Επιτέλους φάνηκε φως στο τούνελ. Έπειτα από πολλά χρόνια εκλογικών αποτυχιών, τα κόμματα της αντιπολίτευσης στην Τουρκία γεύτηκαν ξανά τη νίκη. Το φιλοϊσλαμικό κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) επικρατεί στις εκλογές από το 2012. Αυτήν τη φορά, ωστόσο, παρότι κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας τα Μέσα, εφημερίδες και κανάλια, στήριζαν απροκάλυπτα τον Ερντογάν και τους συμμάχους του, η «Συμμαχία του Έθνους» που συνήψαν οι σοσιαλδημοκράτες του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) και οι συντηρητικοί του Καλού Κόμματος (IYI), κέρδισαν τις κύριες πόλεις της Τουρκίας, οι οποίες κρατούν στα χέρια τους το 70% της τουρκικής οικονομίας. Κυρίως τους δήμους της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης που ήλεγχε εδώ και πολλά χρόνια το κόμμα του τούρκου προέδρου.
Η αντιπολίτευση στην Τουρκία κατάφερε ένα σημαντικό πλήγμα στο καθεστώς του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κυρίως γιατί τα κόμματά της επέλεξαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Από τη μια πλευρά βρίσκεται η Μεράλ Ακσενέρ, η 62χρονη πρώην υπουργός Εσωτερικών, η οποία πριν από λιγότερο από δύο χρόνια, επέλεξε να εγκαταλείψει το Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος (MHP) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί για να ιδρύσει το «Καλό Κόμμα». «Ασχολούμαι με την πολιτική εδώ και 25 χρόνια και δεν έχω ξαναδεί ποτέ στιγμή τόσο σκοτεινή όσο η τωρινή. Το πιο σημαντικό είναι η προστασία της δημοκρατίας», είχε δηλώσει πέρυσι στην Corriere della Sera, πριν αναμετρηθεί με τον Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Ιουνίου. Από την άλλη πλευρά στέκεται ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο 70χρονος ηγέτης του κεμαλικού Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος που εκπροσωπεί την κοσμική Τουρκία. Στη μέση υπάρχουν οι Κούρδοι του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (HDP), οι οποίοι διαδραμάτισαν καίριο ρόλο στη διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος, αποφασίζοντας να μην κατεβάσουν υποψήφιους σε πολλούς δήμους της χώρας, ούτως ώστε να επωφεληθεί ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης.
«Γεια σε όλους. Το ξέρω ότι είστε οργισμένοι αλλά έχουμε την ιστορική ευκαιρία να αποδείξουμε πόσο αποφασισμένοι είμαστε, ακόμα και στις πόλεις που δεν έχουμε δικό μας υποψήφιο. Εσείς μπορείτε να κάνετε τη διαφορά, μη σκέφτεστε πως η ψήφος σας δεν μετρά. Πηγαίνετε στις κάλπες και ψηφίστε», προέτρεψε τους ψηφοφόρους του μέσω ενός tweet ο έγκλειστος στη φυλακή συνιδρυτής του κόμματος Σελαχατίν Ντεμιρτάς δύο ημέρες πριν από τις εκλογές της περασμένης Κυριακής. Το ότι οι Κούρδοι της Τουρκίας θα στήριζαν τον ίδιο υποψήφιο με τους οπαδούς της Ακσενέρ θεωρούταν αδιανόητο. Τους ένωσε, ωστόσο, ο κοινός φόβος για την ολοένα πιο αυταρχική στάση της τουρκικής κυβέρνησης και, κυρίως, του προέδρου Ερντογάν.
«Στην Κωνσταντινούπολη όπου το AKP ηττήθηκε για λίγες χιλιάδες ψήφους, οι Κούρδοι του HDP, το 11% του εκλογικού σώματος, ψήφισαν σωρηδόν τον Ιμάμογλου», εξήγησε στην ιταλική εφημερίδα ο Μπεχλούλ Οζκάν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Μαρμαρά. Και το πρώτο που έκανε ο Εκρέμ Ιμάμογλου, ήταν να επικαιροποιήσει το προφίλ του στο Twitter, δηλώνοντας ότι πλέον είναι ο «Δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης», και υποδηλώνοντας, έτσι, με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο πως δεν φοβάται το ενδεχόμενο η επανακαταμέτρηση των ψήφων που απαίτησε το κυβερνών κόμμα να του στερήσει το προβάδισμα των 25 χιλιάδων ψήφων χάρη στις οποίες ο υποψήφιος της «Συμμαχίας του Έθνους» επικράτησε έναντι του πρώην πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ.
«Το κυβερνών κόμμα συμπεριφέρεται σαν ένα παιδί που του πήραν το παιχνίδι του. Έχετε την αξιοπρέπεια να αναγνωρίσετε τη νίκη μας», σημείωσε λίγο πριν επισκεφτεί το μαυσωλείο του Κεμάλ Ατατούρκ στην Άγκυρα. Το ότι ο Ιμάμογλου επέλεξε να μεταβεί στον τάφο του ιδρυτή και πρώτου προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, ήταν μια κίνηση συμβολική αλλά και ενδεικτική των φιλοδοξιών του. Γιατί αυτός ο προσηνής άνδρας, άγνωστος στο ευρύ κοινό έως και πριν από λίγες ημέρες, ενσαρκώνει ξαφνικά όλες τις ελπίδες της άλλης Τουρκίας, με τον ίδιο να δηλώνει: «όταν συγκρίνω το βιογραφικό μου με εκείνο του Ερντογάν, θεωρώ πως διαθέτω καλύτερα όπλα για να υπηρετήσω την πόλη».
Ο νέος δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης γεννήθηκε στην Τραπεζούντα το 1970 και μεγάλωσε στους κόλπους μιας συντηρητικής οικογένειας. Ξεκίνησε να εργάζεται στην οικογενειακή κατασκευαστική εταιρεία ενώ στη συνέχεια, έχοντας αποφασίσει να ασχοληθεί με τα κοινά, προσχώρησε στις τάξεις του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος και το 2014 εξελέγη δήμαρχος του Μπεϊλίκντουζου, ενός δήμου στη ευρωπαϊκή πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Όσον αφορά τις σχέσεις του με τον Ερντογάν, μοναδικό κοινό στοιχείο μεταξύ των δύο είναι το πάθος για το ποδόσφαιρο. Πλέον, όμως, είναι πεπεισμένος, όπως ήταν πριν από χρόνια και ο σημερινός πρόεδρος της Τουρκίας, πως η Κωνσταντινούπολη μπορεί να αποτελέσει ένα ιδανικό εφαλτήριο για να ανέλθει σε ανώτερα πολιτικά αξιώματα, φτάνοντας έως και την προεδρία.
Ο νέος δήμαρχος της τουρκικής μητρόπολης πιστεύει (και καλείται, πλέον, να αποδείξει) πως η Κωνσταντινούπολη θα μπορούσε να αποτελέσει «την αφετηρία για τη δημοκρατική μετάλλαξη της Τουρκίας». Και φαίνεται πως την άποψή του την συμμερίζονται πάρα πολλοί Τούρκοι, διακρίνοντας στο πρόσωπό του τον λυτρωτή των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, οι οποίες έχοντας χάσει το ηθικό τους λόγω της πολυετούς κυριαρχίας του Ερντογάν, κατέληξαν να σιωπήσουν παντελώς μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 και τις εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν, με χιλιάδες ανθρώπους να φυλακίζονται και άλλους τόσους να απολύονται.
Πέρυσι, όλοι όσοι εναντιώνονται στον Ερντογάν και τους υποτελείς του, τις ίδιες ελπίδες τις είχαν εναποθέσει στον Μουχαρέμ Ιντζέ, τον υποψήφιο του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος στις προεδρικές εκλογές του 2018. Αποδείχτηκε, ωστόσο, πως ο Ιντζέ ήταν ένας διχαστικός και επιθετικός ηγέτης ο οποίος κατέβαινε στους δρόμους και τις πλατείες κραδαίνοντας κρεμμύδια για να διαμαρτυρηθεί για το υψηλό κόστος διαβίωσης. Αντιθέτως ο Ιμάμογλου τάσσεται υπέρ της ενσωμάτωσης και του ανοίγματος και απευθύνεται σε όλους τους Τούρκους, κοσμικούς και θρησκόληπτους.
Οι αντίπαλοί του αποπειράθηκαν να τον παρουσιάσουν ως «έναν καπιταλιστή χωρίς αιδώ που θέλει να γεμίσει τις τσέπες του μέσω της δημαρχίας». Όμως εκείνος προτίμησε να μην απαντήσει ευθέως, δηλώνοντας πως «καθ΄όλη τη διάρκεια της ζωής μου σεβόμουν τις επιλογές των άλλων και επιθυμώ να γίνονται σεβαστές και οι δικές μου». Η μετριοπάθεια, ωστόσο, που τον διακρίνει δεν θα πρέπει σε καμιά περίπτωση να εκληφθεί ως ένδειξη αδυναμίας. «Είμαι ήσυχος αλλά μπορώ να είμαι και ξεροκέφαλος», είχε δηλώσει ο ίδιος κατά το παρελθόν. Και το απέδειξε το βράδυ της περασμένης Κυριακής, όταν το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolou συνέχιζε να παρουσιάζει στοιχεία σύμφωνα με τα οποία στη μάχη για την Κωνσταντινούπολη το προβάδισμα κατείχε ο Μπιναλί Γιλντιρίμ. «Η νίκη μας είναι ξεκάθαρη. Σας απευθύνω έκκληση να εργαστείτε με περισσότερη σοβαρότητα και να κοινοποιήσετε τα αποτελέσματα», τόνισε, απευθυνόμενος προς τα μέλη του εκλογικού συμβουλίου.