23 Οκτωβρίου 2013, η 57η επέτειος της ουγγρικής επανάστασης του 1956, της εξέγερσης κατά των σοβιετικών δυνάμεων και της τότε κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ουγγαρίας. Η εξέγερση διήρκεσε μέχρι τις 10 Νοεμβρίου 1956 και αποτέλεσε την πρώτη σοβαρή απειλή ενάντια στον σοβιετικό έλεγχο μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, όπου οι δυνάμεις της ΕΣΣΔ έδιωξαν τους ναζί και κατέλαβαν την ανατολική Ευρώπη. Αφορμή για να ξεσπάσει η επανάσταση αποτέλεσε μια φοιτητική διαδήλωση, μετά το πέρας της οποίας ξεκίνησαν ένοπλες συγκρούσεις. Ο πρώην πρωθυπουργός της χώρας, Ίμρε Νάγκι, που είχε παραιτηθεί και διαγραφεί από το κομμουνιστικό κόμμα έναν χρόνο πριν, λόγω της αντισοβιετικής του στάσης, πήρε ξανά την εξουσία. Παρά την τελική αποτυχία της εξέγερσης η επιρροή της ήταν μεγάλη και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πτώση της Σοβιετικής Ένωσης μερικές δεκαετίες αργότερα.
Οι εορτασμοί της επετείου πραγματοποιήθηκαν φέτος σε προεκλογικό κλίμα, καθώς η Ουγγαρία μετράει έξι μήνες ως τις εθνικές εκλογές του Απριλίου. Ο κεντροδεξιός πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν μίλησε μπροστά σε δεκάδες χιλιάδες πολίτες στην Πλατεία Ηρώων, όπου -το 1989- ο ίδιος είχε εκφωνήσει το περίφημο μανιφέστο ενάντια στον κομμουνισμό. Ο Ούγγρος πρωθυπουργός κάλεσε τους παρευρισκόμενους να προετοιμαστούν για μια εκλογική μάχη ανάλογη του 2010, όταν το κόμμα του – Fidesz – μαζί με το Χριστιανοδημοκρατικό Λαϊκό Κόμμα, κέρδισε το 52,73 % των ψήφων και περίπου τα δύο τρίτα των εδρών στο κοινοβούλιο της Ουγγαρίας.
Ο «αμφιλεγόμενος» Όρμπαν έχει μεγάλη δημοτικότητα στους ούγγρους πολίτες, ενώ από συζητήσεις που έχω κάνει με φίλους και συναδέλφους φαίνεται πως η πλειοψηφία τον θέλει ξανά στην εξουσία. Τα χρόνια που έχει τελέσει ως πρωθυπουργός σφυρηλάτησε την πιο δυνατή κυβέρνηση στην Ουγγαρία μετά την πτώση του Κομμουνισμού, ταυτόχρονα όμως έχει κατηγορηθεί ως αντιδημοκράτης και έχει αμφισβητηθεί η ικανότητά του να φέρει οικονομική ανάπτυξη.
Η απαγόρευση πολιτικών διαφημίσεων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και γενικότερα η άρση της ελευθερίας τους, η ποινικοποίηση των αστέγων καθώς και η επικίνδυνη άνοδος του ακροδεξιού κόμματος Γιόμπικ στη διάρκεια της εξουσίας του, τον έχουν βάλει στο στόχαστρο των Βρυξελλών. Επί της πρώτης πρωθυπουργίας του, το 1988, η Ουγγαρία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ, η ολίσθηση όμως της οικονομίας του στοίχισε την ήττα στην εκλογική αναμέτρηση του 2002. Μετά την επανεκλογή του το 2010, επέβαλλε υπέρογκους φόρους στις τράπεζες και σε ξένες επιχειρήσεις, σε μια προσπάθεια τόνωσης της οικονομικής κατάστασης.
Μία ενέργειά του, που προκάλεσε πληθώρα αντιδράσεων, ήταν η σύγκρουσή του με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ουσιαστικά «έδιωξε» το ΔΝΤ από την Ουγγαρία, καθώς απέρριψε το πρόγραμμα λιτότητας που είχε επιβληθεί στη χώρα, υποσχόμενος ταυτόχρονα την πρόωρη εξόφληση του δανείου των 20 δισεκατομμυρίων που είχε λάβει από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το 2008. Επακόλουθο των γεγονότων ήταν η απότομη υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους οίκους αξιολόγησης. Η κίνησή του πάντως αυτή φάνηκε να είχε θετική επίδραση στους πολίτες, που υποστηρίζουν πως έσωσε τη δημοσιονομική κατάρρευση αντιστεκόμενος στους διεθνείς δανειστές.
Για να μιλήσουμε και λίγο με αριθμούς, ο συντηρητικός πρωθυπουργός διατηρεί το προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις, η δημοτικότητά του όμως φαίνεται να υποφέρει από τη δυσμενή οικονομική κατάσταση στην Ουγγαρία. Το ποσοστό ικανοποίησης από τον ούγγρο πρωθυπουργό έχει μειωθεί στο 31%, τη στιγμή που βρισκόταν στο 68% έπειτα από τη συντριπτική του νίκη στις βουλευτικές εκλογές του 2010. Όσον αφορά το κόμμα του, το Fidesz, διατηρεί το 20% της πρόθεσης ψήφου.
Δεν θα τοποθετηθώ ως προς την πολιτική κατάσταση της χώρας, ούτε θα αξιολογήσω τις κινήσεις της σημερινής κυβέρνησης. Ο Όρμπαν πάντως θα πρέπει μάλλον να κάνει θαύματα για να κερδίσει ένα ποσοστό που να πλησιάζει έστω το 52% του 2010. Ειδικά με όλες τις πιέσεις που ασκούν σήμερα οι χρηματοοικονομικές αγορές πάνω στην αδύναμη αλλά αναπτυσσόμενη οικονομία της Ουγγαρίας, και εν μέσω μιας κρίσιμης περιόδου για τη βιωσιμότητα της Ευρώπης.