Με αναφορές σε «μια ανύπαρκτη ποινική υπόθεση» στηριγμένη σε «ψεύδη και αναλήθειες» και «καλοθελητές» που «εποφθαλμιούν το έργο της Κιβωτού», ο πατέρας Αντώνιος, ο αμφιλεγόμενος ιδρυτής της «Κιβωτού του Κόσμου» επιχείρησε την Πέμπτη να αντικρούσει τα στοιχεία της ποινικής δικογραφίας που τον έφεραν ενώπιον της Δικαιοσύνης, ως ύποπτο διάπραξης ενός κακουργήματος και ενός πλημμελήματος.
Ο π. Αντώνιος παρέδωσε, μέσω των συνηγόρων του, στις Εισαγγελείς Ανηλίκων πολυσέλιδο υπόμνημα με το οποίο, όπως ανέφερε το ΑΠΕ-ΜΠΕ, αντικρούει όσα καταγγέλλονται σε βάρος του και έχουν τεθεί υπό τον έλεγχο της Δικαιοσύνης, επισημαίνοντας πως η ποινική υπόθεση αξιοποιείται, με «μεθοδευμένες δράσεις» και «κατασκευασμένα δημοσιεύματα» ως θρυαλλίδα άλλων στόχων.
Ο ιερέας, που ερευνάται για το ενδεχόμενο διάπραξης κακουργηματικής ασέλγειας σε βάρος ανηλίκου κατ’ εξακολούθηση καθώς και ηθικής αυτουργίας σε σωματικές βλάβες σε βάρος αδύναμων προσώπων κατά συρροή (πλημμέλημα), διατυπώνει στο υπόμνημά του συγκεκριμένες θέσεις επί όλων των θεμάτων. Απαντά τόσο για τις καταγγελίες που έγιναν σε βάρος του, τις οποίες χαρακτηρίζει αντιφατικές, όσο και για την εκμετάλλευση, όπως αναφέρει, της υπόθεσης για σκοπούς που αφορούν τη λειτουργία και το έργο της δομής. Παράλληλα, θέτει νομικά ζητήματα, ενώ ασκεί κριτική και στον χειρισμό από την πλευρά της εισαγγελικής Αρχής την οποία «ψέγει» ότι συνέταξε «αόριστα κατηγορητήρια».
Ο π. Αντώνιος φαίνεται να θεωρεί ιδιοτελείς τους λόγους πίσω από τις καταγγελίες για σεξουαλικές πράξεις που διατύπωσαν εναντίον του ο 19χρονος και ο 15χρονος, αναφερόμενος σε «προφανείς σκοπιμότητες». Οπως χαρακτηριστικά φέρεται να επισημαίνει στο υπόμνημα: «Λόγω προφανών σκοπιμοτήτων, μετά από 25 χρόνια ευδόκιμης λειτουργίας, υποβλήθηκαν δύο (τονίζεται ο αριθμός 2) καταγγελίες σε βάρος της διοίκησης τη Κιβωτού, που άκριτα υιοθετήθηκαν από ορισμένες μόνον Αρχές, Φορείς και Μέσα».
Ο κληρικός ισχυρίζεται ότι οι καταγγελίες αυτές του 19χρονου και του 15χρονου είναι «προκλητικά και αυταπόδεικτα ψευδείς και αυτοαναιρούμενες. Μάλιστα, η επόμενη “αντέγραφε” τις αοριστολογίες και τα αβάσιμα περιστατικά της προηγούμενης».
Σημειώνεται ότι στρέφεται κυρίως κατά του 19χρονου φιλοξενούμενου, από τα έξι ως και μετά την ενηλικίωση του σε δομή της Κιβωτού, που τον καταγγέλλει για περιστατικά σεξουαλικών πράξεων, με θωπείες κ.λπ., αναφέροντας ότι έχει «μεθοδευμένη δράση». Οπως σημειώνεται για τον 19χρονο «η μεθοδευμένη δράση του πρώτου και κύριου καταγγέλλοντος, εξακολουθεί, αφού περιφέρεται άνευ δικαιώματος στις δομές, προσπαθώντας να στηρίξει τα ψεύδη του». Τονίζεται επίσης: «Ευτυχώς τον διαψεύδουν κατηγορηματικά πληθώρα παιδιών».
Ο π. Αντώνιος επισημαίνει ωστόσο στις Εισαγγελείς που θα μελετήσουν τις θέσεις του πως «παιδιά που ενυπόγραφα και με αποδείξεις διέψευσαν τον 19χρονο, υπέστησαν άγριο ξυλοδαρμό, από αγνώστους και απειλές να ανακαλέσουν».
Με τον δικόγραφό του ο κληρικός ασκεί κριτική στην εισαγγελική αρχή, καθώς «με βάση τις παραπάνω ψευδείς καταγγελίες συντάχθηκαν αόριστα “κατηγορητήρια”, χωρίς καν ειδικότερη περιγραφή των απαιτούμενων περιστάσεων (τρόπου, χρόνου, μεθόδου), παρά την προφανή αντιφατικότητά τους».
Υποστηρίζει, παράλληλα, ότι «η ανύπαρκτη ποινική υπόθεση επιχειρείται να στηριχθεί σε κραυγαλέες αναλήθειες, φήμες, διαδόσεις, ψευδή και κατασκευασμένα δημοσιεύματα, με τη σύμπραξη καλοθελητών, που εποφθαλμιούν το έργο της Κιβωτού».
Η άποψη του κληρικού που επισημαίνεται στο υπόμνημα είναι ότι «μέχρι σήμερα πολλοί, για προφανείς λόγους, εκμεταλλεύονται το ζήτημα, σε βάρος των χιλιάδων παιδιών της δομής». Σημειώνεται, τέλος, πως «ευελπιστούμε ότι η Ελληνική Δικαιοσύνη θα πράξει τώρα πλέον το καθήκον της, ανταποκρινόμενη επαρκώς στο έργο της».
Αφού αξιολογηθούν οι θέσεις του, οι δύο εισαγγελείς που –από τον περασμένο Νοέμβριο– ερευνούν την υπόθεση θα αποφασίσουν για τις επόμενες ποινικές ενέργειές τους είτε προχωρώντας στην άσκηση ποινικής δίωξης είτε αποφαινόμενες ότι η υπόθεση πρέπει να τεθεί στο αρχείο.