Στη λονδρέζικη γκαλερί Atlas παρουσιάστηκε μέσα στον Νοέμβριο μία έκθεση σοβιετικής φωτογραφίας με αριστουργηματικό υλικό.
Ολες τους εμβληματικές φωτογραφίες, εικόνες που χαρακτηρίζουν τη σοβιετική εποχή διότι εκφράζουν και αισθητικά και ιδεολογικά το καθεστώς. Ως εκ τούτου διεκδικούν τόσο τις δάφνες της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας όσο και το μεγαλύτερο παράσημο προπαγάνδας.
Το κείμενο-αφιέρωμα του BBC, στο οποίο αναλύεται η σημασία της έκθεσης, είναι εμπλουτισμένο και με τις πολύτιμες πληροφορίες ενός από τους παλαίμαχους σοβιετικούς φωτογράφους, του Λεβ Μποροντούλιν.
Ας αρχίσουμε από την πιο γνωστή ίσως φωτογραφία του είδους:
Τρεις στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού και ένας φωτογράφος ανέβηκαν στην οροφή του βομβαρδισμένου Ράιχσταγκ, στο Βερολίνο, στις 2 Μαΐου 1945. Ενας τους ύψωσε την κόκκινη σημαία. Το κλικ του Γιεβγκένι Χαλντέι απαθανάτισε μία στιγμή που στο πέρασμα του χρόνου θα συμβόλιζε τη σοβιετική/ρωσική νίκη επί των Γερμανών. Το κόκκινο πανί της σημαίας ήταν τρία ενωμένα τραπεζομάντιλα. Το σφυροδρέπανο είχε ραφτεί επάνω τους. Σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times, λέει το BBC, οι γονείς και οι αδελφές του Χαλντέι είχαν σκοτωθεί από τους Γερμανούς.
Καιρόν αργότερα, παρατηρήθηκε ότι ο στρατιώτης στο μέσον της φωτογραφίας φορούσε τρία ρολόγια στους δύο καρπούς του – ήταν το αποτέλεσμα του πλιάτσικου που έλαβε χώρα στο πεδίο της μάχης. Οι σοβιετικές αρχές ρετουσάρισαν τη φωτογραφία, μα κυκλοφορούν διάφορες εκδοχές της: μία που δείχνει τον στρατιώτη με τα τρία ρολόγια, αλλά και άλλες που τον δείχνουν με ένα ρολόι ή και χωρίς ρολόι.
Η φωτογραφία προέρχεται από την προσωπική συλλογή του Λεβ Μποροντούλιν ο οποίος προβάλλει έντονα μια ισχυρή Σοβιετική Ενωση μέσω πειραματικών τεχνικών φωτογραφίας. Οι κριτικοί τέχνης αποτιμούν τη σοβιετική καλλιτεχνική φωτογραφία ως εξής: «Οι σοβιετικοί φωτογράφοι τράβηξαν πραγματικά αριστουργήματα δημιουργώντας τον μύθο του σοβιετικού πολιτισμού. Εκαναν, όπως ήταν υποχρεωμένοι, ιδεολογικά σωστές φωτογραφίες αλλά επιδιώκοντας τη μέγιστη καλλιτεχνική έκφραση».
Ο Μποροντούλιν επιδόθηκε στις αθλητικές/ηρωικές πόζες, οδηγημένος από αυτό που στην έκθεση περιγράφεται ως «αναζήτηση για τη συλλογή και τη διατήρηση εικόνων από τη στιγμή που η τέχνη περιορίστηκε για να εξυπηρετήσει μια σοβιετική σοσιαλιστική ατζέντα». Σε μια πορεία 70 ετών φωτογράφισης έχει δημιουργήσει μια συλλογή από 10.000 εικόνες (από το επαναστατικό 1917 μέχρι το χρουστσοφικό 1960). Πρόκειται για μία από τις πρώτες συλλογές σοβιετικής φωτογραφίας.
Ο Μποροντούλιν βρίσκει ιδιαίτερη σημασία σε αυτές τις εικόνες: «Για μένα αυτό είναι ένα πολύ προσωπικό θέμα» λέει στο BBC από το σπίτι του στο Τελ Αβίβ. «Πολλοί από τους συγγενείς μου σκοτώθηκαν, αν όχι όλοι τους, τραυματίστηκα δύο φορές, ήμουν στον στρατό που πολέμησε από τη Μόσχα μέχρι το Βερολίνο. Ο πόλεμος μου άλλαξε τη ζωή και τη ζωή της χώρας και άλλαξε τη ζωή όλων των ανθρώπων που ήξερα. Και θέλω οι άνθρωποι να μην το ξεχάσουν». Σύμφωνα με τον Μποροντούλιν, ο Χαλντέι διακινδύνευσε τη ζωή του για να δημιουργήσει την εικόνα στο Ράιχσταγκ. «Ο Χαλντέι ήταν προσωπικός μου φίλος, ξοδεύαμε πολλές ώρες από κοινού, θυμόμασταν τον πόλεμο».
Η συλλογή προσφέρει έναν διαφορετικό τρόπο ανάγνωσης της ρωσικής ιστορίας, λένε οι επιμελητές. «Είναι τεράστιο έργο, καλύπτει όλη την εποχή του Στάλιν, ολόκληρη τη σοβιετική περίοδο, τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Ψυχρό Πόλεμο και πέρα από αυτόν. Κάποιες φωτογραφίες τραβήχτηκαν στα πιο σκοτεινά χρόνια της εποχής του Στάλιν – από ιστορική άποψη, αντιπροσωπεύουν μια καταπληκτική πηγή για να φανεί η ανάπτυξη και η δημιουργία της σύγχρονης Ρωσίας, ιδιαίτερα μέσω της βαριάς βιομηχανίας και της γεωργίας».
Ομως οι επιμελητές ενδιαφέρθηκαν και για την παρουσίαση της αισθητικής της σοβιετικής φωτογραφίας και της καλλιτεχνικής προσέγγισης, «για τους κονστρουκτιβιστές, το ρωσικό αντίστοιχο του Bauhaus» όπως λένε αναφερόμενοι στα έργα των Αρκάντι Σάικετ, Γιάκοβ Χαλίπ, Αλεξάντερ Ροντσένκο, Μπόρις Ιγκνάτοβιτς.
Κοινό χαρακτηριστικό στοιχείο πολλών εικόνων είναι αυτή η μάλλον ψεύτικη θριαμβευτική εξωστρέφεια που οι φωτογράφοι προσπάθησαν να συλλάβουν στα πρόσωπα του λαού που φωτογράφησαν. Είναι μια πολύ προφανής όψη των εικόνων, οι φωτογραφίσεις έχουν αυτό το στοιχείο προπαγάνδας. Είναι μια αισθητική μοντέρνα, με μελοδραματικό χαρακτήρα.
Στις σοβιετικές φωτογραφίες υπάρχει όμως και ένα στοιχείο πέραν των καθεστωτικών θριαμβολογιών. Διότι, όπως λένε οι επιμελητές, οι απαιτήσεις της προπαγάνδας κατά κάποιον τρόπο ενθάρρυναν τον πειραματισμό. Κάτι που δεν είχε το ανάλογό του στη Δύση.
Υπήρξαν ασυνήθιστες γωνίες λήψης, χρησιμοποιήθηκε το μοντάζ και το κολάζ.
Με την επανάσταση του 1917 οι κονστρουκτιβιστές προσδιόρισαν τον εαυτό τους σαν καλλιτεχνική πρωτοπορία και «σκόπευαν να οικοδομήσουν έναν νέο κόσμο με τα μέσα της νέας τέχνης», λένε οι επιμελητές. Οι φωτογραφίες του Τύπου τη δεκαετία 1925-1935 ήταν οι πλέον πρωτοποριακές παγκοσμίως.
Το δραματικό φως χρησιμοποιήθηκε για πορτρέτα που «ακτινοβολούσαν την αισιοδοξία, τη βούληση για νίκη», κατά τις επιταγές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού.
Μέσα από τη σοβιετική φωτογραφία μπορείτε να εντοπίσετε όχι μόνο την ιστορία της χώρας, αλλά και την αλλαγή των ιδεολογικών προτεραιοτήτων της ηγεσίας. Ακόμη και η δεκαετία του 1960, εποχή απελευθέρωσης από τα σταλινικά δόγματα, εξακολουθούσε να έχει τους περιορισμούς της για τους φωτογράφους, λέει και ο Μποροντούλιν.
«Τράβηξα μια φωτογραφία στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960, στη Ρώμη, την πρώτη φορά που επισκέφτηκα καπιταλιστική χώρα. Ημουν τόσο χαρούμενος… Τότε είχα αρχίσει την καριέρα μου στο περιοδικό Ogoniok, και αυτή η φωτογραφία από το άθλημα των καταδύσεων επελέγη ως εξώφυλλο του περιοδικού».
Ωστόσο, εκείνη η φωτογραφία επικρίθηκε από τον Μιχαήλ Σουσλόφ, τον ιδεολόγο του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο οποίος έγραψε στην εφημερίδα Pravda, όπως θυμάται ο παλαίμαχος φωτογράφος, ότι «δεν είναι καλό για το περιοδικό να δημοσιεύει αυτό το είδος φωτογραφίας επειδή είναι υπερβολικά πρωτοποριακό και υπερβολικά φορμαλιστικό».
Στη ρωσική συλλογή φωτογραφιών δεν υπάρχουν εικόνες «διασημοτήτων» και «προσωπικοτήτων».
«Δεν υπήρχαν εικόνες κάποιας Μέριλιν ή κάποιου Ελβις» λένε οι επιμελητές – καθώς δεν υπήρχε τέτοια κουλτούρα «διασημοτήτων» και «προσωπικοτήτων». «Εως ότου φθάσαμε στην εικόνα του Γιούρι Γκαγκάριν, το 1961. Ηταν εξαιρετικά όμορφος και ηρωικός, ο πρώτος άνθρωπος στο Διάστημα, οπότε έγινε αυτός ο πρώτος ‘διάσημος’ στη Ρωσία. Αυτή είναι η τελευταία εικόνα στη συλλογή, και κατά κάποιον τρόπο αποτελεί και το τέλος μιας εποχής».