Πλαστά στοιχεία, με το ψεύτικο όνομα Daniel Campos, και δήθεν διπλή υπηκοότητα –βραζιλιάνικη και αυστριακή– δήλωνε ο σύζυγος της φερόμενης ως κατασκόπου Irena A. S.
Στην πραγματικότητα πρόκειται περί ρώσου υπηκόου ο οποίος ανακλήθηκε και αυτός πίσω στην πατρίδα του, με τη «Μαρία Τσάλλα», όπως συστηνόταν η Irena S., να τον δηλώνει αγνοούμενο, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Γιάννη Σουλιώτη στην «Καθημερινή».
Ο Ρώσος δραστηριοποιείτο ως κατάσκοπος στη Βραζιλία.
Ενας ηλεκτρονικός υπολογιστής που βρέθηκε στο διαμέρισμα της οδού Αρριανού, στο Παγκράτι, και τα ταξίδια που πραγματοποίησε μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας στο διάστημα μέχρι την αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας της Irena S. ενδέχεται να ρίξουν φως στη μυστική δράση της ίδιας στην Ελλάδα, προσέθεσε η εφημερίδα.
Η συγκεκριμένη γυναίκα δρούσε ως κατάσκοπος της Ρωσίας, με τα ίχνη της να εντοπίζονται στην Ελλάδα ήδη από το 2018. Αρμόδιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι σημείωναν, πάντως, ότι δεν έχουν διαπιστωθεί επαφές της με στελέχη της ρωσικής πρεσβείας στην Αθήνα.
Το ζευγάρι φέρεται να επέστρεψε στη Ρωσία ήδη από τον Ιανουάριο. Για την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών η υπόθεση άρχισε να εκτυλίσσεται στις αρχές του έτους, όταν ενημερώθηκε για τον ύποπτο ρόλο της «Μαρίας Τσάλλα».
Στο ληξιαρχείο Αμαρουσίου
Ακολούθησε έρευνα στο ληξιαρχείο Αμαρουσίου και διαπιστώθηκε ότι άγνωστοι είχαν αφαιρέσει από το αρχείο σελίδες αντικαθιστώντας τες με άλλες, που όμως είχαν τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα. «Υπήρχε ανακολουθία ανάμεσα σε έγχαρτο και ηλεκτρονικό αρχείο» δήλωσε στην «Κ» αρμόδια κυβερνητική πηγή.
Τα στελέχη της ΕΥΠ, με τη βοήθεια Δυτικών μυστικών υπηρεσιών, ταυτοποίησαν τη μυστηριώδη γυναίκα διαπιστώνοντας ότι πρόκειται για υπήκοο Ρωσίας με τα στοιχεία Irena A. S. Διαπίστωσαν ακόμη ότι είχε έρθει στην Ελλάδα χρησιμοποιώντας αρχικά ένα πλαστό διαβατήριο χώρας της Λατινικής Αμερικής, καθώς και ότι το 2018 εξέδωσε ληξιαρχική πράξη γέννησης, με στοιχεία που αντιστοιχούσαν σε «θνησιγενές βρέφος» με ημερομηνία γέννησης και θανάτου Δεκέμβριος 1991. Στη συνέχεια, η «Μαρία Τσάλλα» ή Irena καταχωρίστηκε στο δημοτολόγιο του Δήμου Αλιβερίου.
Το χρονικό
Ενα μικρό μαγαζί ειδών χειροτεχνίας και πλεκτικής με την ονομασία «Γαλάζιο», στην οδό Αρριανού 4, στο Παγκράτι, ήταν ο χώρος που διατηρούσε ως προκάλυμμα η «Μαρία Τσάλλα». Η ίδια έφυγε εσπευσμένα για τη Ρωσία τον περασμένο Ιανουάριο, αφήνοντας πίσω τα προσωπικά της αντικείμενα.
Πληροφορίες του ίδιου Μέσου ανέφεραν ότι μετά τη φυγή της επικοινώνησε με τον σπιτονοικοκύρη της (στον οποίο πλήρωσε τα ενοίκια) και μια υπάλληλό της, την «Κατερίνα». Επικαλούμενη λόγους υγείας, τους ανακοίνωσε ότι δεν θα επιστρέψει στην Ελλάδα.
Η υπάλληλος και ένας άνδρας με τον οποίο διατηρούσε σχέση στην Αθήνα δήλωσαν ότι είχαν πλήρη άγνοια για την πραγματική της ταυτότητα.
Η «Μαρία Τσάλλα» μιλούσε άπταιστα ελληνικά. Ανθρωποι που τη γνώριζαν αναφέρουν πως όταν έφτασε στην Αθήνα δεν μιλούσε καθόλου ελληνικά. Πήγε μάλιστα σε εξειδικευμένο σχολείο, που διδάσκει τη γλώσσα σε αλλοδαπούς, στο κέντρο της Αθήνας. Εκεί απέκτησε φιλικές σχέσεις, σε μια προσπάθεια να διευρύνει τον κύκλο της, σύμφωνα, πάντα, με το ρεπορτάζ του έμπειρου αστυνομικού συντάκτη Γιάννη Σουλιώτη.
Στους νέους φίλους της υποστήριζε ότι πούλησε όλα τα υπάρχοντά της στη Βραζιλία και ήρθε στην Αθήνα για μόνιμη διαμονή. Σε πρώτη φάση ασχολιόταν με τη φωτογραφία.
Αρχικά, όταν έφτασε στην Αθήνα, έμενε σε πολυτελές Airbnb στο Παγκράτι. Δεν έδειχνε να έχει κάποια οικονομική στενότητα.
Πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν ότι απέκτησε μια σειρά από φιλικές επαφές στο Παγκράτι και αλλού, ωστόσο –όπως δήλωσε στην εφημερίδα πηγή υπό τον όρο της ανωνυμίας– σπανίως «σε κοιτούσε στα μάτια, δεν φαινόταν ευθύς άνθρωπος, σαν να ήθελε να περάσει απαρατήρητη».
Μετά την πάροδο κάποιων μηνών, μιλούσε σπαστά ελληνικά και κυρίως αγγλικά, ωστόσο δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο για να μάθει καλά την ελληνική γλώσσα.
Επαγγελματικώς, πρώτα άνοιξε ένα διαδικτυακό κατάστημα στο οποίο πουλούσε υλικά για πλεκτά και κατόπιν το «Γαλάζιο» (μαγαζί ειδών χειροτεχνίας και πλεκτικής) στην οδό Αρριανού 4, στο Παγκράτι.
Στις αρχές Ιανουαρίου του 2023 είπε σε ανθρώπους που τη γνώριζαν ότι φεύγει για διακοπές τριών εβδομάδων, κλείνοντας μάλιστα και το μαγαζί της. Μετά την πάροδο αυτού του διαστήματος κάποιοι γνωστοί της την αναζήτησαν, καθώς είχαν χαθεί τα ίχνη της.