Το πορτρέτο του Μπασάρ αλ Ασαντ παντού. Χιλιάδες οπαδοί του ξεχύθηκαν στους δρόμους της Δαμασκού | REUTERS/Omar Sanadiki
Επικαιρότητα

Με 95,1% πρόεδρος της Συρίας για επτά ακόμα χρόνια ο Μπασάρ αλ Ασαντ!

Σε εκλογές-παρωδία, από τις οποίες είχαν αποκλειστεί σχεδόν όλοι οι εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης, ο σύρος ηγέτης που διοικεί τη χώρα από το 2000 επανεξελέγη θριαμβευτικά
Protagon Team

Η είδηση λέει ότι ο Μπασάρ αλ Ασαντ «επανεξελέγη» πρόεδρος της Συρίας, για μια τέταρτη επταετή θητεία στο αξίωμα αυτό. Μάλιστα το ποσοστό των ψήφων που απέσπασε είναι τρομακτικά εμφατικό: 95,1%. Τα αποτελέσματα των εκλογών ανακοίνωσε ο πρόεδρος του συριακού κοινοβουλίου. Οι δύο άλλοι υποψήφιοι, ο Αμπντάλα Σαλούμ Αμπντάλα και ο Μαχμούντ Μαρέι έλαβαν αντίστοιχα το 1,5% και το 3,3% των ψήφων. Οι οπαδοί του 56χρονου Ασαντ ξεχύθηκαν στους δρόμους της Δαμασκού, πανηγυρίζοντας.

Στην πραγματικότητα όμως οι εκλογές στη Συρία είναι ένα ανέκδοτο. Ο Ασαντ ουσιαστικά κληρονόμησε την προεδρία το 2000 από τον πατέρα του, τον στρατηγό Χαφέζ αλ Ασαντ, που έχοντας συμμετάσχει σε τρία (!) πραξικοπήματα διοικούσε προσωπικά τη χώρα από το 1971. Οταν πέθανε ο πατέρας, την εξουσία την πήρε ο πρωτότοκος.

Υστερα από 21 χρόνια στην εξουσία και με τη χώρα να σπαράσσεται εδώ και περισσότερα από 10 χρόνια από έναν αιματηρό εμφύλιο, δεν έχει απομείνει κάποιος στη Δαμασκό να αμφισβητήσει την εξουσία του Ασαντ. Η νίκη του, στις εκλογές που καταγγέλλονται ως αντιδημοκρατικές, τόσο από την αντιπολίτευση όσο και από τις δυτικές χώρες, έχει σημασία μόνο ως προς το εύρος της, αυτό το 95,1% εντυπωσιάζει.

«Ο κ. Μπασάρ ιμπν αλ-Χάφεζ αλ-Ασαντ έλαβε 13.540.860 ψήφους που αντιστοιχούν στο 95,1% των εγκύρων ψήφων», δήλωσε ο πρόεδρος του συριακού κοινοβουλίου Χαμουντά αλ-Σαμπάχ, ανακοινώνοντας το αποτέλεσμα.

Γιατί όμως 95,1%; Διότι βάσει νόμου, υποψηφιότητα μπορεί να θέσει κάποιος μόνον εφ’ όσον διαμένει στη Συρία συνεχώς τα τελευταία δέκα χρόνια. Και όλοι οι ισχυροί εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης βρίσκονται εκτός χώρας, οπότε αποκλείστηκαν από τη διαδικασία. Οι δύο που τόλμησαν να θέσουν υποψηφιότητα απλώς «νομιμοποίησαν» τη διαδικασία, καθώς δεν είχαν κανένα λαϊκό έρεισμα.