Ολες τις φυλές έχει ο ρωσικός στρατός στις τάξεις του, αφού η Ρωσία είναι αχανής και εκ παραδόσεως πολυεθνική. Ωστόσο ακόμη κάνει εντύπωση αυτό το γεγονός, αν και πρώτοι απ’ όλους οι Γερμανοί του Τρίτου Ράιχ το είχαν… αναδείξει, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο Ανατολικό Μέτωπο ιδίως, μιλώντας για μάχη ζωής και θανάτου την οποία δήθεν έδινε ο λευκός άνθρωπος (οι… Αριοι) με αντίπαλο την Ασία των «υπανθρώπων».
Στον εφετινό ρωσο-ουκρανικό πόλεμο ήδη έχουν πρωταγωνιστήσει στις σελίδες των Δυτικών Μέσων σαν κουλέρ λοκάλ οι γενειοφόροι Τσετσένοι του Καντίροφ, πολεμώντας στη Μαριούπολη. Η Repubblica, πάντως, αφιέρωσε χώρο και για ένα ρεπορτάζ του Τζανλούκα Ντι Φέο που έχει γαρνιριστεί «εξωτικά» και με άλλες φυλές, ακόμη πιο γραφικές όταν ντύνονται στο χακί – στο ρωσικό χακί, εννοείται.
Γονυκλισίες και φυλαχτά
Να, λοιπόν, ένας βουδιστής ιερέας του ρωσικού στρατού που δίνει την ευλογία του σε κάποιον βουδιστή φαντάρο ο οποίος στέκει εμπρός του γονυπετής. Να και οι Κοζάκοι εθελοντές, που προσκυνούν την εικόνα του μεγαλομάρτυρος και τροπαιοφόρου Αγίου Γεωργίου, όπως και της Θεοτόκου, προτού φύγουν για το Ντονμπάς. Βέβαια, στα βουνά του Νταγκεστάν οι ρώσοι στρατιώτες προσεύχονται μαζί με τον ιμάμη τους στραμμένοι προς τη Μέκκα, απαγγέλλοντας στίχους του Κορανίου. Και ακόμη πιο βαθιά στην Ασία, κάτω στις σιβηρικές στέπες και πάνω στα άγρια βουνά, οι μογγολικής καταγωγής νεοσύλλεκτοι ζητούν από τους σαμάνους της φυλής τους φυλαχτά, λιλιά και τζοβαΐρια τα οποία θα τους προστατεύσουν από τις ουκρανικές (από τις Δυτικές) σφαίρες.
Είναι γλαφυρός ο Ντι Φέο, καθ’ όσον το θέμα του είναι και αυτό πολύ αβανταδόρικο και προσφέρεται για ασκήσεις επί χάρτου: «Δεν είναι πλέον η Σοβιετική Ενωση, αλλά η Αγία Ρωσία των πολλών θρησκειών που ρίχνεται στη μάχη. Αυτές είναι οι θρησκείες που δίνουν στο Κρεμλίνο έναν καινούργιο στρατό πολεμιστών. Επειδή η αστική τάξη των πόλεων είναι απρόθυμη να φορέσει τη στολή, ο Πούτιν στράφηκε προς τους εκατό λαούς της Ρωσίας, προς στις μειονότητες δηλαδή, για να αναζωογονήσει το ταλαιπωρημένο στράτευμά του».
Ο ιταλός συντάκτης έγραψε ότι «οι μορφωμένοι Ρώσοι δεν ξεγελιούνται από την κρατική προπαγάνδα», έτσι η στροφή στους μειονοτικούς ήταν μονόδορομος. «Δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία», ομολόγησε, «ωστόσο οι εικόνες από την Ουκρανία δείχνουν ότι τη δεύτερη φάση της εισβολής την ανέλαβαν πολυεθνικές δυνάμεις». Και συμπλήρωσε ότι οι ρώσοι στρατηγοί «είναι πεπεισμένοι ότι τον πόλεμο τον κερδίζει όποιος έχει άνδρες ετοιμοπόλεμους, με πολεμική παράδοση, κίνητρα», αλλά και με κουλτούρα όχι απλώς πειθαρχίας αλλά «υπακοής» (νύξη για τον περιβόητο ασιατικό δεσποτισμό).
Εθνοφυλακή «πραιτωριανών»
Μιλώντας για «κίνητρα», ο τον Ντι Φέο έγραψε ότι «οι νέοι μουσουλμάνοι από τον Καύκασο και από την Τσετσενία έχουν την ευκαιρία να ανδρωθούν στον στρατό», οι Κοζάκοι να συνεχίσουν στη γραμμή των παππούδων τους που υπερασπίστηκαν τόσο τον τσάρο όσο και τον Στάλιν, ενώ «οι Ασιάτες, Μογγόλοι και Σιβηριανοί, την ευκαιρία να αποδείξουν ότι εκτελούν πάντα με πίστη το καθήκον τους». Ο Ιταλός ισχυρίστηκε ότι επί Σοβιετικής Ενωσης οι μειονοτικοί περνούσαν τα πάνδεινα στους στρατώνες του Κόκκινου Στρατού, αλλά «μετά τον πόλεμο της Τσετσενίας ο Πούτιν κατάλαβε ότι οι μειονοτικοί μπορεί να του φανούν χρήσιμοι».
Πώς; «Επειδή πολέμησαν [στην Τσετσενία] με θάρρος και αυταπάρνηση, πειθαρχημένα, χωρίς λιποταξίες, με πίστη στους ηγέτες τους». Ο Ντι Φέο είναι βέβαιος ότι «τότε ο Πούτιν συνειδητοποίησε» ότι οι μειονοτικοί πολεμιστές «του προσέφεραν την ευκαιρία να εδραιώσει τη βασιλεία του, δημιουργώντας ένα αντίβαρο στον κανονικό στρατό: έτσι το 2016 εφηύρε την Rosgvardia, την Εθνοφρουρά, όπου συνενώθηκαν 340.000 άνδρες σε πτέρυγες δηλωτικές της εθνικής καταγωγής». Για τον Ιταλό πρόκειται για σώμα «πραιτωριανών» με απευθείας αναφορά στο Κρεμλίνο, έτοιμο για κάθε είδους μάχη, ακόμη και μέσα στο ρωσικό έδαφος («αντιμετώπιση διαδηλώσεων» έγραψε, κ.λπ.). Επίσης στη Rosgvardia ο Ντι Φέο χρέωσε την «Μπούτσα» και την «αντιμετώπιση της αντίστασης» στη Μαριούπολη.
«Καλά λεφτά και λεηλασίες»
Για τους μουσουλμάνους που πολεμούν στο Ντονμπάς και στα πέριξ υπέρ της Ρωσίας ο Ντι Φέο σημείωσε ότι «έχουν εξοπλιστεί καλύτερα από τους υπόλοιπους ρώσους στρατιώτες», ότι «φορούν στολές καταδρομέων» και ότι «λαμβάνουν επιπλέον χρήματα», εν είδει επιμισθίου, τα οποία «αυξάνουν τα κέρδη από τη λεηλασία».
Ο ιταλός δημοσιογράφος έγραψε επίσης ότι οι Τσετσένοι και Νταγκεστανοί, «οι οποίοι ανεμίζουν τις σημαίες τους και περιφέρουν με τα τανκς τα πορτρέτα των ηγετών τους», έχουν εξασφαλισμένη την ατιμωρησία για τα πεπραγμένα τους («για αυτούς δεν υπάρχει στρατοδικείο») και απόλυτη ελευθερία δράσης. Γιατί; Επειδή «τους ανατίθεται η εκκαθάριση των αστικών περιοχών στην Ουκρανία», δηλαδή «η συγκέντρωση πολιτικού προσωπικού και στρατιωτικών και η μεταφορά τους σε φυλακές τις οποίες κανείς δεν έχει δει ποτέ, ή η δολοφονία τους και το θάψιμό τους σε ομαδικούς τάφους».
Τέλος ο Ντι Φέο, μάλλον λυπημένος, παρατήρησε ότι και ο παροιμιώδης βουδιστικός πασιφισμός έχει καταπέσει στα ουκρανικά πεδία των συγκρούσεων, αφού «οι μογγολικής καταγωγής ρώσοι στρατιώτες κατηγορούνται για εγκλήματα κατά αμάχων που διαπράχθηκαν στα περίχωρα του Κιέβου», ενώ και η εντός του ρωσικού στρατεύματος θρησκευτική ηγεσία τους ευλογεί τον πόλεμο.