Οκτώβριος 2020, Μπρατισλάβα. Δένδιας και Τσαβούσογλου συναντιούνται φευγαλέα. Τώρα ο Τούρκος πρέπει να εγκαταλείψει το... τρολάρισμα και να σοβαρευτεί | Δελτίο τύπου / POOL/ Υπ. Εξωτερικών/ ΧΑΡΗΣ ΑΚΡΙΒΙΑΔΗΣ
Επικαιρότητα

Κυρώσεις και διερευνητικές, μια δύσκολη ισορροπία

Παρά τις πιέσεις του Βερολίνου, από όλους τους πιθανούς διαύλους διαμηνύθηκε ότι δεν μπορεί να ξεκινήσει οποιαδήποτε διαδικασία διαλόγου αν δεν έχει περάσει ένα «ικανό» χρονικό διάστημα αποκλιμάκωσης. Αυτό προσδιορίζεται σε κάθε περίπτωση μετά την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν
Νίκος Μαρτίνος

Οι τελευταίες δέκα ημέρες ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτικές για τις προτεραιότητες που έχουν οι βασικοί εταίροι της Ελλάδας σε ΕΕ και ΝΑΤΟ έναντι της Τουρκίας. Οι αποκλίσεις είναι προφανές αποτέλεσμα διαφορετικών αντιλήψεων, ωστόσο οδηγούν στην καλλιέργεια πολύ συγκεκριμένων συνθηκών, μέσα στις οποίες θα πρέπει η Αθήνα να κινηθεί το επόμενο χρονικό διάστημα.

Από τη μια πλευρά εδώ ζυγίζουμε τις ασφυκτικές πιέσεις του Βερολίνου. Ο γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα είχε ειδοποιήσει το υπουργείο Εξωτερικών και το Μέγαρο Μαξίμου ότι η χώρα του δεν επρόκειτο να στηρίξει καμιά κύρωση κατά της Τουρκίας, ενώ μόλις την περασμένη εβδομάδα οι πιέσεις εντάθηκαν, με σκοπό να υποστηρίξουμε την έναρξη των διερευνητικών συνομιλιών με την Άγκυρα το ταχύτερο δυνατόν.

Η ενθάρρυνση των Γερμανών λειτούργησε απελευθερωτικά και για τους Τούρκους, οι οποίοι μιλούν για «άνευ όρων διαπραγματεύσεις», με τον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, εν είδει διαδικτυακού troll, να ζητά από τον ομόλογό του Νίκο Δένδια μέσω Twitter «να σταματήσει να ζητά βοήθεια από τους άλλους» (η Ελλάδα) και να αρχίσει να συζητά με «απευθείας» συνομιλίες. Οι γραφικότητες Τσαβούσογλου έχουν και έναν άλλο σκοπό: να αποκρύψουν ότι είναι η Άγκυρα που θα πρέπει να αποστείλει επισήμως αίτημα για τον επόμενο, 61ο γύρο των διερευνητικών επαφών, καθώς, με βάση τη σειρά, αυτός θα πρέπει να πραγματοποιηθεί στην Κωνσταντινούπολη.

Ενώ οι Γερμανοί πίεζαν προς αυτή την κατεύθυνση στην Ουάσιγκτον «έσκασε» η βόμβα των κυρώσεων που επέβαλε η απερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ (συρόμενη διακομματικά από το Κογκρέσο) στην αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας. Αρχικά φαινόταν ότι οι κυρώσεις ήταν περιορισμένες, λόγω της στόχευσης τους σε μια οντότητα (την SSB, υπό τον άμεσο έλεγχο του Ταγίπ Ερντογάν), ωστόσο σταδιακά έγινε σαφές πως, αν η νέα κυβέρνηση Μπάιντεν επιμείνει, είναι πιθανόν να επηρεαστεί ένα σημαντικό κομμάτι της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, για την «αυτονομία» της οποίας, ο πρόεδρος της Τουρκίας εκφωνεί τον ένα πανηγυρικό λόγο πίσω από τον άλλο. Το αρχικό «μούδιασμα» των Τούρκων, πρόδωσε ότι στην πραγματικότητα η περιβόητη «αυτονομία» της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας έχει αρκετούς… αστερίσκους. Άλλο τόσο μούδιασαν και οι Ευρωπαίοι εταίροι της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, καθώς αντιλήφθηκαν ότι οποιοδήποτε «πρότζεκτ» της Άγκυρας είναι πιθανόν να μείνει στα χαρτιά, αν οι Αμερικανοί αποφασίσουν ότι οι κυρώσεις έχουν και αναδρομική ισχύ.

Ως προς τις κυρώσεις, η Αθήνα είναι μάλλον φειδωλή, καθώς πρόκειται για ένα θέμα το οποίο αφορά αμιγώς τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας και, μάλιστα, για το αντιαεροπορικό σύστημα των S-400. Η Ουάσιγκτον έχει βάλει ως στόχο να αποκόψει την προσπάθεια της Ρωσίας να αποκτήσει σοβαρότερα ερείσματα στην Ανατολική Μεσόγειο και δεν θα πρέπει να αποκλείεται ένα «παζάρι» όπου η Τουρκία θα αποδειχθεί τελικά χρησιμότερη για τις ΗΠΑ «εντός» απ’ ό,τι «εκτός» δυτικού στρατοπέδου. Αυτή είναι, όμως, μια εξίσωση που θα πάρει αρκετό χρόνο να λυθεί, με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις να είναι ένα μόνο μια από τις μεταβλητές.

Αντιθέτως, στο ζήτημα των διερευνητικών η Αθήνα είναι περισσότερο εξωστρεφής, καθώς είναι επιτακτική η ανάγκη οι εταίροι να κατανοήσουν ότι οι ελληνικές επιφυλάξεις δεν είναι προϊόν άρνησης διαλόγου, αλλά αναξιοπιστίας του επιτιθέμενου, που δεν είναι άλλος από την Τουρκία. Παρά τις πιέσεις του Βερολίνου, από όλους τους πιθανούς διαύλους διαμηνύθηκε ότι δεν μπορεί να ξεκινήσει οποιαδήποτε διαδικασία διαλόγου αν δεν έχει περάσει ένα «ικανό» χρονικό διάστημα αποκλιμάκωσης. Αυτό προσδιορίζεται σε κάθε περίπτωση μετά την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των ΗΠΑ στις 20 Ιανουαρίου. Σε αυτό τον μήνα, η Άγκυρα θα πρέπει να επιδείξει αυτοσυγκράτηση, κρατώντας το «Oruc Reis» και τον υπόλοιπο ερευνητικό στόλο στα λιμάνια της, μακριά από την ελληνική ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα.

Στην αντίθετη περίπτωση, η Ανατολική Μεσόγειος θα μετατραπεί εκ νέου σε πεδίο αυτού του αργόσυρτου πόλεμου φθοράς που για τέσσερις μήνες προκαλούσε κόπωση και οικονομική αιμορραγία στις Ένοπλες Δυνάμεις και των δύο χωρών.