Κατατέθηκε της Δευτέρα στη Βουλή, στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, η τροπολογία Καιρίδη για τη χορήγηση άδειας παραμονής -υπό προϋποθέσεις- σε παράνομα εισελθόντες στη χώρα -διάταξη που άναψε φωτιές στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας μετά και την οξεία αντίδραση του πρώην προέδρου του κόμματος και πρώην Πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμάρα, που ζήτησε την άμεση απόσυρσή της.
Τοποθετούμενος για το θέμα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, ρωτήθηκε αν κατά την ψήφιση της επίμαχης τροπολογίας θα τεθεί ζήτημα κομματικής πειθαρχίας.
Στην απάντηση του ο κυβερνητικός πορτ παρόλ ανέφερε πως είναι αυτονόητο, εξαιρουμένου όμως του κ. Σαμαρά, ως πρώην Πρωθυπουργού.
«Ο μόνος βουλευτής της ΝΔ που είναι πρώην πρωθυπουργός, είναι ο κ. Σαμαράς, από εκεί και πέρα για όλους τους υπόλοιπους είναι αυτονόητη η κομματική πειθαρχία», είπε συγκεκριμένα ο κ. Μαρινάκης απαντώντας σε ερώτηση της ΕΡΤ.
«Εχουμε μια αρραγή Κ.Ο. που πάντα εκφράζεται αλλά στηρίζει μια σειρά από πολύ σημαντικές πρωτοβουλίες για το καλό της κοινωνίας […] Δεν εντοπίζω ούτε αντιλαμβάνομαι κάποιο κίνδυνο. Δεν θυμάμαι πιο συμπαγή, πιο αρραγή κοινοβουλευτική ομάδα σε πάρα πολλές σημαντικές μεταρρυθμίσεις», θέλησε να επισημάνει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, λέγοντας παράλληλα πως «είναι προφανές γιατί σε μια ΚΟ υπάρχει μια διαχρονικά εξαίρεση για τους βουλευτές που είναι πρώην πρωθυπουργοί» και εξηγώντας πως «δεν υπάρχει καμία απομόνωση του κ. Σαμαρά».
Απαντώντας στη συνέχεια σε ερώτηση για τις συνέπειες εάν κάποιος βουλευτής δεν ψηφίσει την τροπολογία, ο κ. Μαρινάκης ήταν σαφής:
«Οι συνέπειες που προβλέπονται σε περίπτωση που υπάρχει μια ψηφοφορία με κομματική πειθαρχία και δεν ακολουθείται η απόφαση της πλειοψηφίας. Είναι αυτονόητες οι επιπτώσεις αλλά δεν νομίζω ότι είμαστε εκεί. Ούτε έχουμε κάποια τέτοια αίσθηση, ούτε κάποια τέτοια πληροφορία. Προφανώς οι κανόνες πρέπει να τηρούνται και όταν δεν τηρούνται υπάρχουν οι αντίστοιχες συνέπειες».
Οσοα για δήλωσή του ότι δεν πρόκειται να γίνουν ελληνοποιήσεις, επανέλαβε λέγοντας: «Η δήλωσή μου ίσχυε, ισχύει και θα ισχύει. Ούτε ελληνοποιήσεις κάναμε, ούτε μονιμοποιήσεις κάναμε, ούτε κάνουμε, ούτε θα κάνουμε».
«Η τροπολογία αυτή δεν αφορά ούτε αλλαγή στο καθεστώς απονομής ή μη απονομής, στις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να δοθεί μια μόνιμη άδεια διαμονής, δεν αλλάζει η επταετία που θεσπίστηκε το 2014, δεν αποτελεί κίνηση ελληνοποιήσεων, ούτε είναι κίνηση μονιμοποίησης», ξεκαθάρισε εκ νέου και συμπλήρωσε στην ίδια απάντηση:
«Είναι μια άδεια διαμονής για εξαρτημένη εργασία η οποία δίνεται με πολύ αυστηρά κριτήρια και είναι άπαξ, one off. Αφορά συγκεκριμένους ανθρώπους που υπολογίζονται ότι είναι το πολύ 30.000 και για να δοθεί η άδεια αυτή πρέπει να προσκομιστεί η βεβαίωση του εργοδότη και η άδεια αυτή αφορά μόνο την συγκεκριμένη εργασία και ανακαλείται σε περίπτωση που παύσει η σχέση εργασίας».
Πρόκειται επέμεινε για κάτι που «εξυπηρετεί την συνολική συμπαγή και αποτελεσματική μας μεταναστευτική πολιτική», σημειώνοντας την πτυχή της δημοσιας ασφάλειας, αλλά και την οικονομική διάσταση της ρύθμισης:
«Ολοι αυτοί οι άνθρωποι θα καταγραφούν και αυτό είναι σημαντικό για τις αρχές και την δημόσια ασφάλεια
»Οι άνθρωποι αυτοί θα δουλεύουν με μια συγκεκριμένη άδεια εργασίας και θα είναι καταχωρημένοι, θα δουλεύουν νόμιμα και το κράτος θα εισπράττει όλες τις προβλεπόμενες εισφορές» ανέφερε.
Πρόκειται είπε καταληκτικά, για ένα αίτημα που υποβάλλεται από κτηνοτρόφους και παραγωγούς σε όλη την Ελλάδα. «Υπάρχει ένα τεράστιο έλλειμμα εργατικών χεριών» και είναι κάτι που γίνεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης, με τη διαφορά όμως ότι στην Ιταλία για παράδειγμα, η αντίστοιχη ρύθμιση δεν ήταν άπαξ και δεν είχε τόσο αυστηρές προϋποθέσεις όπως έχει στην χώρα μας.
«Δεν θα ισχύει στο διηνεκές άρα δεν μπορεί να πει κάποιος ότι είναι ένα κάλεσμα να έρθουν παράνομοι μετανάστες», υπογράμμισε για τους δύσπιστούς ο κ. Μαρινάκης και αναφερόμενος συνολικά στην μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης κάλεσε τους επικριτές της να δουν την συνολική μείωση πάνω από 85% των ροών, των εκκρεμών αιτήσεων ασύλου, το έργο του φράχτη του Εβρου, και την αλλαγή του τρόπου απονομής ασύλου.
Κατά τα άλλα, ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης επανελαβε πως η ρύθμιση αυτή, βάζει τάξη στο καθεστώς όσων αλλοδαπών διαμένουν στην Ελλάδα, για μεγάλο χρονικό διάστημα, και εργάζονται και ενισχύει τη δημόσια ασφάλεια.
Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση -υπογράμμισε εκ νέου- για κανενός είδους ελληνοποίηση, ούτε νομιμοποίηση παράνομων μεταναστών. Αλλωστε, σημείωσε, η Ελλάδα εδώ και τέσσερα χρόνια εφαρμόζει μια αυστηρή αλλά δίκαιη μεταναστευτική πολιτική, έχοντας μειώσει τις ροές και επισπεύδοντας την διαδικασία απονομής ή μη ασύλου στους αιτούντες.
Οπως επανέλαβε ο κ. Μαρινάκης, η ρύθμιση που εισάγεται παρέχει τη δυνατότητα χορήγησης άδειας διαμονής για εξαρτημένη εργασία και παροχή υπηρεσιών ή έργου σε πολίτες τρίτων χωρών που:
α) διαθέτουν προσφορά εργασίας από εργοδότη στην Ελλάδα για την απασχόλησή τους με καθεστώς εξαρτημένης εργασίας και υπηρεσιών ή έργου και, αποδεδειγμένα, στη συνέχεια, εργάζονται,
β) διέμεναν στην Ελλάδα έως και την 30η Νοεμβρίου 2023,
γ) συνεχίζουν να διαμένουν στη χώρα, και
δ) συμπληρώνουν τρία τουλάχιστον συνεχή έτη παραμονής πριν την υποβολή αίτησης, σύμφωνα με δημόσια έγγραφα βέβαιης χρονολογίας.
Εκτιμάται πως η ρύθμιση αφορά περίπου 30.000 αιτούντες συνολικά, υπολογίζοντας ότι κάθε χρόνο χορηγούνται 6-8.000 άδειες για εξαιρετικούς λόγους σε όσους έχουν συμπληρώσει την επταετία.
Η άδεια διαμονής εκδίδεται εάν και εφόσον, εντός αποκλειστικής προθεσμίας μετά την υποβολή της αίτησης, ο αλλοδαπός υποβάλει στοιχεία που θα αποδεικνύουν ότι έχει ξεκινήσει πραγματικά να εργάζεται και θα ανακαλείται αν αυτός/αυτή δεν εργάζεται. Η άδεια αυτή δεν παρέχει κανένα άλλο δικαίωμα.
Η ρύθμιση, εκτίμησε ο κ. Μαρινάκης, συνεισφέρει στη διαδικασία ενίσχυσης του εργατικού δυναμικού στη χώρα μας και διασφαλίζει τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, αφού για όλους τους αλλοδαπούς, οι οποίοι θα εισέλθουν σε διαδικασία υποβολής αιτήματος για άδεια διαμονής, οι αρμόδιες υπηρεσίες θα προβούν σε όλους τους απαιτούμενους ελέγχους ασφαλείας πριν την έκδοση της άδειας διαμονής,
Επιπλέον, πρόσθεσε, η διάταξη προβλέπει τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής επιστροφών και της καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης μεταναστών, μέσω του διορισμού εθνικών συντονιστών για τα ζητήματα αυτά.
Σε κάθε περίπτωση, όπως επεσήμανε ο εκπρόσωπος, η άδεια διαμονής θα εκδίδεται μόνον εφόσον και αφότου ο πολίτης τρίτης χώρας αποδείξει ότι έχει ξεκινήσει να εργάζεται νόμιμα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις του εργατικού δικαίου και θα ανακαλείται αν διακοπεί η απασχόληση.
Σημείωσε τέλος ότι η ρύθμιση είναι άπαξ, με ισχύ ενός έτους, και δεν αλλάζει σε τίποτα τις πάγιες διατάξεις περί νόμιμης μετανάστευσης, όπως αυτές ισχύουν σήμερα ή διαμορφώνονται με τον νέο Κώδικα Μετανάστευσης