«Δεν μπορώ να εγγυηθώ ότι μια τρομοκρατική επίθεση δεν μπορεί να συμβεί εδώ. Η τρομοκρατία δεν γνωρίζει σύνορα». Εν μέσω του εφιάλτη, που ξαναζεί η Ευρώπη με φόντο τις επιθέσεις στο Παρίσι, ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε χρειάστηκε μόλις δύο φράσεις για να καταδείξει πόσο υψηλός είναι ο κίνδυνος τρομοκρατικού χτυπήματος και στην Ολλανδία.
Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να πράξει διαφορετικά όταν σε απόσταση μόλις μιάμισης ώρας στις Βρυξέλλες είχε σημάνει «κόκκινος συναγερμός» για τρομοκρατική απειλή, ενώ πριν από μόλις λίγα εικοσιτετράωρα είχε ακυρωθεί στο παρά πέντε ο πολυαναμενόμενος ποδοσφαιρικός αγώνας Ολλανδίας – Γερμανίας για να αποφευχθεί ένα ακόμη μακελειό.
«Μπορώ, όμως, να εγγυηθώ ότι οι μυστικές υπηρεσίες, οι υπηρεσίες άμυνας και η αστυνομία δουλεύουν εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο για να αποτρέψουν ένα χτύπημα», συνέχισε, μιλώντας στους ξένους ανταποκριτές, σε μια προσπάθεια να αντισταθμίσει την έντονη ανησυχία, που έχει προκαλέσει στη Χάγη η κλιμάκωση των τρομοκρατικών επιθέσεων. Λίγες ώρες νωρίτερα οι ανατριχιαστικές εξελίξεις στο Μάλι από τις επιθέσεις ένοπλων τζιχαντιστών είχαν προκαλέσει νέα ρίγη ανησυχίας.
Άλλωστε, οι ολλανδικές μυστικές υπηρεσίες AIVD έχουν εκτιμήσει ότι τουλάχιστον 140 Ολλανδοί έχουν μεταβεί στη Συρία για να ενταχθούν στις δυνάμεις του Ισλαμικού Κράτους. Έχουν, εξάλλου, προειδοποιήσει εδώ και αρκετό καιρό ότι οι Ολλανδοί ξένοι μαχητές του ISIS αποτελούν «κίνδυνο για την ασφάλεια της χώρας», όπου ζουν γύρω στο ένα εκατομμύριο μουσουλμάνοι, εκ των οποίων 660.000 είναι ηλικίας άνω των 18 ετών αντιστοιχώντας στο 5% του συνολικού πληθυσμού.
Όταν ο Μαρκ Ρούτε δήλωσε αμέσως την επομένη των επιθέσεων στο Παρίσι ότι η Ολλανδία είναι σε πόλεμο με το Ισλαμικό Κράτος έσπευσε να διαχωρίσει τη θρησκεία και το Ισλάμ από τους τζιχαντιστές.
Υπό την πίεση των γεγονότων, που καταδεικνύουν ολοένα και περισσότερο πόσο ανεξέλεγκτες μπορεί να γίνουν οι τρομοκρατικές επιθέσεις, οι αρχές της Χάγης εναγωνίως προσπαθούν να γίνουν αποτελεσματικές με επείγουσες διαδικασίες, αλλά και με προτάσεις, που μπορεί να προκαλέσουν εντάσεις, διαφωνίες και εκνευρισμούς σε όλη την Ευρώπη.
Ο Ολλανδός πρωθυπουργός, ο οποίος έχει μετριάσει το πλατύ χαμόγελο αυτοπεποίθησης, που τον συνόδευε σταθερά μέχρι πρότινος σε δημόσιες εμφανίσεις και δηλώσεις, αρνήθηκε να σχολιάσει ενώπιον των ξένων δημοσιογράφων το σχέδιο περί δημιουργίας μιας «μίνι Σένγκεν». Κατά δημοσιεύματα, που έκαναν τον γύρο της Ευρώπης στα μέσα της περασμένης εβδομάδας, η ολλανδική κυβέρνηση φέρεται να έχει προτείνει τον αποκλεισμό Ελλάδας, Ιταλίας και Ισπανίας από τη ζώνη Σένγκεν και τον περιορισμό της συνθήκης μόνο σε μια μικρή μερίδα χωρών.
Ο Ρούτε προτίμησε να εκφράσει την έντονη δυσφορία του προς την Ελλάδα και να κατηγορήσει τις ελληνικές αρχές ότι αδυνατούν να ανταποκριθούν στην κρισιμότητα των περιστάσεων μέσω του αποτελεσματικού ελέγχου των εξωτερικών συνόρων της Ευρώπης και της έγκαιρης δημιουργίας των απαραίτητων hotspots. «Η ευθύνη ανήκει στην Ελλάδα» δήλωσε κατηγορηματικά, αναφερόμενος στην ανάγκη περιορισμού της εισροής μεταναστών μέσω των ελληνικών νησιών.
«Είμαι εκνευρισμένος» δήλωσε, υποστηρίζοντας ότι «το βάρος της μεταναστευτικής κρίσης πέφτει στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης», καθώς χώρες της Ανατολικής Ευρώπης αρνούνται να συμβάλουν στο σχέδιο ανακατανομής των προσφύγων, ενώ δεν υπάρχει σωστή διαχείριση των συνόρων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Κατά τον Ολλανδό πρωθυπουργό, ο οποίος θέτει σε απόλυτη προτεραιότητα την επίλυση των δύο αυτών ζητημάτων σε συνδυασμό με τη σύναψη συμφωνίας με την Τουρκία ώστε να μειωθεί δραστικά η εισροή μεταναστών, «ο εκνευρισμός αυτός απορρέει από την αργοπορία στη δημιουργία των αναγκαίων κέντρων υποδοχής σε Ελλάδα και Ιταλία».
Όμως, για τους παροικούντες τις πρωτεύουσες της Δυτικής Ευρώπης είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν έχει βρεθεί στο στόχαστρο μόνο του Ολλανδού πρωθυπουργού για αδυναμία διαχείρισης των συνόρων της. Η διαπίστωση κινείται από στόμα σε στόμα καθημερινά σε συζητήσεις στις Βρυξέλλες, τις περισσότερες φορές καλυμμένη πίσω από την ασφάλεια που παρέχουν οι ανεπίσημες off the record συζητήσεις και ενημερώσεις. Όμως, η συχνότητα της αναφοράς καταδεικνύει τη στροφή της ρητορικής εκ μέρους των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και της Κομισιόν με στόχο την ενοχοποίηση της Ελλάδας, ώστε να καλύψουν έναντι των Ευρωπαίων πολιτών τις ενδογενείς αδυναμίες τους να ελέγξουν την εφιαλτική κατάσταση, που έχει προκαλέσει η απειλή νέων τρομοκρατικών επιθέσεων.
Όμως, η στροφή στη ρητορική μπορεί να αποτελέσει ενδεχομένως ευκαιρία για την Ελλάδα βάσει ενός σωστά καταρτισμένου σχεδίου προστασίας και ελέγχου των εξωτερικών της συνόρων, το οποίο θα ανοίξει το δρόμο για την αναγνώριση εμπράκτως από τους Ευρωπαίους εταίρους της πάγιας ελληνικής θέσης ότι τα ελληνικά σύνορα αποτελούν εξωτερικά όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαφυλάσσοντας παράλληλα τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπαθούν εναγωνίως να προστατέψουν τους πολίτες των χωρών τους, αλλά και το πολιτικό τους μέλλον. Δεν είναι τυχαία η διατύπωση εκ μέρους του Ολλανδού πρωθυπουργού ότι «είμαστε έτοιμοι να στηρίξουμε την Ελλάδα με ότι ζητήσει για τον έλεγχο των συνόρων».
*Η Μαρία Βασιλείου είναι δημοσιογράφος.