Στις Πολιτείες της Αριζόνα και της Νεβάδα, όπου εκατοντάδες χιλιάδες αμέτρητες ψήφοι «κρατούσαν» το κλειδί για τον έλεγχο της Γερουσίας των ΗΠΑ, παρέμειναν στραμμένα τα μάτια του πολιτικού κόσμου την Παρασκευή, τρεις ημέρες μετά τη διεξαγωγή των ενδιάμεσων εκλογών.
Η καθυστέρηση σε περιοχές όπως η κομητεία Μαρικόπα της Αριζόνα, όπου βρίσκεται το Φοίνιξ, η 5η μεγαλύτερη πόλη των ΗΠΑ σε πληθυσμό, αποδίδεται στον αριθμό-ρεκόρ των ψηφοφόρων που προσήλθαν στις κάλπες την Τρίτη, μετέδωσε το Reuters.
Οι Αρχές είχαν εκτιμήσει ότι τα αποτελέσματα θα ήταν διαθέσιμα μέχρι και την Παρασκευή, ωστόσο στη συνέχεια έκαναν γνωστό ότι η καταμέτρηση θα συνεχιζόταν και το Σαββατοκύριακο.
Στη Νεβάδα, οι αρμόδιοι αξιωματούχοι επίσης είχαν εκτιμήσει ότι η εικόνα θα είχε ξεκαθαρίσει την Παρασκευή, αλλά και εδώ ο μεγάλος αριθμός των ψήφων «έδειξε» ότι η καταμέτρηση θα συνεχιστεί και την επόμενη εβδομάδα. Στη συγκεκριμένη Πολιτεία, όμως, η ανακοίνωση του νικητή θα μπορούσε να ανακοινωθεί με το που συγκεντρώσει ένα απαιτούμενο ποσοστό ψήφων.
Εάν ένα από τα δύο κόμματα εξασφαλίσει τη νίκη και στις δύο αυτές Πολιτείες, τότε εξασφαλίζει και τον έλεγχο της Γερουσίας, ανέφερε ο Guardian.
Εάν οι Δημοκρατικοί και οι Ρεπουμπλικανοί «μοιραστούν» τις πρωτιές στις συγκεκριμένες αναμετρήσεις, όμως, τότε ο δεύτερος εκλογικός γύρος στην Τζόρτζια μεταξύ του Δημοκρατικού γερουσιαστή Ράφαελ Γουόρνοκ και του Ρεπουμπλικανού Χέρσελ Γουόκερ, στις 6 Δεκεμβρίου, θα αποτελέσει την ύστατη μάχη για την αμερικανική Ανω Βουλή, η οποία έχει λόγο σε κρίσιμα ζητήματα μεταξύ των οποίων οι διορισμοί των δικαστικών του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συνέχισε το ρεπορτάζ.
Στο μεταξύ, την ίδια ημέρα, οι Ρεπουμπλικανοί εμφανίζονταν έτοιμοι να ανακτήσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων από το κόμμα του Τζο Μπάιντεν, εξέλιξη που, αν «κλειδώσει», τους δίνει το δικαίωμα βέτο στη νομοθετική ατζέντα του τελευταίου. Εξασφαλίζοντας την πλειοψηφία στη Βουλή, οι Ρεπουμπλικανοί θα μπορούν επίσης να ξεκινήσουν κοινοβουλευτικές έρευνες για τη διακυβέρνηση Μπάιντεν, καθώς και να παρεμβαίνουν στην κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού σε μεγαλύτερο βαθμό.
Την Πέμπτη ο Μπάιντεν είχε παραδεχθεί ότι οι πιθανότητες να διατηρήσουν τον έλεγχο της Βουλής οι Δημοκρατικοί είναι μικρές.
Σύμφωνα μάλιστα με εκτίμηση της Edison Research αργά την Πέμπτη οι Ρεπουμπλικανοί είχαν εξασφαλίσει τουλάχιστον 211 από τις 218 έδρες που χρειάζονται για την πλειοψηφία στη Βουλή, ενώ οι Δημοκρατικοί είχαν κερδίσει 197.
Οι 27 έδρες για τις οποίες το αποτέλεσμα δεν είχε κριθεί έως τότε περιελάμβαναν μάχες «στήθος με στήθος» μεταξύ των υποψηφίων.
Σε κάθε περίπτωση, το «κόκκινο κύμα» που περίμεναν οι Ρεπουμπλικανοί δεν προέκυψε την Τρίτη, παρά τα αναιμικά ποσοστά αποδοχής του Μπάιντεν και τη βαθιά απογοήτευση των Αμερικανών για τον πληθωρισμό.
Την εκλογική βραδιά σημάδεψε, δε, η ήττα ρεπουμπλικανών υποψηφίων οι οποίοι απολάμβαναν τη στήριξη του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, με αποτέλεσμα πολλοί Ρεπουμπλικανοί να κατηγορούν τον Ντόναλντ Τραμπ για τις επιδόσεις του κόμματος.
Ενα από τα πρώτα συμπεράσματα που ακολούθησαν το κλείσιμο των καλπών των ενδιάμεσων εκλογών ήταν ότι ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον ΝτεΣάντις, ο οποίος κατατρόπωσε τον δημοκρατικό αντίπαλό του, θα μπορούσε να αμφισβητήσει τον Τραμπ, λόγω των παραπάνω, και να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του για το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών, ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024, απέναντι στον 76χρονο πολιτικό.