«Ο πραγματικός φιλοευρωπαϊστής βλέπει μέσα από τις δυσκολίες. Και ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, ο πρώην πρόεδρος των Οικολόγων στο Στρασβούργο και σημερινός ανεπίσημος σύμβουλος του γάλλου προέδρου Μακρόν, που είναι σε θέση μέχρι και να τον επικρίνει όποτε το θεωρεί απαραίτητο, δεν θέλει να δηλώνει απαισιόδοξος για το μέλλον της ΕΕ. Ακόμη και στις περιόδους σύγκρουσης μεταξύ των συμμάχων» σημειώνει η ιταλική Corriere della Sera με αφορμή μια εκτενή συνέντευξη του 73χρονου Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ.
Στην ερώτηση της ιταλικής εφημερίδας όσον αφορά τις ευρωπαϊκές προοπτικές, ο θρύλος του γαλλικού Μάη του ’68 (αν και Γερμανός στην υπηκοότητα) Κον-Μπεντίτ είναι σαφής: «Το ερώτημα είναι απλό: εάν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ δεν μπορέσουν να βρουν καλές λύσεις για την Ευρώπη ενόψει των προκλήσεων που αντιμετωπίζει, και συγκεκριμένα εκείνων του Τραμπ, του Πούτιν και της Κίνας, τότε για καθένα από τα κράτη-μέλη θα είναι ακόμη περισσότερο δύσκολη η κατάσταση. Η εμπιστοσύνη μου απορρέει από το γεγονός ότι η λογική θα αναγκάσει όλους να κάνουν ένα βήμα πίσω».
Με το μεταναστευτικό ζήτημα να βρίσκεται στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων, η Ιταλία είναι αυτή που, μαζί με την Ελλάδα, έχει επηρεαστεί περισσότερο σε σημείο που, όπως αναφέρεται «δεν μιλάμε πλέον για έξοδο από τη ζώνη του ευρώ. Αλλά το θέμα της σύγκρουσης έχει μετατοπιστεί στους μετανάστες».
«Ο Σαλβίνι μιλάει πολύ, θέλει να απελάσει 500.000 μετανάστες αλλά δεν θα το καταφέρει. Σε πέντε ή έξι μήνες οι Ιταλοί θα αρχίσουν να τον θεωρούν υπόλογο για τις προηγούμενες υποσχέσεις του. Και αν οι Ευρωπαίοι προτείνουν οι μετανάστες να ανακατανεμηθούν και αλλού, αυτό δηλαδή που αναφέρεται στη Συμφωνία του Δουβλίνου, ο Σαλβίνι θα αρχίσει να τη θεωρεί ως μια πολύ λογική πρόταση» σημειώνει.
Προς το παρόν, όπως τονίζει η ιταλική εφημερίδα, ο νέος υπουργός Εσωτερικών της Ρώμης φαίνεται να γλυκοκοιτάζει αρκετά τις θέσεις της Ουγγαρίας του Ορμπαν και της ομάδας του Βίζεγκραντ, δηλαδή τις χώρες αυτές που θέλουν λιγότερη Ευρώπη και αρνούνται να δεχτούν μετανάστες.
«Ναι, είναι μια παράδοξη άποψη. Ο Σαλβίνι ξεχνά ότι η Ουγγαρία και η Πολωνία μπορούν επίσης να κλείσουν τα χερσαία σύνορά τους, αλλά η Ιταλία δεν μπορεί να κλείσει χιλιάδες χιλιόμετρα ακτογραμμής. Μια ευρωπαϊκή λύση είναι πρωτίστως προς το συμφέρον της Ιταλίας» επισημαίνει σχετικά με το θέμα ο Κον-Μπεντίτ.
Και φυσικά κομβικής σημασίας είναι η στάση που επέδειξε στο ζήτημα ο γάλλος πρόεδρος Μακρόν, ο οποίος αναγνωρίζει αρχικά ότι μέχρι στιγμής η Ιταλία έχει απομονωθεί από τους ευρωπαίους εταίρους της.
«Αυτό ήταν ένα τεράστιο λάθος. Οι Ευρωπαίοι επανέλαβαν το “Δουβλίνο, Δουβλίνο”, αλλά οι πρόσφυγες έφθασαν στη Λαμπεντούζα, όχι στο Δουβλίνο. Τώρα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι, ακόμη και αν οι πρόσφυγες φθάσουν στην Ιταλία, δεν θα πρέπει να παραμείνουν στη χώρα σας. Στη συνέχεια, όμως, ο Σαλβίνι μπορεί μόνο να απευθύνει έκκληση στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, σίγουρα πάντως όχι στον Ορμπαν και στον πολωνό πρόεδρο Κατσίνσκι, οι οποίοι έχουν εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις» σπεύδει να προσθέσει ο 73χρονος βετεράνος πολιτικός.
Εχουμε όμως λόγους να είμαστε αισιόδοξοι σχετικά με την έκβαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που συνεδριάζει την Πέμπτη;
«Θα δώσει κάποια αποτελέσματα, αλλά θα είναι ανεπαρκή. Θα πρέπει να περιμένουμε έναν καλό συμβιβασμό. Εάν οι Ευρωπαίοι είναι έξυπνοι, θα καταλήξουν να προτείνουν κάτι που αποτελεί πραγματική βοήθεια για την Ιταλία» λέει ο Κον-Μπεντίτ.
«Οταν ο Μακρόν επικαλείται τη λέπρα σχετικά με τον εθνικιστικό κίνδυνο, δεν κάνει λάθος. Ο σουηδός παίκτης Τζίμι Ντουρμάζ, συριακής καταγωγής, έκανε ένα λάθος κατά τη διάρκεια του αγώνα εναντίον της Γερμανίας και μέσα σε λίγες ώρες τα social media κατακλύστηκαν με ύβρεις, ακόμη και απειλές για θάνατο εναντίον του. Αυτό είναι λέπρα. Ακριβώς όπως είναι η λέπρα του ρατσισμού εναντίον του Μπαλοτέλι» επισημαίνει με νόημα ο Κον-Μπεντίτ, ξεκαθαρίζοντας πως στην περίπτωση του πλοίου «Aquarius» ο Μακρόν έκανε λάθος και θα είχε κάνει καλύτερα να το υποδεχτεί.
«Το “Aquarius” θα μπορούσε να δέσει στο λιμάνι της Μπαστιά, στην Κορσική, και εκεί θα μπορούσε να κάνει ό,τι κάνουν οι Ισπανοί στη Βαλένθια, δηλαδή να δοθεί άσυλο. Αν ο Μακρόν είχε δεχτεί το πλοίο στη Γαλλία, το μήνυμά του θα ήταν ισχυρότερο» τονίζει.