τις επόμενες εβδομάδες δύσκολα μπορούν να προβλεφθούν «με τους ηγέτες, τους δημοκράτες και τους τρομοκράτες, τους δικτάτορες και τους λαϊκιστές, να ρισκάρουν, ώστε να αυξήσουν τα μέσα για την υποστήριξη των φιλοδοξιών τους. Το τέλος είναι σκοτεινό, εν μέσω της βίας, φυσικής και λεκτικής, που επικρατεί ενόψει των αμερικανικών εκλογών και με τις πιθανές κυβερνήσεις, τη δεύτερη του Τραμπ ή την πρώτη της Χάρις, να μην επιδεικνύουν καμία σαφήνεια σχετικά με το τι πρέπει να κάνουν», καταλήγει ο Τζάνι Ριότα.