Η παρουσία του Σι Τζινπίνγκ έγινε απόλυτα αισθητή στον γυάλινο πύργο του ΟΗΕ παρότι παρενέβη μέσω streaming. Καλώς ή κακώς η Κίνα εξακολουθεί και θα συνεχίσει να νοηματοδοτεί τα λόγια και τις πράξεις του Τζο Μπάιντεν. Τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει ο Φεντερίκο Ραμπίνι, ανταποκριτής της ιταλικής La Repubbica στη Νέα Υόρκη. Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ανέβηκε στο βήμα της της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ υπό το βάρος «αλλότριων αμφιβολιών όσον αφορά την παγκόσμια ηγεμονία της πατρίδας του», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιταλός δημοσιογράφος.
«Οι ΗΠΑ θα ανταγωνίζονται και θα ανταγωνίζονται δυναμικά και θα πρωτοστατούμε με τις αξίες μας και με την ισχύ μας. Θα υπερασπιζόμαστε τους συμμάχους και τους φίλους μας και θα εναντιωνόμαστε σε απόπειρες ισχυρότερων χωρών να κυριαρχήσουν σε πιο αδύναμες χώρες […] Αλλά δεν επιδιώκουμε – θα το επαναλάβω – δεν επιδιώκουμε έναν νέο ψυχρό πόλεμο ή έναν κόσμο διαιρεμένο σε άκαμπτα μπλοκ» ήταν η απάντηση που έδωσε ο αμερικανός πρόεδρος, συνοψίζοντας την αμερικανική στρατηγική για την Κίνα.
Ο Ραμπίνι επισημαίνει επίσης πως ο αμερικανός ηγέτης διεμήνυσε εμμέσως πως δεν είναι ο Ντόναλντ Τραμπ, ως απάντηση στις κατηγορίες των Γάλλων περί πισώπλατης μαχαιριάς. Ο Τζο Μπάιντεν δεν επιθυμεί να ρίξει τους συμμάχους του και αναγνωρίζει την ανάγκη για συλλογική δράση. Το επιβάλλουν οι ίδιες οι συνθήκες, οι κύριες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα, η κλιματική κρίση και η πανδημία, και ο Τζο Μπάιντεν «λαμβάνει σοβαρά υπόψη αυτές τις απειλές και σε αυτά τα πεδία πιστεύει στη διεθνή συνεργασία», εξηγεί ο Ραμπίνι.
Δεν παραλείπει, ωστόσο, να αναφέρει πως όσον αφορά τουλάχιστον ένα άλλο ζήτημα ο Τραμπ και ο Μπάιντεν έχουν ένα κοινό σημείο: «το όραμά τους περί μίας αμερικανικής αυτοκρατορίας ή πρώην αυτοκρατορίας που αναδιπλώνεται, μαζεύεται, αρνείται να υπερασπίζεται όλες τις περιφέρειες, ανακαλεί στην πατρίδα διάσπαρτες λεγεώνες».
Επιθυμώντας να κατευνάσει τους συμμάχους των ΗΠΑ και να διασκεδάσει τις ανησυχίες τους μετά την χαοτική αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν, ο Τζο Μπάιντεν επισήμανε πως πολλά από τα προβλήματα της ανθρωπότητας δεν μπορούν να επιλυθούν με τα όπλα: «οι βόμβες και οι σφαίρες δεν μπορούν να προστατέψουν από την Covid», ανέφερε χαρακτηριστικά. Και δεσμεύτηκε πως την εποχή των «ατέρμονων πολέμων» θα τη διαδεχθεί μίας περίοδος «αδιάκοπης και επίμονης διπλωματίας».
Οι ΗΠΑ του Τζο Μπάιντεν θα συνεχίσουν να προασπίζονται τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα (σε αντίθεση με τις ΗΠΑ του Τραμπ), όχι, όμως, μέσω της στρατιωτικής ισχύος και αποστολών οικοδόμησης κρατών. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του ο αμερικανός πρόεδρος δεν αναφέρθηκε ονομαστικά στην Κίνα. Ωστόσο χρησιμοποίησε πολλά αποσπάσματα της ομιλίας του για να σκιαγραφήσει τη θεμελιώδη αντιπαλότητα μεταξύ των δημοκρατιών του κόσμου και των αυταρχικών καθεστώτων.
Λαμβάνοντας υπόψη τη δυσφορία που επικρατεί στην Ευρώπη, ο Μπάιντεν προνόησε πριν ανέβει στο βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ να ανακοινωθεί η άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών για όλους τους ταξιδιώτες από το εξωτερικό, από τον Νοέμβριο, υπό τον όρο ότι θα είναι πλήρως εμβολιασμένοι. «Μια σημαντική κίνηση, δεδομένων των αμέτρητων δυσαρεσκειών που προκαλούσε τους Ευρωπαίους η έλλειψη αμοιβαιότητας», αναφέρει ο Ραμπίνι.
Την ίδια ημέρα, ωστόσο, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε πως την Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου θα διεξαχθεί στην Ουάσιγκτον σύνοδος κορυφής του Quad (Quadrilateral Security Dialogue – Τετραμερής Διάλογος για την Ασφάλεια), η πρώτη με φυσική παρουσία των ηγετών των κρατών που συμμετέχουν σε αυτόν τον σχηματισμό που συστάθηκε για την αντιμετώπιση του κινεζικού επεκτατισμού στην ευρύτερη περιοχή του Ινδοειρηνικού.
Η Ινδία, η Ιαπωνία και η Αυστραλία βρίσκονται στις υπόλοιπες τρεις πλευρές αυτού του τετράπλευρου, γύρω από το οποίο ο αμερικανός πρόεδρος επιδιώκει να συναφθεί μία ευρύτερη συμμαχία μέσω της προσέλκυσης χωρών όπως η Νότια Κορέα, η Ινδονησία, οι Φιλιππίνες και η Σιγκαπούρη. «Ο δείκτης δημοκρατικότητας είναι αρκετά μεταβλητός σε αυτήν την περιοχή, αλλά είναι προφανές πως είναι προς το κοινό συμφέρον να ελεγχθούν και να περιοριστούν οι ηγεμονικές βλέψεις του Σι Τζινπίνγκ», εξηγεί ο ιταλός αναλυτής, υποστηρίζοντας πως θεμέλια του δόγματος Μπάιντεν όσον αφορά την εξωτερική πολιτική είναι «ο ρεαλισμός και η μετριοφροσύνη».
Οι ΗΠΑ γνωρίζουν πολύ καλά πως μόνες τους δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν ένα έθνος με σχεδόν 1,5 δισ. κατοίκους, με μία οικονομία που σύντομα θα φτάσει την αμερικανική, με ένοπλες δυνάμεις που τουλάχιστον στην Ανατολική Ασία υπερέχουν. «Μόνον οι συμμαχίες μπορούν να αποκαταστήσουν εν μέρει την ισορροπία όσον αφορά τον συσχετισμό δυνάμεων. Επομένως η σημασία των συμμάχων θα σταθμίζεται με κριτήριο την αποδοτικότητά τους, τον αντίκτυπό τους στη μεγάλη αντιπαράθεση με την Κίνα», συνοψίζει ο Ραμπίνι, σημειώνοντας πως οι ΗΠΑ έχουν την προσοχή τους στραμμένη πρωτίστως στην Ασία, όπου έχουν αρχίσει ήδη να συνάπτουν τις νέες συμμαχίες τους.
Οσον αφορά την Ευρώπη, καλώς ή κακώς φαίνεται πως πρέπει να επιλέξει στρατόπεδο και μάλιστα το ταχύτερο δυνατό. Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν κατήργησε ούτε έναν από τους δασμούς που επέβαλε ο Τραμπ στα made in China προϊόντα ενώ είναι αποφασισμένος να σκληρύνει ακόμη περισσότερο τη στάση του, ειδικά όσον αφορά τη μάχη για την τεχνολογική υπεροχή. Σε αυτό το πλαίσιο η Ευρώπη δείχνει εγκλωβισμένη στον πειρασμό να εφαρμόσει «μια στρατηγική τρίτης δύναμης», κρατώντας ίσες αποστάσεις στο πλαίσιο της σινοαμερκανικής αντιπαράθεσης.
«Η επιτυχία μίας χώρας δεν πρέπει να συνεπάγεται την αποτυχία μίας άλλης. Ο κόσμος είναι αρκετά μεγάλος για την κοινή ανάπτυξη και πρόοδο όλων των χωρών», επισήμανε από την πλευρά του ο Σι Τζινπίνγκ στην προηχογραφημένη ομιλία του μέσω της οποίας συμμετείχε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.