Πού είναι, λοιπόν, η καλύτερη χώρα; Πού να πας;
Βαρέθηκες εδώ, δοκίμασες και δεν σ’ αρέσει πια.
Χτυπάς τον εαυτό σου στην πλάτη, ελαφρά. "Τουλάχιστον το δοκίμασες, δεν έμεινες στην ιδέα".
Πού να πας, λοιπόν;
Κάπου να υπάρχει ήπιο κλίμα, μεσογειακό. Με τις θάλασσες και τα νησιά της πατρίδας. Και τα φαγητά τα χορτάτα και απλά, τα ελληνικά.
Με ένα δα σκανδιναβικό σύστημα πρόνοιας και μετεκπαίδευσης για τους εργαζομένους όταν αυτά που ξέρουν δεν αρκούν στην αγορά εργασίας.
Κάπου που οι άνθρωποι έχουν μια, κάποια, αμερικάνικη αντίληψη της εργασιακής ολοκλήρωσης και αποτυχίας. Με γερμανικά, εργοστασιακά προϊόντα, μηχανικής ακρίβειας και καινοτομίας και με μια ανοιγμένη αγορά.
Κάπου που οι άνθρωποι έχουν φινέτσα ιταλική, η εμφάνισή τους να είναι το πρώτιστο στοιχείο τους. Και έναν γαλλικό πολιτισμό.
Κάτι ήθελες. Κάτι έψαχνες. Δεν μπορούσες να ζήσεις στην ίδια σου τη χώρα. Δεν μπορούσε η ίδια σου η χώρα να σε ζήσει.
Τα όνειρα που έκανες έφυγαν. Και έτρεξες πίσω τους, αλλού.
Εκεί τα λεωφορεία έρχονται στην ώρα τους. Υπάρχει οργάνωση, μια ησυχία. Και ύστερα από λίγο καιρό βρίσκεις και μια δουλειά που σ’ αρέσει.
Αίσθημα σεβασμού και αξιοπρέπειας.
Έτσι έκανες ασφάλεια, υγεία, σύνταξη, αυτοκίνητο. Έκανες φορολογική δήλωση και πήρες επιστροφή. Ντρέπεσαι, όχι, δεν έκλεψες.
Αλλά γιατί ο λογαριασμός σου έχει υπόλοιπο στο τέλος του μήνα. Εσένα που σε έπιανε αγωνία με τα χρήματα και άκουγες τη φωνή της μάνας σου να σε συνετίζει.
Τα ραντεβού στην ώρα τους. Η δουλειά στην ώρα της. Όλα ρολόι.
Αλλά πιάνεις τον εαυτό σου να αποζητά άλλα. Τους ανθρώπους σου, εκείνους, και μία αγάπη. Αυτή την τελευταία την έψαξες και εκεί, αλλά είναι διαφορετική. Προσπάθησες, αλλά δεν σε κατάλαβε, άλλος εσύ, άλλη αυτή.
Ίσως να αυταπατάσαι, βλέπεις μόνο τα καλά τους. Τον αυθορμητισμό τους, τα γέλια τους, τις πλάκες τους τις παρατραβηγμένες, την καλοσύνη και την πονηριά τους.
Ύστερα από δυο, τρία χρόνια, με τη ζωή στον πάγο. Τα μάτια σου άλλαξαν. Βλέπεις εκείνα που πριν προσπερνούσες. Εκείνα που τα μίκραινες σε απλά και καθημερινά.
Αναρωτιέσαι που έφυγες να βρεις εκείνον τον τόπο, τον ιδανικό. Και εκείνος που στέκει πίσω;
Σκέφτεσαι κρυφά πως ένα σκαλί σε χωρίζει. Αλλά φοβάσαι ότι μπουκώνεσαι στο ψέμα και θα ξυπνήσεις απότομα στην κρύα πραγματικότητα. Εκείνη της κρίσης.
Δεν έχει άλλα, λοιπόν. Ή, μάλλον, δεν έχει κι άλλα. Δεν είναι αυτή η ζωή.
Είναι εκείνα τα μερικά που θες εσύ.