Η γαλλική εφημερίδα Le Monde ξεκινάει το ρεπορτάζ της, επικαλούμενη δηλώσεις της Ρούλας Πισπιρίγκου σε τηλεοπτικό σταθμό: «Δεν έχω βλάψει ποτέ τα παιδιά μου. Μιλούν για μένα σαν να είμαι τέρας, αλλά δεν είμαι. Έχουν κάνει τη ζωή μου σαπουνόπερα».
Η γυναίκα, επισημαίνει η εφημερίδα, που φέρεται να σκότωσε την κόρη της και εξετάζεται για ενδεχόμενη δολοφονία και των άλλων της δύο παιδιών της, χαρακτηρίζεται από τους Έλληνες ωσάν «Μήδεια της Πάτρας» και βρίσκεται αυτή τη στιγμή προφυλακισμένη στις φυλακές υψίστης ασφαλείας Κορυδαλλού, στην Αθήνα.
Στη συνέχεια το γαλλικό ρεπορτάζ εξηγεί ότι η αυτοψία και οι τοξικολογικές εξετάσεις διαπίστωσαν στο αίμα στη Τζωρτζίνα μεγάλη ποσότητα κεταμίνης, ενός ισχυρού φαρμάκου, που πωλείται, επίσης, στη μαύρη αγορά ως ναρκωτικό. «Η εννιάχρονη κόρη της Πισπιρίγκου ήταν στο νοσοκομείο, μόνη με τη μητέρα της και πέθανε μόλις είκοσι λεπτά μετά τη χορήγηση της ουσίας. Οι γιατροί την είχαν επισκεφθεί μια ώρα πριν, γι’ αυτό όταν η μικρή έπαθε ανακοπή κινήθηκαν οι νομικές διαδικασίες εναντίον της μητέρας».
«Νοσηρό» ενδιαφέρον
Από τον Φεβρουάριο, τα ελληνικά Μέσα τροφοδοτούν το ενδιαφέρον του κοινού με συνεντεύξεις με την οικογένεια, φίλους, γείτονες, τον πατέρα των κοριτσιών Μάνο Δασκαλάκη, ο οποίος μοιάζει να υποστηρίζει την κατηγορία εναντίον της γυναίκας του. Τρεις μέρες πριν από τον θάνατο της Τζωρτζίνας, ο σύζυγός της είχε ανακοινώσει στη Ρούλα Πισπιρίγου ότι ήθελε να εγκατασταθεί στην Αθήνα με τη νέα του σύντροφο. «Οι “σχολιαστές” παντός τύπου, γράφει η Le Monde με μια δόση ειρωνίας -και κάνοντας λόγο για “νοσηρό” ενδιαφέρον- σπεύδουν: όπως η Μήδεια με τον Ιάσονα, η Ρούλα ήθελε να τιμωρήσει τον Μάνο κάνοντας κακό στα παιδιά τους; Τι κάνει αυτή η μητέρα, που περιγράφεται ως ψυχρή και αναίσθητη, τώρα στη φυλακή; Διαβάζει ρομαντικά μυθιστορήματα, σε ένα κελί στην απομόνωση για να μην της επιτεθούν άλλες κρατούμενες, σύμφωνα με τους δικηγόρους της.
Η γαλλική εφημερίδα συνεχίζει, πετώντας… σπόντες: «Στην τηλεόραση μεταδίδεται ζωντανά το άνοιγμα του τάφου της Τζωρτζίνας, όπου υπάρχει θαμμένο μαζί με το παιδί ένα τάμπλετ που είχε βάλει η μητέρα της «επειδή ήταν το αγαπημένο της παιχνίδι». «Βασικό στοιχείο της έρευνας, σύμφωνα με τους “εμπειρογνώμονες” που προσκλήθηκαν σε εκπομπές, το τάμπλετ δεν αποκάλυψε τίποτε άλλο εκτός από μερικά επεισόδια από τα κινούμενα σχέδια “Πέπα το γουρουνάκι”. Μπροστά από το δικαστικό Μέγαρο της Αθήνας, οι διαδηλωτές φώναζαν “φόνισσα, ομολόγησε!”, ενώ στην πρόσοψη του σπιτιού τους στην Πάτρα, κάτοικοι της πόλης έχουν γράψει με μαύρο χρώμα “θάνατος στους παιδοκτόνους”».
«Η φρενίτιδα που προκαλεί αυτή η υπόθεση είναι πρωτόγνωρη στην Ελλάδα», σχολιάζει η Le Monde και ο δημοσιογράφος παίρνει τη γνώμη της καθηγήτριας Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο στην Αθήνα, Έφης Λαμπροπούλου: «Οι περιπτώσεις βρεφοκτονίας είναι σπάνιες στην Ελλάδα και η συναισθηματική φόρτιση είναι πολύ έντονη» γράφει η εφημερίδα.
Ελλείψεις σε ψυχολόγους και ειδικούς στο δημόσιο
Το δημοσίευμα αναφέρεται και στη σοβαρή υποστελέχωση των κοινωνικών υπηρεσιών στην Ελλάδα, μετά από μια δεκαετία οικονομικής κρίσης και περικοπών στον προϋπολογισμό, μια έλλειψη επαρκούς δυναμικού που, πιθανώς, εξηγεί γιατί δεν παρενέβησαν οι κοινωνικές υπηρεσίες όταν κάποιοι γείτονες είχαν καταγγείλει τους γονείς των παιδιών για κακοποίηση στις αρχές το 2014. «Η έλλειψη ψυχολόγων που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν πριν από την κακοποίηση είναι κραυγαλέα», είπε η ποινικολόγος, Μαρία Ανδριανάκη, ενώ ο Γιώργος Νικολαΐδης, ψυχίατρος στο το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού, τόνισε ότι «η παρέμβαση σε μία οικογένεια που είναι ύποπτη για ενδοοικογενειακή βία γίνεται μόνο μετά από απόφαση του εισαγγελέα και όχι με πρωτοβουλία των κοινωνικών υπηρεσιών».