Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποίησε την Πολωνία ότι είναι «έτοιμη να κινήσει αμέσως τη διαδικασία του άρθρου 7» σε βάρος της, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην αναστολή των δικαιωμάτων ψήφου της στην ΕΕ, σε περίπτωση ανάκλησης των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας.
Ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής Φρανς Τίμερμανς μετέφερε σε δηλώσεις του την απαίτηση της επιτροπής από την πολωνική κυβέρνηση «να μην λάβει κανένα μέτρο για την ανάκληση ή αναγκαστική συνταξιοδότηση των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου».
«Οι συστάσεις μας προς τις πολωνικές αρχές είναι σαφείς. Οφείλουν να αποκαταστήσουν την ανεξαρτησία του Συνταγματικού Δικαστηρίου και να αποσύρουν τους νόμους για τη μεταρρύθμιση της δικαστικής εξουσίας είτε να τους ευθυγραμμίσουν με το πολωνικό Σύνταγμα και με τα ευρωπαϊκά πρότυπα», επισήμανε ο Τίμερμανς.
Σε διαφορετική περίπτωση, είπε, η Επιτροπή «είναι έτοιμη να κινήσει αμέσως τη διαδικασία του άρθρου 7» εντός ενός μηνός, κάτι που θα γίνει για πρώτη φορά στην ιστορία της.
Η πρώτη παράγραφος του άρθρου 7 -μια επίσημη προειδοποίηση από την ΕΕ, η οποία μπορεί να εκδοθεί από τα τέσσερα πέμπτα των κρατών- μελών στο Συμβούλιο των Υπουργών- ενδέχεται να ενεργοποιηθεί ακόμα και νωρίτερα εάν οι πολωνικές αρχές λάβουν μέτρα για την απόλυση ή την αναγκαστική αποχώρηση των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Η διαδικασία θα κινηθεί μάλιστα επί παραβάσει, ένα μέτρο που μπορεί να οδηγήσει σε οικονομικές κυρώσεις κατά της Βαρσοβίας, μετά τη δημοσίευση στην επίσημη Εφημερίδα της Κυβέρνησης στην Πολωνία του νέου νόμου για την οργάνωση των δικαστηρίων.
Η ΕΕ δεν έχει κλείσει εντελώς την πόρτα του διαλόγου με την Βαρσοβία, υπενθύμισε ακόμη ο Τίμερμανς, ο οποίος καλωσόρισε το γεγονός ότι ο πρόεδρος της χώρας Αντρέι Ντούντα άσκησε βέτο σε δύο από τους τρεις νόμους, αυτούς που αφορούν τα ανώτατα δικαστήρια.
Πρόκειται για την τρίτη δέσμη συστάσεων κατά της Πολωνίας μέσα σε ακριβώς έναν χρόνο. Είχαν προηγηθεί αυτές της 27ης Ιουλίου 2016 και της 21ης Δεκεμβρίου 2016.