Σήμερα θα σας αναμεταδώσω το περιεχόμενο ενός ενδιαφέροντος δημοσιεύματος της «Monde» που συγκρίνει τις τάσεις μετακίνησης των Αμερικανών και των Ευρωπαίων. Για τους Αμερικανούς παραδοσιακά, ο δρόμος, η μετακίνηση, η φυγή, ήταν μια οικεία τάση, όπως έχει εξάλλου καταγραφεί από την αμερικανική λογοτεχνία. Το σύνθημα «go west» ήταν ακριβώς δηλωτικό αυτής της διάθεσης – της εξερεύνησης, της αναπροσαρμογής, αναμφίβολα της ανατροπής. Οι Ευρωπαίοι αντίθετα ήμασταν πιο σπιτόγατοι, η μετεγκατάσταση ήταν συνήθως προϊόν μεγάλης ανάγκης, η κινητικότητά μας ήταν περιορισμένη.
Ως τώρα.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, από την κρίση του 2008 και μετά, οι Αμερικανοί μετακινούνται λιγότερο, ενώ οι Ευρωπαίοι μετακινούμαστε περισσότερο – εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όμως.
Ο «δρόμος» για την αμερικανική κουλτούρα έχει μια μυθική διάσταση, η οποία εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε στα χρόνια που η χώρα αναπτυσσόταν, αποκτούσε δυναμισμό, που οι μεγάλες εύφορες εκτάσεις της αμερικανικής Δύσης ήταν το όνειρο των άνεργων και όσων υπέφεραν από τις ανισότητες και τις διακρίσεις στις μεγαλουπόλεις της ανατολικής ακτής. Τα ημιφορτηγά και τα τροχόσπιτα, ήταν η «σφραγίδα» αυτής της κουλτούρας. Στην Ευρώπη αντίθετα, η μετανάστευση ιστορικά εκδηλωνόταν στον απόηχο μιας συμφοράς – ενός λιμού ή μιας κρίσης – και δεν ήταν επιλογή, ήταν εκούσιος καταναγκασμός.
Κατά το δημοσίευμα και τις σχετικές έρευνες στις οποίες παραπέμπει, «η κινητικότητα των αμερικανών βρίσκεται σε ύφεση», ενώ όταν εκδηλώνεται έχει την ανάποδη φορά – ο κόσμος δεν φεύγει από τις φτωχές περιοχές προς τις πλούσιες, αλλά αντίθετα εγκαταλείπει τις πλούσιες Πολιτείες για να εγκατασταθεί στις φτωχές. Αφενός, επειδή στις πλούσιες Πολιτείες η κατοικία είναι ακριβή σε σχέση με τον μισθό και αφετέρου, επειδή έχουν αυξηθεί υπερβολικά οι νόμοι που ορίζουν (και επιβαρύνουν) τη διαμονή στις εύπορες περιοχές αποτρέποντας όσους έχουν χαμηλά εισοδήματα να το αποπειραθούν.
Όπως αναφέρεται εξάλλου, η σύγκριση των δύο τάσεων εξετάσθηκε σε μιαν έρευνα του ΟΟΣΑ που δημοσιοποιήθηκε τις προάλλες, τα ευρήματα της οποίας πιστοποιούν μια νέα κατάσταση. Στην Ευρώπη, αναφέρεται, «η κινητικότητα στην αγορά εργασίας προκλήθηκε από τις ασύμμετρες κρίσεις» και επισημαίνεται, ότι απότοκος αυτής της εξέλιξης είναι η σταδιακή διαμόρφωση μιας «γιγάντιας αγοράς εργασίας – η Ευρώπη της εργασίας σήμερα είναι πραγματικότητα» σημειώνεται.
Επακόλουθο αυτής της εξέλιξης άλλωστε, όπως καταγράφεται στην έρευνα του ΟΟΣΑ, είναι ότι «η ελεύθερη μετακίνηση των εργαζομένων εντός της ΕΕ λειτούργησε σαν αμορτισέρ στην απορρόφηση των κραδασμών από την κρίση, που έπληξε πολλές ευρωπαϊκές χώρες». Διότι, σημειώνεται, με τον τρόπο αυτό επέρχεται αφενός η πλήρωση των κενών σε ελλειμματικές αγορές, ενώ αφετέρου μειώνεται η ανεργία στις πιο αδύναμες χώρες.
Πιο κινητικοί είναι οι πολίτες των κεντρο-ευρωπαϊκών χωρών (των «νέων» μελών της ΕΕ), ενώ λιγότερο κινητικοί είναι οι πολίτες της νότιας Ευρώπης, παρά και κόντρα στην κρίση που τους έπληξε ιδιαίτερα. Το 2011, οι Ρουμάνοι και οι Πολωνοί βρέθηκαν στην κορυφή των μεταναστών – όμως, ο μέσος όρος όσων μετανάστευσαν έδωσε μιαν εικόνα νέων ανθρώπων με περισσότερα προσόντα από όσους παρέμειναν στις χώρες τους. Και (αντίθετα από τις δημαγωγικές ρητορείες όσων απεύχονται την εγκατάσταση μεταναστών στις χώρες τους) οι νέο-μετανάστες «είναι αποφασισμένοι να δουλέψουν, να αποταμιεύσουν, να πληρώνουν τους φόρους τους και όχι να απορροφούν τα επιδόματα».
(Μια νέα ευρωπαϊκή λογοτεχνία θα γεννηθεί από τούτα τα χρόνια της κρίσης σε αντανάκλαση της νέας πραγματικότητας που βιώνουμε. On the road δεν θα ‘ναι οι μποέμ, ανέμελοι και περιθωριακοί τύποι του Κέρουακ. Θα ‘ναι νέοι και καταρτισμένοι άνθρωποι, που δεν επιζητούν τον «δρόμο» αλλά τον τόπο, δεν αναζητούν την περιπέτεια αλλά την ασφάλεια. Εκείνοι ήταν Αμερικανοί και τούτοι είναι Ευρωπαίοι).