Ο Μπρούνο Στεφανίνι, ελβετός πολυεκατομμυριούχος κτηματομεσίτης που πέθανε το 2018, πέρασε τη ζωή του συλλέγοντας απίστευτα μεγάλο αριθμό κτιρίων, έργων τέχνης και ιστορικών αναμνηστικών, από κάστρα και πίνακες μέχρι την οδοντόβουρτσα του Ναπολέοντα στο Βατερλό.
Η τεράστια συλλογή του με περισσότερα από 100.000 κομμάτια περιλαμβάνει 6.000 ελαιογραφίες, μεταξύ των οποίων πίνακες σημαντικών ελβετών καλλιτεχνών, όπως ο Αουγκούστο Τζακομέτι και ο Φέρντιναντ Χόντλερ, αλλά και έργα καλλιτεχνών που είχαν βραβευτεί από τον Αδόλφο Χίτλερ, όπως ο Καρλ Σπίτσβεγκ και ο Aρνολντ Μπέκλιν.
«Αυτοί οι τεράστιοι αριθμοί είναι κάπως δυσβάσταχτοι», δήλωσε στους New York Times η Κάρολιν Λάνγκε, επικεφαλής της έρευνας προέλευσης σε ένα ίδρυμα που δημιούργησε ο Στεφανίνι το 1980, σε μια προσπάθεια να τα επιβλέπει όλα. Οπως αποδείχτηκε, όμως, ο εκκεντρικός Ελβετός ήταν καλός στο να μαζεύει πράγματα, αλλά όχι και στο να τα φροντίζει.
Αν και διατηρούσε χαμηλά ενοίκια ως ιδιοκτήτης, πολλά από τα ακίνητά του είχαν παραμεληθεί τόσο πολύ ώστε οι αξιωματούχοι της πόλης του, Βίντερτουρ, αναγκάστηκαν να αναλάβουν δράση. Ομοίως, ορισμένα αντικείμενα της συλλογής του μολύνθηκαν από το σαράκι ωίδιο και, ακόμα χειρότερα, από αμίαντο, υδράργυρο και ραδιενέργεια.
«Το μυαλό του ήταν μονόπλευρο» λέει η κόρη του Μπετίνα Στεφανίνι μιλώντας στην Κάθριν Χίκλεϊ των New York Times από το Βίντερτουρ, «Μέρος της προσωπικότητάς του ήταν ότι δεν είχε όρια. Το να βγάζει χρήματα ήταν δεύτερη φύση του. Δεν τον ενδιέφερε, όμως, να νοιάζεται για τα πράγματα. Αυτό ίσχυε για ολόκληρο το σύμπαν του, τα σπίτια του, ακόμα και τα ρούχα του», προσθέτει.
Τώρα, το Ιδρυμα για την Τέχνη, τον Πολιτισμό και την Ιστορία, του Στεφανίνι, με επικεφαλής την κόρη του, προσπαθεί να καθαρίσει τα πράγματα, όχι μόνο από τη βρώμα, αλλά και από την παραμικρή κηλίδα λεηλασίας της ναζιστικής εποχής. Από πέρυσι το ίδρυμα άρχισε να διεξάγει έρευνα με επικεφαλής τη Λάνγκε, για να εντοπίσει έργα τέχνης με ιστορίες προβληματικής ιδιοκτησίας ή μεγάλα κενά προέλευσης. «Εχεις μεγαλύτερη ηθική υποχρέωση να κάνεις τα πράγματα σωστά, αν μπορείς να το αντέξεις οικονομικά» λέει στη συνέντευξή της η Μπετίνα Στεφανίνι.
Και άλλοι ιδιώτες συλλέκτες ερεύνησαν την προέλευση έργων που είχαν στην κατοχή τους και όταν αποδείχτηκε πως το παρελθόν τους ήταν «σκοτεινό», τα επέστρεψαν. Η Neue Galerie του Ρόναλντ Σ. Λάουντερ στη Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, επέστρεψε δύο έργα από τη συλλογή της στους αρχικούς προπολεμικούς ιδιοκτήτες τους και στη συνέχεια τα απέκτησε ξανά.
Τον περασμένο μήνα, όμως, η Στεφανίνι προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, καθώς ανακοίνωσε ότι μια ανεξάρτητη ομάδα εμπειρογνωμόνων θα αξιολογήσει την έρευνα και θα λάβει δεσμευτικές αποφάσεις για το αν θα επιστραφούν αντικείμενα που αρχικά ανήκαν σε Εβραίους και θεωρήθηκαν χαμένα λόγω της ναζιστικής δίωξης.
Επικεφαλής της επιτροπής είναι ο Αντρέα Ρασέρ, δικηγόρος και πρώην αξιωματούχος του ελβετικού υπουργείου Πολιτισμού ειδικευμένος στη λεηλατημένη τέχνη, ο οποίος είπε ότι όλοι είναι αφοσιωμένοι στη λήψη αποφάσεων με βάση τα διεθνή πρότυπα, μεταξύ των οποίων και οι Αρχές της Διάσκεψης της Ουάσινγκτον του 1998 για την τέχνη που κατασχέθηκε από τους Ναζί.
«Ηταν πολύ σημαντικό για μένα να διασφαλίσω ότι η επιτροπή θα έχει πλήρη αυτονομία στη λήψη αποφάσεων και ότι το ίδρυμα θα είναι υποχρεωμένο να ακολουθεί τις αποφάσεις της» λέει η Μπετίνα Στεφανίνι, προσθέτοντας ότι το ίδρυμα θα κατοχυρώσει αυτή την υποχρέωση στους κανονισμούς του.
Οσον αφορά τις δημόσιες –σε αντίθεση με τις ιδιωτικές– συλλογές, οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Βρετανίας, της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Αυστρίας έχουν συστήσει ανεξάρτητες επιτροπές για την αξιολόγηση αξιώσεων, γράφει στους New York Times η Κάθριν Χίκλεϊ. Η Ελβετία, όμως, δεν διαθέτει ανάλογη επιτροπή, αν και πέρυσι το εθνικό της Κοινοβούλιο προέτρεψε την κυβέρνηση να δημιουργήσει.
Η Στεφανίνι ελπίζει ότι η νέα ομάδα του Ρασέρ θα ενθαρρύνει την ανοιχτή συζήτηση στην Ελβετία: «Θέλουμε να είμαστε θαρραλέοι και να μιλάμε για πράγματα που δεν συζητούνται. Αν προωθήσουμε τα ζητήματα της προέλευσης και της ιδιοκτησίας, τότε θα ενισχύσουμε αυτή τη συζήτηση γύρω από τα μουσεία», τονίζει.
Η έρευνα προέλευσης πρόκειται να δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα του ιδρύματος. Μέχρι στιγμής, οι ερευνητές έχουν πραγματοποιήσει έναν προκαταρκτικό έλεγχο των έργων που θεωρείται πιθανό να είχαν λεηλατηθεί από τους εβραίους ιδιοκτήτες τους ή πουληθεί μετά από ναζιστική δίωξη. Η έρευνα κατέληξε σε έξι μεταξύ 93 έργων που προκαλούν υποψίες και απαιτούν πιο προσεκτική εξέταση, ωστόσο το ίδρυμα δεν έχει δημοσιοποιήσει τους τίτλους τους.
Οι ερευνητές αποτελούν μέρος μιας ομάδας που έχει απασχολήσει έως και 80 άτομα για καθαρισμό, απογραφή, φωτογράφιση και συσκευασία 85.000 αντικειμένων από τη συλλογή, ώστε αυτά να είναι έτοιμα να μεταφερθούν σε έναν νέο αποθηκευτικό χώρο, που θα κατασκευαστεί κοντά στο Βίντερτουρ. Σε κάθε αντικείμενο δόθηκε και ένας κωδικός QR, ώστε να διασφαλιστεί ότι τα στοιχεία του θα αναγνωρίζονται εύκολα. Αλλά περισσότερα από 20.000 έργα τέχνης σε χαρτί δεν έχουν απογραφεί ακόμη.
Ακόμη και για μια τόσο μεγάλη ομάδα, ωστόσο, το έργο είναι τρομακτικό. Ο Μπρούνο Στεφανίνι συμμετείχε σε ελβετικές και γερμανικές δημοπρασίες και ήταν γνωστός ως αδηφάγος, εκλεκτικός συλλέκτης, που λάτρευε τη συγκίνηση των ανταγωνιστικών προσφορών.
Η συλλογή του περιλαμβάνει επίσης έργα γνωστών γυναικών εικαστικών, μεταξύ των οποίων οι Νίκι ντε Σεν Φαλ, Οτίλιε Βιλελμίνε Ρέντερσταϊν, Καίτε Κόλβιτς και Μέρετ Οπενχάιμ.
Αγόραζε επίσης κουκλόσπιτα, σαρκοφάγους, ιστορικά πικάπ, ένα μοντέλο τσίρκου σε μέγεθος διαμερίσματος, γράμματα, φωτογραφίες και το γραφείο από μαόνι στο οποίο ο πρόεδρος Τζον Φ. Κένεντι υπέγραψε τη μερική απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών το 1963. Το απέκτησε το 1996, σε δημοπρασία του Sotheby’s στη Νέα Υόρκη, για 1,4 εκατ. δολάρια.
Ακόμη, απέκτησε την ασημένια και επίχρυση οδοντόβουρτσα του Ναπολέοντα, με το εθνόσημό του, σε δημοπρασία στο Μόναχο το 1988, μαζί με ένα σημείωμα του βρετανού αξιωματικού που ισχυρίστηκε ότι τη λεηλάτησε μετά τη μάχη του Βατερλό από την άμαξα του ηττημένου αυτοκράτορα.
Η έλξη που του ασκούσαν ιστορικές και πολιτιστικές προσωπικότητες έκανε τον Μπρούνο Στεφανίνι να θέλει να αποκτήσει τα ρούχα τους. Η συλλογή του περιλαμβάνει μια στολή του Τσάρλι Τσάπλιν από την ταινία «Ο Μεγάλος Δικτάτορας», τις μπότες ιππασίας της αυτοκράτειρας Ελισάβετ της Αυστρίας και τη στολή που φορούσε ο στρατηγός Νόρμαν Σβάρτσκοπφ όταν ηγήθηκε των συμμαχικών δυνάμεων στην επιχείρηση «Καταιγίδα της Ερήμου», στον Πόλεμο του Κόλπου. Μεταξύ των πιο σκοτεινών αγορών του ήταν τα ρούχα όσων συμμετείχαν στις δίκες της Νυρεμβέργης, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – τόσο οι στολές φυλακής των κατηγορουμένων όσο και αντικείμενα που ανήκαν στους εισαγγελείς.
Η εμμονή του με τον πόλεμο, ιδιαίτερα τον Β’ Παγκόσμιο, τον οδήγησε στο να συλλέξει και πιστόλια, πολυβόλα, εναέριες βόμβες, χειροβομβίδες, ακόμη και ένα τανκ. Τα αποθήκευε στη σπηλαιώδη αποθήκη που είχε φτιάξει κάτω από το κάστρο του στο Μπρέστενμπεργκ, κοντά στην ελβετική πόλη Ααραου. Μάλιστα, ορισμένα περιείχαν ακόμη εκρηκτικά.
Το 2018, έξι μήνες πριν από τον θάνατο του πατέρα της, η Μπετίνα Στεφανίνι ανέλαβε τον έλεγχο του ιδρύματός του και της συλλογής, που ήταν διάσπαρτη στις διάφορες ιδιοκτησίες του, μεταξύ άλλων και σε τέσσερα ερειπωμένα κάστρα. Κάποια αντικείμενα, μάλιστα, είχαν παραμείνει ανέγγιχτα μετά την αγορά τους, κλεισμένα στη συσκευασία του οίκου δημοπρασίας.
Οι μηχανισμοί που δεν είχαν εκραγεί παραδόθηκαν στην αστυνομία και στη συνέχεια σε στρατιωτικούς, που τους πυροδότησαν σε πεδίο βολής τανκς σε μια κοιλάδα των Αλπεων.
Η Μπετίνα Στεφανίνι λέει στους New York Times ότι η αποθήκη Campo, που θα κατασκευαστεί κοντά στο Βίντερτουρ, θα είναι προσβάσιμη σε επισκέπτες και ενδέχεται μέρη της συλλογής να εκτίθενται. Ωστόσο, το ίδρυμα δεν σχεδιάζει να ανοίξει μουσείο. Αντιθέτως, θα συνεχίσει τα δάνεια σε μουσεία· πέρυσι, για παράδειγμα, 160 έργα δανείστηκαν σε εκθέσεις. Αποκαλύπτει επίσης ότι είναι στα σκαριά ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του πατέρα της.
Για να ερευνήσει τη ζωή και τη συλλογή του συλλέκτη, το ίδρυμα άνοιξε δεκάδες κουτιά μπανάνας γεμάτα με έγγραφα του Στεφανίνι που ήταν κρυμμένα σε σοφίτες διαφόρων σπιτιών: «Είναι ένα πολύ περιεκτικό αρχείο, γιατί ο Μπρούνο Στεφανίνι δεν πέταγε πολλά» λέει ο Σέβεριν Ρούεγκ, ιστορικός και υπεύθυνος της συλλογής. «Η πληροφορίες του είναι υπερβολικές και λίγο αποπροσανατολιστικές. Αλλά είναι σημαντικές για την έρευνα προέλευσης και πρέπει να κατανοήσουμε καλά τη συλλογή. Για να γίνει αυτό, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε καλύτερα το άτομο, ποιος ήταν ως συλλέκτης».