Οσα δεν φέρνει ο χρόνος τα φέρνει μια στιγμή.
Αυτό κατάλαβε για τα καλά ο Aντζελο Βαβασόρι, ένας 53χρονος αναισθησιολόγος στο νοσοκομείο του Μπέργκαμο, ο οποίος την μια μέρα ήταν μια χαρά και στα πόδια του και την επομένη είδε τη γη να φεύγει κάτω από τα πόδια του, έχοντας κολλήσει κορονοϊό από κάποιον ασθενή του.
«Μέσα σε λίγες μόλις ώρες, πέρασα από τις 15 στις 40 αναπνοές το λεπτό. Δεν έμπαινε άλλος αέρας στους πνεύμονες, σχεδόν έχασα την όρασή μου. Αν είμαι εδώ, το οφείλω στους συναδέλφους μου γιατρούς, τους πραγματικούς ήρωες, οι οποίοι τις πιο δύσκολες στιγμές με έκαναν να νιώθω ήρεμος. Η ιστορία μου, τις χαλεπές αυτές ώρες, ενδέχεται να βοηθήσει πολλούς να μην τα παρατήσουν ποτέ», λέει ο ίδιος μιλώντας στην ιταλική εφημερίδα Repubblica.
Ο αναισθησιολόγος, παντρεμένος και πατέρας 4 παιδιών, περιγράφει ότι από τις 22 Φεβρουαρίου ήταν διαρκώς στο πόδι θεραπεύοντας τους πρώτους μολυσμένους που κατέφταναν στο νοσοκομείο της ιταλικής πόλης.
«Το Σάββατο 29 Φεβρουαρίου μου ανέβηκε λίγο ο πυρετός, αλλά συνέχισα, καθώς ήταν δύσκολες μέρες και την Κυριακή τελείωσα τη βάρδια μου τα μεσάνυχτα. Τη Δευτέρα το πρωί ήμουν καλά, αλλά μετά, προς το βράδυ, είχα ήδη 38,9 πυρετό», θυμάται, προσθέτοντας ότι προκειμένου να μη στερήσει το κρεβάτι της ΜΕΘ από κάποιον πιο ηλικιωμένο, κλείστηκε σε ένα δωμάτιο του σπιτιού του.
«Επί δύο ημέρες μου άφηναν το φαγητό μπροστά στην κλειστή πόρτα. Το έπαιρνα με γάντια και μάσκα, μετά απολύμανα τα πάντα. Μιλούσαμε συνέχεια στο τηλέφωνο. Ακόμη όμως και αυτά τα μέτρα προστασίας, δεν ήταν αρκετά. Η γυναίκα μου και ο 18χρονος γιος μου μολύνθηκαν. Τα 14χρονα δίδυμα και η 11χρονη κόρη μας, ευτυχώς όχι», τονίζει.
Οπως παραδέχεται, η κατάσταση του επιδεινώθηκε δραματικά την Τετάρτη 4 Μαρτίου.
«Μου έκαναν το τεστ και την Πέμπτη επιβεβαιώθηκε οτι ήμουν θετικός. Ο πυρετός παρέμενε γύρω στο 39. Το βράδυ εκείνο άρχισα να αναπνέω με δυσκολία. Μέσα σε λίγα λεπτά έχασα την όσφρηση και τη γεύση και έβλεπα όλο και λιγότερο. Λόγω της έλλειψης οξυγόνου παρουσίασα πονοκεφάλους και δυσεντερία», επισημαίνει, προσθέτοντας πως περίμενε υπομονετικά να αδειάσει ένα κρεβάτι στη ΜΕΘ του νοσοκομείου προκειμένου να εισαχθεί.
«Στις 23:00 μου τηλεφώνησε ένας συνάδελφος για να μου πει ότι άδειασε ένα κρεβάτι. Η ακτινογραφία επιβεβαίωσε ότι είχε ξεκινήσει η πνευμονία. Με έβαλαν αμέσως στον αναπνευστήρα τελοεκπνευστικής πίεσης των αεραγωγών [PΕΕΡ] ενώ μου παρείχαν και το κοκτέιλ αντιρετροϊκών που προβλέπεται από το πρωτόκολλο.
Οπως λέει, για 48 ώρες ήταν «απών».
«Αντιλαμβάνεσαι στον ύπνο σου ότι οι γιατροί και τα μηχανήματα σε τροφοδοτούν οξυγόνο. Ο χρόνος συμπυκνώνεται σε μια στιγμή […] που αποτελούν τα σύνορα ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο».
Οσο για το τι έχει να συμβουλέψει κάποιον που θα νοσήσει από τον κορονοϊό και θα παλεύει για τη ζωή του, είναι σαφής:
«[Θα του έλεγα] Να μην παραλύσει από τον φόβο. Θα πρέπει να διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας και να αφεθούμε στους γιατρούς. Σε τραβάνε πίσω, και κάθε ίχνος πνευμονίας υποχωρεί. Η δική μου ανησυχία όμως είναι άλλη. Οταν σκέφτομαι τους γιατρούς και τους νοσηλευτές μας, συγκινούμαι. Είμαστε στα όριά μας και ξέρουμε ότι η μάχη θα είναι μεγάλης διάρκειας. Ζητώ από όλους σας να μας βοηθήσετε, μένοντας σπίτια σας. Ετσι είστε στο πλευρό μας», καταλήγει με νόημα ο Βαβασόρι.