Oι μέδουσες αποτελούν εδώ και πολύ καιρό πρόβλημα, άλλοτε μεγαλύτερο και άλλοτε μικρότερο, καθώς κάθε καλοκαίρι τρομοκρατούν τους λουόμενους των περισσότερων ακτών της Μεσογείου, ενώ κρίνεται ανησυχητικό το γεγονός ότι πλέον αναπαράγονται πιο συχνά με επιτυχία, την ώρα μάλιστα που αρκετοί ειδικοί υποστηρίζουν πως αυξάνεται ο συνολικός τους πληθυσμός λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της υπεραλιείας. Συγχρόνως, όμως, αυτά τα μυστηριώδη ασπόνδυλα και δίχως εγκέφαλο θαλασσινά ζώα ενδέχεται να μπορούν να προσφέρουν πολλά στην ανθρωπότητα.
Ειδικά στο Ισραήλ, οι μέδουσες βρίσκονται στο μικροσκόπιο βιολόγων, ωκεανολόγων και λοιπών ειδικών εδώ και πολλές δεκαετίες. Ενα εκτενές και πολύ ενδιαφέρον ρεπορτάζ πάνω στην τελευταία επιστημονική αποστολή, που πραγματοποιήθηκε με στόχο την περαιτέρω μελέτη τους και την καλύτερη κατανόησή τους, δημοσίευσε πρόσφατα η εφημερίδα Haaretz.
Δέκα «θαρραλέοι» ερευνητές σάλπαραν πριν από περίπου δύο εβδομάδες, κατ’ αρχάς για να εξετάσουν διαφορετικούς τρόπους αντιμετώπισης του τσιμπήματος των μεδουσών. Φρόντισαν, οπότε, να προμηθευτούν μεταξύ άλλων πολλά λίτρα ξίδι για να διαπιστώσουν κατά πόσο αποτελεί όντως ένα πολύ καλό αντίδοτο για το τσίμπημα συγκεκριμένων μεδουσών.
Στο πλαίσιο της αποστολής τους οι ισραηλινοί ειδικοί διεξήγαγαν πέντε διαφορετικές μελέτες. «Αρχικά μετρήσαμε τις διαστάσεις και το βάρος κάθε δείγματος που ελήφθη, ενώ στη συνέχεια αναλύσαμε το περιεχόμενο του στομάχου τους, ώστε να διαπιστώσουμε τι τρώνε», εξήγησε η Χίλα Ντρορ, μια διδακτορική ερευνήτρια που συμμετείχε στην αποστολή.
Επειτα ελήφθησαν δείγματα ιστού από κάθε μέδουσα, με στόχο τη δημιουργία μιας βάσης γενετικών δεδομένων και μετά εξετάστηκαν τα αναπαραγωγικά όργανά τους, για να εξακριβωθεί η αναλογία αρσενικών και θηλυκών μεδουσών. Τέλος, μελετήθηκαν και τα αισθητήρια όργανά τους, με στόχο να καταφέρουν οι ισραηλινοί επιστήμονες να προσδιορίσουν την ηλικία τους.
Περισσότερο σημαντική, ωστόσο, θεωρείται από τους ερευνητές η λήψη βλέννας από τις μέδουσες (μισό λίτρο από καθεμία). Η γλοιώδης αυτή ουσία αποτελεί τη βάση μιας ιδιαίτερα σημαντικής έρευνας, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη και θα μπορούσε να συνδράμει σημαντικά την ανθρωπότητα στην προσπάθειά της να περιορίσει τη ρύπανση των ωκεανών από μικροπλαστικά.
Η βλέννα των μεδουσών έχει την ικανότητα να παγιδεύει τρόπον τινά τα μόρια των μικροπλαστικών και οι ερευνητές επιδιώκουν να κατανοήσουν πώς λειτουργεί ο εν λόγω φυσικός μηχανισμός, ούτως ώστε να τον εκμεταλλευτούν για την ανάπτυξη πρότυπων φίλτρων κατά της μόλυνσης των υδάτων. «Οι ωκεανοί είναι γεμάτοι μέδουσες και γεμάτοι πλαστικό, αξίζει τον κόπο να βρούμε μια λύση χρήσιμη για όλους», σημείωσε από την πλευρά του ο καθηγητής οικολογίας στο πανεπιστήμιο της Χάιφας και επικεφαλής της αποστολής, Ντρορ Ανγκελ.
Μπορεί για τους λουόμενους να αποτελούν μια συνεχή απειλή, αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο κόσμος των μεδουσών είναι γεμάτος μυστικά πολλά από τα οποία ενδέχεται να είναι ιδιαίτερα χρήσιμα για τον κόσμο των ανθρώπων.
Είναι, για παράδειγμα, πλούσιες σε κολλαγόνο, μια πρωτεΐνη με πολλά οφέλη για την επιδερμίδα. Πραγματοποιούνται ήδη πολλές έρευνες για να διαπιστωθεί πώς το κολλαγόνο μπορεί να χρησιμοποιηθεί περαιτέρω ενώ κάποιες εταιρείες καλλυντικών το χρησιμοποιούν είδη σε προϊόντα αντιγήρανσης. Το κολλαγόνο αξιοποιείται ήδη και από την ιατρική επιστήμη, ειδικά στην πλαστική χειρουργική για την επούλωση συγκεκριμένων τραυμάτων.
Ολοι όσοι είναι εξοικειωμένοι και με την παραδοσιακή κινεζική ιατρική, γνωρίζουν ότι η σκόνη που προέρχεται από την «καμπάνα» των μεδουσών χορηγείται για την ανακούφιση από τους πόνους στο στομάχι και στις αρθρώσεις. Και σύμφωνα με τους διατροφολόγους, οι μέδουσες εμπεριέχουν επίσης αντιοξειδωτικά επειδή καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες πρωτεϊνών και λιπαρών οξέων, βασικών συστατικών της ανθρώπινης διατροφής.
Οσον αφορά το άκρως ενοχλητικό, επώδυνο και ενίοτε απειλητικό για τη ζωή τσίμπημά τους, αποτελεί έναν εξαιρετικά πολύπλοκο μηχανισμό, παρότι δεν ελέγχεται από ένα κεντρικό νευρικό σύστημα.
Κάθε πλοκάμι τους διαθέτει πολυάριθμες συστάδες δηκτικών κυττάρων (κυττάρων τσιμπήματος δηλαδή) καθεμία από τις οποίες αποτελείται από εκατοντάδες δηκτικά κύτταρα. Καθένα από αυτά τα κύτταρα εμπεριέχει ένα κεντρί που φέρει εντός του μια «κουλουριασμένη βελόνα». Οταν οι αισθητήρες στα πλοκάμια των μεδουσών έρχονται σε επαφή με στόχους που αποτελούν εν δυνάμει τροφή, η βελόνα αυτή εκτινάσσεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα «σαν ένας μικροσκοπικός πύραυλος που μπορεί να διαπεράσει κάθε οργανική ύλη, ποτίζοντάς την με τοξίνες», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο ρεπορτάζ της Haaretz.
Οσον αφορά τα πιθανά αντίδοτα, το ξίδι φέρεται σε κάποιες περιπτώσεις να περιορίζει τον πόνο, αλλά και εξουδετερώνει το δηλητήριο συγκεκριμένων ειδών μεδουσών, μερικές από τις οποίες είναι φονικές όπως η αυστραλιανή μέδουσα (Australian box jellyfish).
Ομως, για την αντιμετώπιση των στενών και επώδυνων επαφών με τις περισσότερες μέδουσες που συναντώνται στα νερά της Μεσογείου, συνιστάται κατ’ αρχάς το ξέπλυμα του πληγέντος σημείου αποκλειστικά με θαλασσινό νερό. Οι περισσότεροι ειδικοί συνιστούν να αποφεύγεται το γλυκό νερό, ενώ όσον αφορά τα ανθρώπινα ούρα, εμπεριέχουν ουρία, μια ουσία η οποία φέρεται να έχει αντισηπτικές και καταπραϋντικές ιδιότητες, οπότε σίγουρα δεν κάνουν κακό. Εννοείται ότι οι περισσότεροι γιατροί προτείνουν τη χρήση ειδικών κρεμών και αλοιφών.